Είναι κοινά παραδεκτό πως το σύγχρονο βρετανικό θέατρο μαζί με το ιρλανδικό είναι σήμερα μια πράγματι εξαίσια πνευματική παρακαταθήκη. Βέβαια, από την εποχή του Σαίξπηρ έως σήμερα η αγγλική γλώσσα και με την αμερικανική εκδοχή της έχει προικίσει τη θεατρική μας εμπειρία με πλούσιο στοχασμό και πάμπλουτη πινακοθήκη χαρακτήρων. Ο,τι ονόμαζε ο Αριστοτέλης στην «Ποιητική» Ηθος και Διάνοια, δύο από τα συστατικά στοιχεία της μιμητικής πράξεως ζώντων και ου δι’ απαγγελίας, είναι πράγματι στην αγγλική τους ιθαγένεια ορυχείο σπάνιων μετάλλων.
Εκείνο πάντως που θέλω να τονίσω είναι πως μετά τη δεκαετία του ’50 στον αιώνα μας η αγγλική ευρωπαϊκή δραματουργία απογειώθηκε κυρίως όταν κάποια στιγμή απαλλάχτηκε και από τον θεσμό του Λόρδου Λογοκριτή, φοβερό κατάλοιπο της συντηρητικής εκείνης βασίλισσας του 19ου αιώνα Βικτωρίας. Εκείνη η άνασσα είχε σχεδόν απαγορεύσει ν’ ακούγονται στο θέατρο εκτός των άλλων πολιτικών και κοινωνικών στρεβλώσεων ακόμη και οι επιστημονικοί όροι της γενετήσιας πράξης. Λες και οι άνθρωποι δεν είχαν όργανα, ορέξεις, επιθυμίες, ορμές και δεν αναφέρομαι στις ερωτικές παρεκκλίσεις ή τις διαστροφές. Για τη βασίλισσα Βικτωρία τα παιδιά, φαίνεται, τα έφερνε πάντα ο πελαργός.
Οταν λοιπόν με μια γενναία, σχεδόν επαναστατική ενέργεια καταργήθηκε ο Λόρδος με το ψαλίδι, άνθησε μια δραματουργία, προς Θεού, όχι σεξουαλική ή πορνογραφική, αλλά ελεύθερη από μεσαιωνικές προτεσταντικές προκαταλήψεις.
Ηταν η εποχή που η Βρετανία είχε πλέον περιοριστεί στα ευρωπαϊκά νησιωτικά της σύνορα. Χωρίς Ινδίες, Κεϋλάνη, Αίγυπτο, Καναδά, Κύπρο κ.τ.λ. Χωρίς αφρικανικές αποικίες, σχεδόν γυμνή, είδε τον εαυτό της στον καθρέφτη και οι συγγραφείς της κυρίως στο θέατρο κατέγραψαν αυτήν τη γύμνια, όχι ως έλλειψη, αλλά ως άλλο πλούτο, πλούτο αυτογνωσίας, ειλικρίνειας, εξομολόγησης και απολογίας. Ιδίως απολογίας! Είδαν τις αμαρτίες μιας αποικιακής δυναστικής αυτοκρατορίας, τον αυταρχισμό των θεσμών, τα οικονομικά και κοινωνικά σύνδρομα μιας καταλήστευσης του πλούτου των εθνών (τίτλος αυτός ενός μεγάλου δικού τους οικονομολόγου) και την επιβολή κανόνων και ηθών που ταπείνωναν τους ιθαγενείς άλλων κλιμάτων, γλωσσών, θρησκευτικών πίστεων, όπως συνέβη στην εξουθένωση των Αβοριγίνων στην Αυστραλία.
Μετά το ’50 το αγγλικό θέατρο λειτούργησε σαν φροϊδικό ντιβάνι και εξέθεσε στις σκηνές του παγκόσμιου θεάτρου την Ανάλυση ενός συστήματος που ένιωθε την ανάγκη να απεξαρτηθεί από την αλαζονεία του ιμπεριαλιστή αποικιοκράτη.
Ετσι άρχισαν να επιπλέουν όλα τα βαρίδια που είχαν σκεπαστεί από τα ρείκια του βυθού και τη λάσπη των αιώνων.
