Ηταν το πιο λαμπρό αστέρι στο στερέωμα της Επιστήμης. Το σώμα του παρέμενε ακίνητο και καθηλωμένο, η σκέψη του έκανε τα πιο μακρινά ταξίδια –διαμόρφωσε τη σύγχρονη κοσμολογία και συνεπήρε εκατομμύρια απλούς ανθρώπους. Ο Στίβεν Χόκινγκ, ο οποίος προσπάθησε να εξερευνήσει τη δημιουργία του Σύμπαντος που τόσο αγαπούσε, τις μαύρες τρύπες και τη φύση του χρόνου, πέθανε χθες σε ηλικία 76 ετών. Η σκέψη του διεύρυνε τα όρια της ανθρώπινης κατανόησης τόσο όσον αφορά την απεραντοσύνη του Διαστήματος όσο και τον περίεργο υποατομικό κόσμο της κβαντικής θεωρίας που, όπως έλεγε, μπορεί να προβλέψει τι συμβαίνει στην αρχή και στο τέλος του χρόνου.
Το σώμα του επλήγη από τα 21 του χρόνια από αμυοτροφική πλάγια σκλήρυνση, που τον καθήλωσε στην αναπηρική καρέκλα για το υπόλοιπο της ζωής του. Ελεγε: «Οι ελπίδες μου μειώθηκαν στο μηδέν στα 21 μου χρόνια. Εκτοτε όλα είναι μπόνους».
Καθώς η κατάστασή του χειροτέρευε, αναγκάστηκε να μιλάει μέσα από μηχάνημα και να επικοινωνεί κουνώντας τα βλέφαρά του –και έγινε ίσως ο πιο αναγνωρίσιμος επιστήμονας στον πλανήτη μας. Το βιβλίο του «Σύντομη Ιστορία του Χρόνου», που κυκλοφόρησε το 1988, ήταν ένα από τα πιο περίπλοκα εκλαϊκευτικά βιβλία που γνώρισαν τόσο μεγάλη επιτυχία και παρέμεινε στη λίστα των μπεστ σέλερ της εφημερίδας «Sunday Τimes» επί 237 εβδομάδες. Ελεγε: «Σκοπός μου ήταν να γράψω ένα βιβλίο που θα πουλιόταν στα αεροδρόμια. Για να τσεκάρω εάν είναι κατανοητό, το έδωσα πρώτα στις νοσοκόμες μου. Νομίζω ότι κατάλαβαν το μεγαλύτερο μέρος του».
Από το 1974 ο Χόκινγκ εργαζόταν με στόχο τον συνδυασμό των δύο ακρογωνιαίων λίθων της σύγχρονης φυσικής –της γενικής θεωρίας της σχετικότητας και της κβαντικής. Ως αποτέλεσμα αυτής της έρευνας, πρότεινε ένα μοντέλο του Σύμπαντος βασισμένο σε δύο έννοιες του χρόνου: τον «πραγματικό χρόνο», δηλαδή τον χρόνο που βιώνουν οι άνθρωποι, και τον «φανταστικό χρόνο» της κβαντικής, που ίσως είναι αυτός που ισχύει. Οταν τον ρωτούσαν εάν ο Θεός είχε θέση στο έργο του, έλεγε: «Με κάποιον τρόπο, εάν κατανοήσουμε το Σύμπαν, βρισκόμαστε στη θέση του Θεού».
