Η έκφραση κυκλοφορούσε από τότε που πήγαινα ακόμη στο σχολείο. Σε διαφορετικές παραλλαγές αλλά την ίδια πάντα επωδό. Από το «Ταξί ψάχνω, όχι πετρέλαιο στην Ομόνοια» μέχρι το «Αντρα ψάχνω, όχι πετρέλαιο στην Ομόνοια». Και επεσήμαινε την αντιδιαστολή με το ανέφικτο που ήταν το πετρέλαιο στο ελληνικό υπέδαφος. Στα χρόνια της χούντας και, πιθανότατα, στο πλαίσιο της προπαγάνδας περί «οικονομίας που θα κάλπαζε», υπήρξε και μια παραφιλολογία χωρίς τεκμηρίωση περί κοιτασμάτων πετρελαίου που γρήγορα γραφικοποιήθηκε. Με γελοιογραφίες της εποχής, χρονογραφήματα και κάτι μπαλαφάρες ταινίες με τον Κωνσταντάρα και τον Παπαζήση που υποτίθεται ότι έβρισκαν πετρέλαιο στα χωράφια τους. «Και ντάπα ντούπα οι μηχανές», έτσι δεν έλεγε; Αργότερα υπήρξαν και κάποιες διαφημίσεις, έντυπες και τηλεοπτικές, που –έστω και με καλύτερο χιούμορ –διακωμωδούσαν το θέμα. Το οποίο, τελικά, καταστάλαξε ως μια υπερβολή στο πνεύμα τού «η Ελλάδα έχει τα πάντα γι’ αυτό όλοι θέλουν το κακό μας». Και το πετρέλαιο ως μια πηγή πλούτου που δεν θα άναβε τη «φουφού της Ψωροκωσταινίτσας». Συμβαίνουν αυτά σε μία χώρα όπου η ωραιοποίηση της φτώχειας είχε αναχθεί σε αξία.
Και να τώρα, ύστερα από χρόνια ερασιτεχνισμών και προχειροτήτων, η πιθανότητα ύπαρξης κοιτασμάτων πετρελαίου σε περιοχές της χώρας και φυσικού αερίου γύρω από την Κρήτη μοιάζει να κλίνει προς τη βεβαιότητα. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι ακόμη και τώρα η μεγάλη είδηση θα περάσει στα ψιλά για τους περισσότερους. Εκπαιδευμένοι να ανεμίζουμε τη σημαία του άυλου ελληνικού πλούτου και πολιτισμού, υποτιμάμε τον φυσικό πλούτο, όταν μάλιστα δεν έχει να κάνει με την ελιά και το μέλι ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο παραπέμπει σε στίχους ποιητών. Ελπίζω και εύχομαι να αξιολογηθεί το θέμα με τη δέουσα σοβαρότητα γιατί όλα τα περιμένω πια. Ακόμη και κινητοποιήσεις ενάντια σε «αυτούς που θέλουν να καταστρέψουν το απέραντο γαλάζιο μας».