Ηταν τόση η λάσπη, που εμπόδιζε το σύστημα να αναγνώσει τα σήματα που εξέπεμπαν μελετητές του συστήματος που θεμελίωσαν καινοφανείς και επαναστατικές νέες προσεγγίσεις του ανθρώπινου, ατομικού και κοινωνικού πεδίου. Σκεφτείτε πως ο Μαρξ και ο Φρόιντ στο Λονδίνο μελέτησαν και εξεπόνησαν τα τελικά τους συμπεράσματα.
Στην Αγγλία κατέφυγε ο Βίκτωρ Ουγκώ κυνηγημένος στη χώρα του, εξόριστος από τη συντήρηση, και η Αγγλία είναι που απώθησε και τον Ναπολέοντα και τον Χίτλερ. Αντιφατική κοινωνία. «Σκότωσε» τον Οσκαρ Ουάιλντ και ίδρυσε με τον Μπέρναρντ Σο τις πρώτες σοσιαλιστικές λέσχες.
Αν επεξέτεινα σε τόσο ευρύ πλαίσιο αυτόν τον πρόλογο, είναι διότι μόνο με την κατανόηση αυτών των δεδομένων θα διαβάσουμε και θα δούμε στη σκηνή τη βαθιά τομή που έκανε η σύγχρονή τους δραματουργία στο σώμα και στον ψυχισμό μιας πρώην υπερφίαλης γηραιάς και σνομπ κυρίας. Από τα «Οργισμένα νιάτα» του Οσμπορν που εγκαινίασαν την αυτοκριτική ενός αυταρχικού συστήματος έως τον «Φεγγίτη» του Χέαρ που παίζεται, πάλι τώρα, στο θέατρο Εμπορικόν, το βρετανικό και ιρλανδικό και το σκωτσέζικο θέατρο είναι το σημαντικότερο πνευματικό προϊόν των δύσκολων καιρών που περνάμε.
Στον «Φεγγίτη» ο αξιολογότατος συγγραφέας (είναι ο ίδιος που έχει γράψει το έργο «Πράβντα», το οποίο ανέβασε το Θέατρο Τέχνης πριν από χρόνια και που εξευτέλισε την υποκρισία του σοβιετικού καθεστώτος, το οποίο στους Ολυμπιακούς Αγώνες εξαφάνισε τις πόρνες και καθοδήγησε τον Τύπο εξαγιάζοντας τον αυταρχισμό του καθεστώτος που σε λίγο κατέρρευσε).
Στον «Φεγγίτη», μέσα από την προσωπική και ιδιωτική ιστορία δύο πρώην εραστών (η γυναίκα είχε σχέση εργασιακής εξάρτησης από τον πλούσιο παντρεμένο άντρα), σε ένα κείμενο έξοχης θεατρικής ευφράδειας, ευκρίνειας και ειλικρίνειας, αναλύονται όλα τα σύνδρομα εξάρτησης, δουλείας, εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και τα δύο μέρη έχουν και τις τακτικές και τις στρατηγικές επίθεσης, άμυνας, προσποίησης, υπονόμευσης και υποκρισίας, έτσι ώστε ο θεατής να αμφιταλαντεύεται για το ποιος έχει τη θέση του θύτη ή του θύματος. Πόσο θύμα είναι ένα κορίτσι που έχει προσληφθεί ως εργαζόμενη σε επιχείρηση ενός ισχυρού επιχειρηματία που η γυναίκα του εξελίσσεται σε ανίατη ασθενή, συνάπτει μακροχρόνια σχέση, ερωτική, μαζί του και τον εγκαταλείπει όταν εκείνος προθυμοποιείται να χωρίσει την άρρωστη και να την παντρευτεί. Μια ερωμένη που νοιάζεται για τη συζυγική ευτυχία του εραστή της! Και πόσο ηρωισμό ή ενοχές έχει η περαιτέρω πορεία της όταν αφιερώνεται στην εκπαίδευση μεταναστών σε λαϊκές συνοικίες.
