Η Γεκατερίνα Μαμάι είναι μόλις 20 χρόνων, φοιτήτρια δημοσιογραφίας. Ξέρει καλά πως ο Τύπος στη χώρα της, τη Ρωσία, δεν έχει ελευθερία. Τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης, λέει, πουλάνε το ρεπορτάζ τους σε όποιον δίνει περισσότερα και η κρατική τηλεόραση αναμεταδίδει την κυβερνητική προπαγάνδα. Η ίδια ενημερώνεται από το Meduza, ένα ρωσόφωνο δίκτυο με έδρα τη Λετονία που ασκεί συχνά έντονη κριτική στον Βλαντίμιρ Πούτιν. Κι όμως, τον Πούτιν σκοπεύει να ψηφίσει αύριο. Αυτό είναι το παράδοξο της γενιάς της. Η πλέον συνδεδεμένη διεθνώς γενιά στη ρωσική ιστορία με τη μεγαλύτερη πρόσβαση στην πληροφορία βοηθάει τώρα τον ρώσο πρόεδρο να εδραιώσει τον αυταρχισμό του.
Υπάρχουν βέβαια και νέοι που βγαίνουν στους δρόμους. Νέοι ήταν οι περισσότεροι συμμετέχοντες στις περσινές διαδηλώσεις υπέρ του Αλεξέι Ναβάλνι. Οπως έγραψαν ωστόσο πρόσφατα για το European Council on Foreign Relations δύο πολιτικοί επιστήμονες, ο Ιβάν Κράστεφ και ο Γκλεμπ Παβλόφσκι, «αντίθετα με τις δυτικές φαντασιώσεις, οι Ρώσοι κάτω των 25 χρόνων είναι μεταξύ των πλέον συντηρητικών και φιλοπουτινικών ομάδων της χώρας».
Οι ιστορίες της Γεκατερίνα, του Ντμίτρι και του Πάβελ προσφέρουν μια εξήγηση. Και οι τρεις ζουν στο Κουργκάν, μία πόλη 300.000 κοντά στα σύνορα με το Καζαχστάν, στην τροχιά του Υπερσιβηρικού Σιδηρόδρομου. Η Γεκατερίνα θυμάται τη γιαγιά της να λέει πως τη δεκαετία του 1990 πριν ανέλθει ο Πούτιν στην εξουσία, η ανομία στο Κουργκάν ήταν τέτοια που αθώοι άνθρωποι μπορούσαν να χάσουν τη ζωή τους μόνο και μόνο επειδή είχαν καθήσει στη λάθος θέση στο λεωφορείο ή στον κινηματογράφο. Αργότερα, ο (πυροσβέστης) πατέρας της είπε στον παππού της, «ζω καλύτερα από σένα, και ελπίζω ότι τα παιδιά μου θα ζήσουν καλύτερα από μένα». Την ίδια ελπίδα έχει και η Γεκατερίνα. «Θα υπάρξουν πιθανότατα μικρές, μικρές βελτιώσεις. Αλλά είναι καλύτερα από το να πάρει την εξουσία κάποιος που δεν θα μπορεί να τα κρατάει όλα σε ισορροπία».
