Πρόταση να κινηθεί άμεσα η κοινοβουλευτική διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, «χωρίς περαιτέρω εξωθεσμικούς και παρακοινοβουλευτικούς πειραματισμούς» ανακοίνωσε η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά.
Σε δήλωσή της η κ.Γεννηματά αναφέρει ότι είναι αναγκαίο να γίνουν σημαντικές τομές στο πολιτικό σύστημα, καθώς υπάρχει πλέον μια ευρύτερη αναγνώριση της ανάγκης να αναθεωρηθεί το Σύνταγμα, ώστε να γίνει πιο λειτουργικό, ορθολογικό και ανθεκτικό.
Η πρόταση απευθύνεται στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση, οι οποίες καλούνται να τοποθετηθούν πάνω σε συγκεκριμένες προτάσεις και να αποσαφηνίσουν τις θέσεις και προθέσεις τους. «Εμείς εμμένουμε στις θέσεις μας για ένα συναινετικό, αντιπροσωπευτικό, αληθινά δημοκρατικό πολιτικό σύστημα» σημειώνει η κ. Γεννηματά.
Προσθέτει: «Είμαστε πεπεισμένοι πως δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία, τουλάχιστον ορισμένες συνταγματικές διατάξεις που προκαλούν σοβαρές θεσμικές δυσλειτουργίες να τροποποιηθούν με αφετηρία την παρούσα Βουλή, παρά την εύλογη δυσπιστία και τα ερωτηματικά που προκαλούν οι ως τώρα κυβερνητικοί χειρισμοί στο θέμα».
Οι προτάσεις του Κινήματος αφορούν την καθιέρωση σταθερού εκλογικού κύκλου, την κατάργηση σειράς προνομίων του πολιτικού συστήματος, την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, την ενδυνάμωση των ανεξάρτητων Αρχών, την εμπέδωση της διαφάνειας στη χρηματοδότηση των κομμάτων και τέλος την ίδια την αλλαγή της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματος.
Εγκρίθηκαν από το συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής και τέθηκαν σε επεξεργασία από Επιτροπή, την οποία συντόνισε ο Δημήτρης Τσιόδρας από «Το Ποτάμι» σε συνεργασία με τον πρωην γγ του υπουργείου Δικαιοσύνης Ν. Κανελλόπουλο. Καθοριστικά συνέβαλα, μεταξύ άλλων, οι καθηγητές Ν. Αλιβιζάτος, Ξ. Κοντιάδης, Χ. Ανθόπουλος, Λ. Μήτρου, Γ. Βούλγαρης, και ο πρώην αντιεισαγγελέας Βασίλης Μαρκής.
Οι προτάσεις του Κινήματος Αλλαγής είναι:
(Για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας)
– Χρειάζονται θεσμικά αντίβαρα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανισορροπία που προέκυψε από τη θεσμική υπερ-ενίσχυση του πρωθυπουργού. Προτείνεται λελογισμένη ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας για να εξισορροπηθεί το πλήρως πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο.
– Ο Πρόεδρος να έχει τη δυνατότητα να συγκαλεί με πρωτοβουλία του το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών, το οποίο από άτυπο αποκτά θεσμικό χαρακτήρα.
– Να μπορεί να ορίζει τους προέδρους των ανεξάρτητων Αρχών από κατάλογο που προτείνει η Βουλή.
– Να επιλέγει την ηγεσία της Δικαιοσύνης από κατάλογο που έχει σταλεί στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής από τις ολομέλειες των Ανωτάτων Δικαστηρίων κι έχει αξιολογηθεί επίσης από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(Για σταθερό εκλογικό κύκλο)
Α – Η εκλογολογία που ξεκινάει σχεδόν την επομένη των εκλογών, δημιουργεί μόνιμο κλίμα πολιτικής αβεβαιότητας. Δύο από τους πιο σημαντικούς λόγους πρόωρης προσφυγής στις κάλπες αποτελούν η εκλογή ΠτΔ και η καταχρηστική εφαρμογή της πρόβλεψης του Συντάγματος περί αντιμετώπισης «εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας» για τη διάλυση της Βουλής. Γι αυτό, προκειμένου να ενισχυθεί το κλίμα πολιτικής σταθερότητας, προτείνεται: Η μείωση, στις 160, των ψήφων που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, αντί για 180 που απαιτούνται σήμερα. Σε περίπτωση που δεν εξασφαλίζονται οι 180 ψήφοι στην τρίτη ψηφοφορία θα μπορούσε να προβλεφθεί παράταση της θητείας του νυν Προέδρου για έναν χρόνο, ώστε να έχουν διαμορφωθεί άλλες συνθήκες. Σε περίπτωση που ούτε τότε σχηματίζεται πλειοψηφία 180, να απαιτούνται 160 ψήφοι για την εκλογή ΠτΔ στην τρίτη ψηφοφορία. Επίσης, εναλλακτικά προτείνεται η διαμόρφωση ειδικού εκλεκτορικού σώματος.
Β) – Η διάλυση της Βουλής και η πρόωρη προσφυγή σε εκλογές από την κυβέρνηση επικαλούμενη την ανάγκη αντιμετώπισης «εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας», να αποφασίζεται από τη Βουλή με πλειοψηφία 3/5. Η κυβέρνηση πρέπει να εμφανιστεί ενώπιον της Βουλής και να εξηγήσει για ποιον λόγο συντρέχουν οι λόγοι διάλυσής της και ζητώντας ενισχυμένη πλειοψηφία γι αυτό. Έτσι θα είναι πιο δύσκολη η κατάχρηση του συγκεκριμένου άρθρου.