Και από την άλλη, πόσο θύμα είναι ένας επιτυχημένος καπιταλιστής που χάνει –και δεν έχει τρόπο διαχείρισης –την ερωτική επιχείρηση και τον χειρισμό του ερωτικού κεφαλαίου και την αυθεντία της αρρενωπής περιουσίας.
Και τα δύο πρόσωπα του έργου, ο καπιταλιστής και η πληβεία, διαχειρίζονται με μαεστρία το διαθέσιμο ο καθένας κεφάλαιο στο πεδίο του κρεβατιού.
Αλλά υπάρχει και ένα άλλο πρόσωπο – θύμα χωρίς ελπίδα μεταλλαγής. Ενα παιδί που απαξιώνεται από τον αυταρχικό πατέρα και βρίσκει καταφύγιο στην ενοχική ερωμένη που χρειάζεται ένα επιχείρημα για να παρουσιάσει ως θυσία τη μακροχρόνια θητεία ως θύτης.
Ο Χέαρ έγραψε ένα έργο που μας αφορά όλους γιατί είναι τυπικό ψυχογράφημα του ενιαίου και επαναλαμβανόμενου τρόπου ζωής που βιώνουμε με όλα τα πανομοιότυπα ενοχικά του σύνδρομα. Χωρίς καμία αμφιβολία, βλέποντας το έργο του Χέαρ δεν περιορίζεις τα σχόλια σε μια ειδική περίπτωση μιας στρεβλής σχέσης.
Φεύγεις με την εντύπωση πως γνωρίζεις τον κύριο αίτιο της αρρώστιας, αρρώστιας πολιτισμικής με αίτια οικονομικά και κυρίως δομικά ενός συστήματος που σαν το αρχαίο μυθικό τέρας αλλάζει συνεχώς μορφή. Στο θέατρο Εμπορικόν η Μιρέλλα Παπαοικονόμου μετέφρασε το κείμενο αριστουργηματικά και ως νόημα και ως ρυθμό, αγχώδες, επιθετικό και ενοχικό. Η Σμαραγδή (σκηνικό) έκανε εξαίσια δουλειά και η Κοντοδήμα (κοστούμια) θεατρική αισθητική. Ο Μίνως Μάτσας εξελίσσεται συνεχώς σε θεατρικό συνθέτη ουσίας και όχι συνοδείας εντυπώσεων. Ο Γιάνναρος φώτισε με ευαισθησία τον χώρο ακολουθώντας τις εντάσεις του λόγου και τις σιωπές.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης συνεχώς επιβεβαιώνει τη διαπίστωση πως σκηνοθετεί ανθρώπους, αισθήματα, ψυχισμό, ρυθμούς και όχι σαλτιμπάγκους και ζογκλέρ. Δάσκαλος βάθους χαρακτήρων και ιδεών.
Ο Καταλειφός έξοχος κυρίως όταν προσπαθεί να καμουφλάρει την έπαρση του κυνηγού.
Η Λουκία Μιχαλοπούλου κάθε φορά μάς εκπλήσσει ξεπερνώντας τον πήχη. Ηθοποιός ουσίας και κάθε κύτταρο του σώματός της δονείται από έναν τέλειο έλεγχο του μυϊκού και του νευρικού της συστήματος. Ο νεαρός Μιχάλης Πανάδης έχει μια άνεση σκηνική που προϋποθέτει μελέτη και άσκηση όπου λείπει η πείρα.

Μετάφραση:

Μιρέλλα Παπαοικονόμου

Σκηνοθεσία:

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης

Σκηνικά:

Αθανασία Σμαραγδή

Κοστούμια:

Μαρία Κοντοδήμα

Mουσική:

Μίνως Μάτσας

Ερμηνείες:

Δημήτρης Καταλειφός, Λουκία Μιχαλοπούλου, Μιχάλης Πανάδης

Πού:

Θέατρο Εμπορικόν, Σαρρή 11, Ψυρή, τηλ. 210-3211.750