«Να φύγουν και να το βουλώσουν»: αυτή την απάντηση έδωσε ο βρετανός υπουργός Αμυνας Γκάβιν Ουίλιαμσον όταν ρωτήθηκε, προχθές, τι αντίποινα ανέμενε από τους Ρώσους για τις κυρώσεις που είχε ανακοινώσει μία ημέρα νωρίτερα η Τερίζα Μέι. «Διανοητικά ανίκανο» τον αποκάλεσε κατόπιν αυτού το ρωσικό υπουργείο Αμυνας. «Ισως να στερείται παιδείας, δεν ξέρω» ήταν το συγκαταβατικό σχόλιο του ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ. Ενα επεισόδιο χαρακτηριστικό της πρωτοφανούς, για τις τελευταίες δεκαετίες, κρίσης στην οποία βύθισε τις σχέσεις της Ρωσίας με τη Βρετανία, αλλά και τους συμμάχους αυτής, η απόπειρα δολοφονίας του ρώσου πρώην πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ με έναν νευροτοξικό παράγοντα σοβιετικής παρασκευής, στο Σόλσμπερι της Αγγλίας, στις 4 Μαρτίου. Η Μόσχα βέβαια ούτε να «φύγει» σκοπεύει ούτε να «το βουλώσει». Εχει επανειλημμένως καταστήσει σαφή την πρόθεσή της να απαντήσει στην απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να απελάσει 23 διπλωμάτες της, το 40% του δυναμικού της ρωσικής πρεσβείας στο Λονδίνο, να παγώσει τις διμερείς σχέσεις υψηλού επιπέδου, να υποβαθμίσει τη συμμετοχή της στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου που θα διεξαχθεί το καλοκαίρι στη Ρωσία. «Φυσικά και θα το κάνουμε» απάντησε χθες με ένα χαμόγελο ο Λαβρόφ όταν ρωτήθηκε αν η Ρωσία σχεδιάζει να απελάσει βρετανούς διπλωμάτες από τη Μόσχα.
Από τον υπουργό Εξωτερικών και τον πρεσβευτή στο Λονδίνο μέχρι την κρατική τηλεόραση και τα σόσιαλ μίντια, οι Ρώσοι έχουν υπάρξει λαλίστατοι στην προσπάθειά τους να αρνηθούν κάθε εμπλοκή στο έγκλημα που διαπράχθηκε στο Σόλσμπερι, να παρουσιάσουν τη Βρετανία ως μια μετααποικιακή δύναμη που έχει κλονιστεί από το Brexit ή και να υπαινιχθούν πως η επίθεση ήταν μια προβοκάτσια του ίδιου του Λονδίνου ώστε να εξάψει αντιρωσική υστερία. Εκείνος που έχει μιλήσει ελάχιστα είναι ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο ρώσος πρόεδρος άκουσε την Τετάρτη την Τερίζα Μέι να τον κατηγορεί ευθέως για παράνομη χρήση κρατικής ισχύος εναντίον της Βρετανίας. Και την Πέμπτη, τη βρετανίδα πρωθυπουργό από κοινού με τους ομολόγους της από το Παρίσι, το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον να τον κατηγορούν από κοινού ότι απειλεί «την ασφάλεια όλων μας». Την ίδια ημέρα, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε νέες κυρώσεις εις βάρος 19 Ρώσων και πέντε ρωσικών φορέων, δείχνοντας να σκληραίνει τη στάση της έναντι της Μόσχας, παρά τις αντιστάσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Το πιθανότερο, δήλωσε χθες ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον, είναι πως ήταν ο ίδιος ο Πούτιν που πήρε την απόφαση να χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά μεταπολεμικά σε ευρωπαϊκό έδαφος νευροτοξικός παράγοντας. Μην περιμένετε ούτε απολογίες ούτε καμία σοβαρή συζήτηση από τη Μόσχα, προδίκαζαν τις προάλλες οι «New York Times». Το μπαράζ των κατηγοριών που δέχεται όχι μόνο δεν πλήττουν τον Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά ενισχύουν τη θέση του ότι η Ρωσία είναι ένα πολιορκούμενο οχυρό υπό συνεχή απειλή –και την εικόνα του ως ενός ατρόμητου υποστηρικτή του έθνους, έτοιμου να κάνει τα πάντα ώστε να επιβεβαιώσει το στάτους της Ρωσίας ως μιας μεγάλης δύναμης, την οποία πρέπει κανείς να φοβάται.
Η αμερικανική κυβέρνηση κατηγόρησε την Πέμπτη ευθέως τη Ρωσία ότι βρίσκεται πίσω από μια σειρά κυβερνοεπιθέσεων εις βάρος αμερικανικών και ευρωπαϊκών πυρηνικών εργοστασίων καθώς και συστημάτων ύδρευσης και ηλεκτροδότησης, επισημαίνοντας πως θα μπορούσε να σαμποτάρει ή να κλείσει πυρηνικά εργοστάσια κατά βούληση.