Στον απόηχο των νέων διορισμών του Ντόναλντ Τραμπ, του Μάικ Πομπέο στο υπουργείο Εξωτερικών και της Τζίνα Χάσπελ στο τιμόνι της CIA, κινείται η Ουάσιγκτον με πολλούς να εκφράζουν φόβους για τα σημάδια αποσύνθεσης της αμερικανικής κυβέρνησης και το γεγονός ότι ίσως αυτό οδηγήσει σε ακόμα πιο μεγάλη συντηρητική στροφή. Μάλιστα ακόμα και Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές όπως ο Ραντ Πολ δήλωσε ότι θα αντιταχθεί στον διορισμό τους και θα κάνει «ό,τι μπορεί για να τους μπλοκάρει».
Ο Πολ, που υποστηρίζεται και από άλλους συναδέλφους του, τόνισε πως τόσο ο Πομπέο όσο και η Χάσπελ υποστήριξαν τον πόλεμο στο Ιράκ και επιθυμούν τη διεξαγωγή πολέμου με το Ιράν, κάτι με το οποίο είναι αντίθετος, ενώ τους επέκρινε για την υποστήριξή τους στη χρήση του «εικονικού πνιγμού» και άλλων βασανιστηρίων σε ανακρίσεις. Μεγάλη είναι η αντίδραση ιδιαίτερα στον διορισμό της Χάσπελ. Οι «New York Times» φιλοξένησαν χθες το προφίλ της με τίτλο «Μια βασανίστρια επικεφαλής της CIA», αναφέροντας όλες τις εις βάρος της κατηγορίες για χρήση βασανιστηρίων και για προσπάθεια καταστροφής βίντεο όπου δείχνουν την εφαρμογή τους σε κρατούμενους σε μυστικές φυλακές στην Ταϊλάνδη. «Βρίσκω απίστευτο ότι κάποιος μπορεί να διανοηθεί να θέσει αυτή τη γυναίκα στο τιμόνι της CIA», είπε ο Ραντ Πολ σε συνέντευξη Τύπου. «Είχε πάρει μέρος σε βασανιστήρια και απολάμβανε το να βλέπει κάποιον να υποβάλλεται σε αυτά». Σκεπτικισμό για τον διορισμό της εξέφρασε και ο βετεράνος γερουσιαστής Τζον Μακέιν που είχε υποβληθεί σε βασανιστήρια ως αιχμάλωτος πολέμου στην διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ.
Αντιδράσεις όμως για τις κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ υπάρχουν πολλές και στο εξωτερικό. Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, μετά την τοποθετηση του Πομπέο που θεωρείται γεράκι στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, προειδοποίησε την Ουάσιγκτον να μην πλήξει τη Δαμασκό με τις δυνάμεις της διεθνούς συμμαχίας, διαπιστώνοντας ότι «οι ΗΠΑ θέλουν να εδραιώσουν τις θέσεις τους σε όλο το ανατολικό τμήμα της Συρίας και να συμβάλουν στην κατάρρευση της συριακής δημοκρατίας, χρησιμοποιώντας όλες τις μεθόδους».
Ανήσυχη φαίνεται και η ιρανική ηγεσία καθώς ο Μάικ Πομπέο δεν έχει κρύψει την αντίθεσή του με τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και έχει εκφράσει πολύ επιθετικές διαθέσεις εναντίον της Τεχεράνης. «Οι αλλαγές στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ δείχνουν ότι οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να εγκαταλείψουν τη συμφωνία με το Ιράν και να ακολουθήσουν πολύ πιο σκληρή γραμμή απέναντί μας», δήλωσε χθες ο ιρανός υφυπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί. Στο ίδιο μήκος κύματος ανησυχίας κινείται και η Αγκυρα. Χθες ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου τόνισε πως ελπίζει στην οικοδόμηση καλών σχέσεων με τον Μάικ Πομπέο. Τουρκικά μέσα ενημέρωσης αναφέρθηκαν σε μήνυμα που είχε στείλει μέσω twitter ο νέος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 (πριν ακόμα γίνει διευθυντής της CIA), στο οποίο χαρακτήριζε την Τουρκία «ολοκληρωτική ισλαμιστική δικτατορία». Το μήνυμα εκείνο αργότερα διαγράφηκε. Ο Τσαβούσογλου πρόσθεσε πως οι επισημες συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας που ήταν προγραμματισμένες για τις 19 Μαρτίου, ίσως καθυστερήσουν λόγω των αλλαγών.
Εν τω μεταξύ στις ΗΠΑ, ευφορία φαίνεται να επικρατεί στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών οι οποίοι διεκδικούν τη νίκη στις εκλογές που διεξήχθησαν την Τρίτη στην Πενσυλβάνια για μία έδρα της Βουλής. Πρόκειται για περιοχή που θεωρείται προπύργιο των Ρεπουμπλικανών. Σύμφωνα με την πρώτη καταμέτρηση ο Δημοκρατικός υποψήφιος Κόνορ Λαμ κέρδισε με διαφορά μερικών εκατοντάδων ψήφων. Θα ακολουθήσουν νέες καταμετρήσεις, όμως ήδη οι Δημοκρατικοί κάνουν λόγο για σημαντική επιτυχία ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο στις 6 Νοεμβρίου.