Ενα από τα χιλιοειπωμένα κλισέ στις παρέες ρεπόρτερ και αρθρογράφων είναι πως «η δημοσιογραφία σε πάει παντού». Στις περισσότερες περιπτώσεις δε, σε πάει στην αντίπερα όχθη, αυτή των πολιτικών. Ο Κωνσταντίνος Ζούλας ύστερα από 30 χρόνια στη δημοσιογραφία, εκ των οποίων τα 26 σε μία από τις παλαιότερες εφημερίδες της χώρας, βρέθηκε στη θέση του επικεφαλής του γραφείου Τύπου της ΝΔ. Υπονοεί ότι αφορμή γι’ αυτό δεν υπήρξε η σχέση αγάπης και μίσους που είθισται να έχουν οι δημοσιογράφοι με την πολιτική, υποστηρίζοντας πως τον κέρδισε η προσωπικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επειτα από έξι μήνες στην Πειραιώς, μιλά για πρώτη φορά στα «ΝΕΑ» για την εμπειρία του στο νεοδημοκρατικό αρχηγείο.

Πώς αποφασίσατε να εμπλακείτε στην πολιτική;
Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση. Ημουν 26 χρόνια στην «Καθημερινή» και τέτοια εποχή πέρυσι δεν μου περνούσε καν από το μυαλό η προοπτική να βρεθώ στο επιτελείο ενός κόμματος. Πόσω μάλλον όταν εκ χαρακτήρος ποτέ δεν έγραφα στρατευμένα. Θα σας φανεί ίσως περίεργο τι έγειρε μέσα μου και πήρα την απόφαση. Ηταν το γεγονός ότι κατ’ ιδίαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον είχα συναντήσει μόνο μία φορά στη ζωή μου, πριν μου κάνει την πρόταση. Αυτό του είπα άλλωστε όταν πρωτοσυζητήσαμε. Οτι με τιμά –αλλά και τον τιμά –το γεγονός πως μου προτείνει μια θέση μεγάλης ευθύνης, αλλά, θα έλεγα, και τυφλής εμπιστοσύνης, χωρίς καν να με γνωρίζει παρά μόνο από τα γραπτά μου. «Εχω διαβάσει πολλές φορές να μου ασκείς κριτική γιατί δεν εντάσσω νέα πρόσωπα στη ΝΔ εκτός κομματικού σωλήνα και ιδού η ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν το εννοείς» μου είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου. Μην τα πολυλογώ, με κέρδισε ήδη από την πρώτη μας συνάντηση. Ξέρετε, όταν τον γνωρίζεις από κοντά, το πρώτο που σκέφτεσαι είναι πόσο διαφορετικός είναι τελικά από τη δημόσια εικόνα του.

Τι είναι αυτό που δεν βγαίνει δημοσίως, όπως υπονοείτε;
Πρώτον, είναι ένας βαθιά συναισθηματικός άνθρωπος, ασχέτως αν έχει μάθει να το κρύβει. Και δεύτερον, έχει εξαιρετικό χιούμορ, και μάλιστα συχνά αυτοσαρκαστικό, κάτι που επίσης δεν έχει βγει στη δημόσια παρουσία του. Υπάρχει, όμως, και ένα τρίτο στον χαρακτήρα του που το θεωρώ εξαιρετικό προσόν για έναν πολιτικό. Ακούει. Και δεν διστάζει να αλλάξει την άποψή του, όταν οι συνομιλητές του τον πείθουν με στέρεα επιχειρήματα.
Εξι μήνες μετά, από την Πειραιώς, πώς αξιολογείτε την απόφασή σας να ενταχθείτε στο γαλάζιο επιτελείο;
Δεν σας κρύβω ότι είναι ακόμη πολλές οι στιγμές που λέω μέσα μου «πού έμπλεξες;». Αλλά είναι πολύ περισσότερες οι φορές που αισθάνομαι ότι θα μπορώ στο μέλλον να λέω στην 9χρονη, σήμερα, κόρη μου ότι σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χώρα έκανα ό,τι μπορούσα για να φύγει η χειρότερη κυβέρνηση που είχε η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση και μετά.

