Η εργαστηριακή διάγνωση της νόσου από στρεπτόκοκκο κρίνεται απαραίτητη. Και αυτή μπορεί να γίνει με δύο τρόπους:
Α) Το strep-test: είναι ένα γρήγορο και απλό τεστ που χρησιμοποιεί επίχρισμα από τον φάρυγγα και τις αμυγδαλές. Η απάντηση δίνεται σε 10 λεπτά.
Μετά τη χορήγηση του αντιβιοτικού και εφόσον υποχωρήσουν τα συμπτώματα, τα παιδιά μπορούν να επιστρέψουν στο σχολείο 48 ώρες μετά την έναρξη της θεραπείας, οπότε παύει να μεταδίδεται το μικρόβιο ενώ η θεραπεία συνεχίζεται κανονικά.
Οσον αφορά το σχολικό περιβάλλον, όπου μεγάλος αριθμός παιδιών έρχεται σε πολύ στενή επαφή, το ποσοστό της φορείας μπορεί να είναι 5%-15% σε μη επιδημικές περιόδους και έως 50% σε επιδημικές. Δεν ενδείκνυται όμως το κλείσιμο και η απολύμανση των σχολείων.
Μετά τη λοίμωξη ο οργανισμός έχει για κάποιο καιρό αντισώματα, αλλά δεν διαρκούν για πάντα. Ετσι μπορεί το παιδί να ξανανοσήσει στο μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση δεν υποτιμούμε ποτέ κανένα πονόλαιμο. Πολλές φορές, δε, το μοναδικό σύμπτωμα μπορεί να είναι ο πυρετός χωρίς έντονο πονόλαιμο και αυτό γιατί η συχνή χορήγηση αντιπυρετικών στα παιδιά λειτουργεί και ως παυσίπονο και έτσι παύουν να διαμαρτύρονται.
Οι έμετοι και οι εκδηλώσεις από το γαστρεντερικό είναι παραπλανητικά πολλές φορές συμπτώματα που μπορεί να αποδοθούν αρχικά σε γαστρεντερίτιδα και καθώς τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν μαζί με τον πυρετό μπορεί μια στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα να παραμείνει αδιάγνωστη.
Ομως σε σπάνιες περιπτώσεις ο στρεπτόκοκκος ευθύνεται για σοβαρές επιπλοκές. Μία έως τέσσερις εβδομάδες έπειτα από στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα ή οστρακιά –εφόσον δεν χορηγηθεί θεραπεία –μπορεί, σπάνια, να εμφανισθούν οξεία σπειραματονεφρίτιδα ή ρευματικός πυρετός. Οι επιπλοκές αυτές είναι συνέπεια μιας μη ανεπιθύμητης απάντησης του ανοσιακού συστήματος σε λοιμώξεις από στρεπτόκοκκο σε άτομα με γενετική προδιάθεση.
Ο ρευματικός πυρετός εμπλέκει συμπτώματα από τις αρθρώσεις, από την καρδιά με προσβολή των βαλβίδων της και από το νευρικό σύστημα (ευθύνεται ακόμη και για νευροψυχιατρικές εκδηλώσεις).
Αντίστοιχα, η σπειραματονεφρίτιδα, χωρίς κατάλληλη αντιμετώπιση, μπορεί να καταλήξει σε νεφρική ανεπάρκεια. Είναι δε πολύ εύκολο να περάσει απαρατήρητη στα αρχικά της σταδια καθώς δεν εμφανίζει ειδικά συμπτώματα και οι πρώτες ενδείξεις μπορεί να είναι τυχαία ευρήματα σε γενική εξέταση ουρών.