Τα προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ του αεροσκάφους της εταιρείας US-Bangla Airlines, που συνετρίβη τη Δευτέρα στο Κατμαντού με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 49 άνθρωποι και του πύργου ελέγχου του αεροδρομίου της πρωτεύουσας του Νεπάλ, βρίσκονται στο επίκεντρο της έρευνας του αεροπορικού δυστυχήματος.
Σαράντα εννέα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και ακόμα 22 τραυματίστηκαν στο αεροπορικό αυτό δυστύχημα στο οποίο ενεπλάκη το αεροσκάφος Bombardier Dash 8 Q400, το χειρότερο εδώ και σχεδόν 30 χρόνια στο Νεπάλ.
Η υπηρεσία πολιτικής αεροπορίας της χώρας ανακοίνωσε ότι έχουν βρεθεί τα δύο «μαύρα κουτιά» του αεροσκάφους, το οποίο ανεφλέγη αφού συνετρίβη σε ένα άδειο γήπεδο δίπλα στην πίστα του αεροδρομίου.
«Μένει να καθοριστεί αν έκανε λάθος ο πιλότος ή οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας», δήλωσε ο διευθυντής του αεροδρομίου Ραζ Κούμαρ Τσέτρι, προσθέτοντας ότι οι έρευνες διεξάγονται από κοινού με το Μπανγκλαντές.
Η ηχογραφημένη συνομιλία μεταξύ των πιλότων και του πύργου ελέγχου, που δημοσιεύθηκε σε μέσα ενημέρωσης, μοιάζει να δείχνει ότι υπάρχει σύγχυση σε ό,τι αφορά τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσει το αεροσκάφος για να προσγειωθεί στη μοναδική πίστα του αεροδρομίου.
Τη Δευτέρα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της μπανγκλαντεσιανής αεροπορικής εταιρείας, ο Ίμραν Ασίφ, δήλωσε ότι υπήρξε «σύγχυση από την πλευρά του πύργου ελέγχου».
Αυτόπτες μάρτυρες δήλωσαν ότι το αεροπλάνο άλλαξε πορεία ακριβώς πριν το δυστύχημα, το οποίο κόστισε τη ζωή στα τέσσερα μέλη του πληρώματος και σε 45 επιβαίνοντες. Σύμφωνα με τους επιζώντες, ο πιλότος δεν είχε ενημερώσει το προσωπικό καμπίνας.
«Ρώτησα την αεροσυνοδό τί συμβαίνει, αν όλα είναι καλά. Σήκωσε τους ώμους, αλλά μπορούσα να καταλάβω ότι βρισκόταν σε πανικό», διηγήθηκε ο Ασίς Ράντζιτ, 35 ετών.
Το αεροπλάνο «ήταν πολύ χαμηλά και έκανε πολύ απότομες στροφές», πρόσθεσε.
Το αεροπλάνο βγήκε από τον διάδρομο προσγείωσης, πέρασε το συρματόπλεγμα που βρίσκεται γύρω από το αεροδρόμιο, με τα καύσιμά του να χύνονται στο έδαφος, προτού σταματήσει και αναφλεγεί.
Είκοσι δύο επιβάτες, οι περισσότεροι από τους οποίους κάθονταν στη δεξιά πλευρά της καμπίνας, κατάφεραν να γλιτώσουν από τις φλόγες και να βγουν από τα παράθυρα ή ανασύρθηκαν με τη βοήθεια των διασωστών.
Μεταξύ των επιβατών ήταν 33 Νεπαλέζοι, 32 Μπανγκλαντεσιανοί, ένας Κινέζος και ένας υπήκοος Μαλδίβων.
Το δυστύχημα αυτό είναι το χειρότερο που έχει καταγραφεί στο Νεπάλ από το 1992. Ωστόσο περίπου είκοσι δυστυχήματα με αεροπλάνο έχουν σημειωθεί στη μικρή, ορεινή αυτή χώρα την τελευταία δεκαετία, με τα περισσότερα να αφορούν μικρά αεροσκάφη που πραγματοποιούσαν εσωτερικές πτήσεις.
Τα περισσότερα δυστυχήματα οφείλονταν στην απειρία των πιλότων καθώς και στα προβλήματα συντήρησης και διαχείρισης των αεροσκαφών. Τα νεπαλέζικα αεροσκάφη δεν επιτρέπεται να εισέρχονται στον ευρωπαϊκό εναέριο χώρο.