Πολιτικά πώς αυτοχαρακτηρίζεστε;
Κάποτε ένας φίλος μου μού είπε ότι «είμαι δεξιός με ψυχή αριστερού». Η φράση είναι χαριτωμένη, αλλά εν τέλει άστοχη, γιατί απλά επιβεβαιώνει το στερεότυπο του τάχα ευαίσθητου αριστερού απέναντι στον πάντα ανάλγητο δεξιό. Αυτό που μπορώ να σας πω με βεβαιότητα είναι ότι μεγάλωσα σε μια δεξιά οικογένεια κι ότι όσο μεγάλωνα τόσο διαπίστωνα ότι ο πατέρας μου ήταν τελικά πολύ πιο προοδευτικός από αυτούς της απέναντι πλευράς που καμώνονταν τους προοδευτικούς. Εν ολίγοις, θεωρώ τον εαυτό μου προοδευτικό, πόσω μάλλον όταν πρόοδος, και μάλιστα σημαντική για την Ελλάδα, είναι απλά να γίνουμε επιτέλους μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα.
Τι είδους επικοινωνιακή πολιτική πρέπει να χαράσσει η ΝΔ απέναντι σε έναν αντίπαλο σαν τον ΣΥΡΙΖΑ;
Θα σας πω το πρώτο σοκ που υπέστην μόλις βρέθηκα στη ΝΔ. Στη Βουλή είχε προ ημερησίας για την εγκληματικότητα και ο Αλέξης Τσίπρας επί επτά λεπτά παρουσίαζε εντυπωσιακά στοιχεία μείωσής της –π.χ. 65% στις αρπαγές τσαντών, 57% στις ληστείες στα σπίτια -, τα οποία στο Γραφείο Τύπου μάς αιφνιδίασαν πλήρως, γιατί βέβαια είχαμε κάνει και εμείς την έρευνά μας. Οταν επιστρέψαμε, ανακαλύψαμε ότι ο Πρωθυπουργός είχε το θράσος να λέει εν γνώσει του ωμά ψέματα, καθώς αντιπαρέβαλλε το 2016 με το πρώτο εξάμηνο του 2017! Δηλαδή εμφάνιζε ως επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ ότι σε έξι μήνες έγιναν λιγότερα εγκλήματα απ’ ό,τι σε δώδεκα. Γιατί φέρνω αυτό το παράδειγμα; Γιατί τότε συνειδητοποίησα –και εκ των έσω πλέον –ότι οι άνθρωποι που μας κυβερνούν όχι μόνο δεν παίζουν το παιχνίδι της πολιτικής με κανόνες, αλλά είναι κατά κυριολεξία αδίστακτοι. Πιστέψτε με όμως, στο μέτρο που συνδιαμορφώνω πλέον την επικοινωνιακή πολιτική της ΝΔ, δεν είμαι της άποψης να γίνουμε όμοιοί τους. Θα είναι ακόμη μεγαλύτερη η χαρά μου για την επικείμενη νίκη της ΝΔ, γιατί θα είναι ίσως η πρώτη φορά που ένα κόμμα θα αναλάβει την εξουσία με τη θετική ψήφο των πολιτών και λέγοντάς τους μόνο την αλήθεια.
Η ανανέωση του γαλάζιου στελεχικού δυναμικού είναι ένας διακηρυγμένος εδώ και καιρό στόχος. Νέα πρόσωπα, ωστόσο, δεν βλέπουμε. Γιατί;
Δεν με θεωρείτε νέο; Είμαι μόλις 49, ούτε καν 50. Αστειεύομαι. Η μεγάλη δυσκολία να αναδειχθούν νέα πρόσωπα οφείλεται στην τάση των καναλιών να καλούν μόνον αναγνωρίσιμα στελέχη για λόγους τηλεθέασης. Θεωρώ δε εξαιρετικά προβληματικό το γεγονός ότι εδώ και δύο χρόνια δεν υπάρχει ούτε μία πολιτική εκπομπή σε ζώνη υψηλής τηλεθέασης στα εναπομείναντα μεγάλα κανάλια. Διότι σε αυτές –αν το σκεφτείτε –αναδεικνύονταν παλιότερα οι νέοι
πολιτικοί που είχαν κάτι καινούργιο να πουν. Αλλά, πιστέψτε με, θα υπάρχουν δεκάδες νέα πρόσωπα με φρέσκες ιδέες στα ψηφοδέλτια της ΝΔ. Λίγη υπομονή χρειάζεται για να τα γνωρίσετε. Και λέω «λίγη», γιατί οι εκλογές δεν θα αργήσουν.