(Για κατάργηση προνομίων του πολιτικού συστήματος)
Καταργούνται προνόμια του πολιτικού συστήματος. Το άρθρο 86, «περί ευθύνης υπουργών» είναι καιρός να αλλάξει, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα, όπως τα πρόσφατα. Δημιουργείται δικαστικό συμβούλιο ανώτατων δικαστών από τον Άρειο Πάγο και το ΣτΕ με κλήρωση, το οποίο κρίνει αν μια υπόθεση που αφορά πολιτικό πρόσωπο πρέπει να παραπεμφθεί στη Βουλή κι όχι η παραπομπή να γίνεται «αμελλητί». Η Βουλή με απλή πλειοψηφία αποφαίνεται για παραπομπή σε δίκη. Για τους υπουργούς καταργούνται οι ειδικές προβλέψεις παραγραφής και ισχύουν οι ίδιοι κανόνες παραγραφής με εκείνους των υπολοίπων πολιτών.
Επίσης, αναθεωρείται το άρθρο 62 που παρέχει ασυλία στους βουλευτές. Οι βουλευτές να μη διαθέτουν ασυλία αυτοδικαίως, ακόμη και όταν κατηγορούνται για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου. Μπορούν να προσφεύγουν και να ζητούν προστασία της Βουλής μόνον όταν θεωρούν ότι η δίωξή τους είναι πολιτική ή καταχρηστική.
(Για μη κρατικά πανεπιστήμια)
Αναθεώρηση του άρθρου 16, ώστε να δίνεται η δυνατότητα ίδρυσης ΑΕΙ μη κρατικών. Πανεπιστημίων σοβαρών κι αξιόπιστων, με διαδικασίες αυστηρής πιστοποίησης, ελέγχου και διαρκούς αξιολόγησης, ώστε να τελειώσει η απαράδεκτη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί σήμερα με τα «κατ΄ ευφημισμόν» πανεπιστήμια.
(Για ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης με αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας της)
Η ηγεσία της Δικαιοσύνης επιλέγεται από κατάλογο προσώπων που προτείνεται από το κάθε Ανώτατο Δικαστήριο. Ο κατάλογος συζητείται στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής και στη συνέχεια στο Υπουργικό Συμβούλιο και κατατίθεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος επιλέγει από αυτόν.
(Για τροποποίηση του τρόπου στελέχωσης των ανεξάρτητων Αρχών)
Αλλαγή της απαιτούμενης πλειοψηφίας για τη στελέχωση των ανεξάρτητων Αρχών στα 3/5, όχι πια της Διάσκεψης των Προέδρων, αλλά της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. H επιλογή του προέδρου των ανεξάρτητων Αρχών γίνεται από τον ΠτΔ από κατάλογο που προτείνει η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.
(Για ενίσχυση της θεσμικής λειτουργίας)
Ενίσχυση της παρουσίας μόνιμων αξιοκρατικά επιλεγμένων στελεχών και ειδικών στην κυβερνητική και κρατική πυραμίδα. Ανοικτές, διαφανείς και αξιοκρατικές προσκλήσεις ενδιαφέροντος για πλήρωση θέσεων με αυξημένη ευθύνη (γενικοί γραμματείς υπουργείων, πρόεδροι οργανισμών, σύμβουλοι και ειδικοί σύμβουλοι). Ασυμβίβαστο μεταξύ κομματικών αξιωμάτων και δημόσιων λειτουργιών, ειδικότερα μεταξύ της ιδιότητας του μέλους των ανώτερων οργάνων του κόμματος και έμμισθων πολιτικών θέσεων στον κυβερνητικό μηχανισμό, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αύξηση των μόνιμων θέσεων στη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού (διοικητικού προσωπικού, νομικών συμβούλων κ.λπ.), οι οποίες πρέπει να διαχωριστούν από τις πολιτικές.
(Για κρίση περί αντισυνταγματικότητας των νόμων)
Η συχνή έγερση ζητημάτων αντισυνταγματικότητας των νόμων δημιουργεί ζήτημα ασφαλείας δικαίου, ενώ υπάρχουν αποφάσεις που εγείρουν ζητήματα σοβαρότητας. Όταν το δικαστήριο καταλήξει σε κρίση περί αντισυνταγματικότητας προτείνεται να παραπέμπεται στην Ολομέλεια του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, η κρίση του οποίου να είναι δεσμευτική για όλα τα κατώτερα δικαστήρια.
(Για αλλαγή της αναθεωρητικής διαδικασίας)
Η Βουλή μπορεί να προχωρήσει στην αναθεώρηση άρθρων του Συντάγματος (εκτός από εκείνα που αφορούν στη μορφή του πολιτεύματος) με πλειοψηφία 3/5. Οι διατάξεις που αναθεωρούνται δεν μπορούν να αναθεωρηθούν ξανά πριν από την πάροδο 5ετίας.
(Για χρηματοδότηση κομμάτων)
– Ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων και των εκλογικών δαπανών ασκείται από επιτροπή υπό την προεδρία Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία συγκροτείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς. Στην επιτροπή αυτή μετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, και ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Με αυτό τον τρόπο παύουν να είναι ελέγχοντες κι ελεγχόμενοι οι πολιτικοί.
– Υποχρεωτική ηλεκτρονική ανάρτηση των οικονομικών των κομμάτων στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ.
– «Κόφτης» δαπανών σε περίπτωση υπέρβασης του προϋπολογισμού του κόμματος, ώστε να σταματήσει το φαινόμενο της δημιουργίας χρεών.
– Οι ιδιωτικές εισφορές ανω των 200 ευρώ δημοσιοποιούνται.