Η εξαιρετική δύναμη του μυαλού του και οι σωματικοί περιορισμοί αποτέλεσαν, σε παγκόσμιο επίπεδο, έναν φάρο ελπίδας για το πόσα μπορεί να επιτύχει το ανθρώπινο πνεύμα. Η ιστορία της ζωής του ήταν το θέμα της ταινίας «Η Θεωρία των Πάντων» που κυκλοφόρησε το 2014 και χάρισε το Οσκαρ α’ ανδρικού ρόλου στον Εντι Ρεντμέιν που ενσάρκωσε τον Χόκινγκ. Λίγο νωρίτερα, το 2012, είχε εμφανιστεί και ο ίδιος στην τηλεοπτική σειρά «The Big Bang Theory», σε μια σκηνή όπου εμμέσως σχολίαζε το «μποζόνιο του Χιγκς», για το οποίο είχε βάλει στοίχημα 100 λίρες ότι δεν υπάρχει. Ηταν πλέον αναγνωρίσιμος παντού. Ελεγε: «Εγινα ίσως ο πιο διάσημος επιστήμονας στον κόσμο. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο ότι οι επιστήμονες, εκτός από τον Αϊνστάιν, δεν είναι γνωστοί ροκ σταρ και εν μέρει επειδή ταιριάζω με το στερεότυπο της ανάπηρης ιδιοφυΐας».
Ομως ο Στίβεν Χόκινγκ έγινε κομμάτι της ποπ κουλτούρας αρκετά χρόνια πιο πριν. Η φιγούρα του εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη διάσημη σειρά κινουμένων σχεδίων «The Simpsons» το 1989, όμως πρωταγωνίστησε δέκα χρόνια αργότερα σε ένα ολόκληρο επεισόδιο. Γνωστός για τις πλάκες που έκανε ακόμα και με την αναπηρική πολυθρόνα –μερικές φορές έπεφτε με αυτό πάνω σε διάσημους που δεν συμπαθούσε –αλλά και για τα καλαμπούρια του, σχολιάζοντας την άποψη ότι το Σύμπαν είναι δακτυλιοειδές, ο Χόκινγκ έλεγε: «Η θεωρία του Χόμερ Σίμπσον για ένα σύμπαν που έχει σχήμα ντόνατ είναι πολύ ενδιαφέρουσα».
Ενας άνθρωπος αναγεννησιακός
«Η διεθνής επιστημονική κοινότητα έγινε από σήμερα φτωχότερη. Γιατί ο Στίβεν Χόκινγκ δεν ήταν απλώς ένας συγκλονιστικός επιστήμονας, αλλά κι ένας πραγματικά αναγεννησιακός άνθρωπος. Εκτός από τη σημαντική ανάπτυξη της αστροφυσικής και της κοσμολογίας, λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε επί μισό περίπου αιώνα ήταν για όλους μας υπόδειγμα υπομονής και επιμονής. Η επιστημονική του δουλειά δεν περιοριζόταν σε κάτι απλό, αλλά αντίθετα προσπάθησε να ανακαλύψει γιατί το Σύμπαν είναι έτσι όπως είναι αλλά και γιατί υπάρχει.
Ενας από τους στόχους του ήταν να συνδυάσει τις δύο μεγάλες θεωρίες του 20ού αιώνα, τη γενική σχετικότητα και την κβαντική μηχανική, σε μια θεωρία κβαντικής βαρύτητας. Το κύριο ενδιαφέρον του σχετιζόταν με τις μαύρες τρύπες, τα λείψανα γιγάντιων άστρων, για τις οποίες δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τη φυσική τους υπόσταση που χαρακτηρίζουν ένα σημείo «μοναδικότητας» για τη φυσική επιστήμη. Eνα σημείο δηλαδή όπου οι νόμοι της φυσικής παύουν να ισχύουν. Αν μπορούσαμε να συμπιέσουμε τη Γη μας στο μέγεθος ενός κερασιού, θα την είχαμε μετατρέψει σε μαύρη τρύπα. Φυσικά δεν υπάρχει καμιά γνωστή διαδικασία που θα μπορούσε να μετατρέψει τη Γη, ή και τον Ηλιο ακόμη, σε μαύρη τρύπα. Ο καταρρέων πυρήνας ενός σουπερνόβα, με υλικά πάνω από 3 ηλιακές μάζες, είναι ένα από τα ελάχιστα αντικείμενα στο Σύμπαν που μπορούν να δημιουργήσουν κάτι τέτοιο».
Απόσπασμα από το κείμενο που ανήρτησε χθες στο facebook ο Διονύσης Σιμόπουλος, φυσικός, αστρονόμος και επίτιμος διευθυντής του Ευγενίδειου Πλανηταρίου.