Ενα πολυετές τούνελ περιμένει την Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος την ώρα που τέσσερις παράγοντες αβεβαιότητας ρίχνουν βαριά σκιά στο αφήγημα της καθαρής εξόδου. Χρέος, ανεργία, κόκκινα δάνεια και πελατειακή λογική στο Δημόσιο με διορισμούς «φίλων του υπουργού», όπως ανέφερε χθες ευρωπαίος αξιωματούχος, απαιτούν πολλά χρόνια πρόσθετων μεταρρυθμίσεων, ενώ η πολιτική δυναμική που θα προκύψει μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος εγκυμονεί κινδύνους εκτροπής της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας και των δημοσιονομικών στόχων.
Σύμφωνα με τον αξιωματούχο, η αντιμετώπιση της κληρονομιάς που αφήνει η κρίση στην ελληνική οικονομία μπορεί να απαιτήσει πολλά χρόνια ενώ είναι γνωστή η θέση που κυριαρχεί στους κόλπους των δανειστών για την ανάγκη συνέχισης ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων σε ορίζοντα πέντε έως και δέκα ετών.
Στα βραχυχρόνια μέτωπα την ίδια ώρα, έκθεση της Goldman Sachs καταγράφει τέσσερις εστίες εκκρεμοτήτων και ειδικότερα την ελάφρυνση χρέους σε συνάρτηση με την παραμονή του ΔΝΤ, τη λίστα των 88 προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης, τη μεταμνημονιακή επιτήρηση και ενδεχόμενη προληπτική γραμμή πίστωσης, που εμποδίζουν την επικύρωση του σεναρίου της καθαρής εξόδου.
ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΕΟΣ. Οι δανειστές διαφωνούν μεταξύ τους με αιχμή τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους ενώ το ΔΝΤ συντηρεί τη διπλή πίεση σε κυβέρνηση και Ευρωπαίους, αξιώνοντας ταυτόχρονη περικοπή του αφορολογήτου και των συντάξεων από το 2019. Πηγές της Κομισιόν απορρίπτουν ως μη αναγκαίο ένα τέτοιο σενάριο.
Η άποψη η οποία έχει μορφοποιηθεί στους κόλπους της Κομισιόν και αναδεικνύεται με κάθε ευκαιρία είναι πως το μεταμνημονιακό περιβάλλον δεν θα πρέπει να έχει τον χαρακτήρα ενός νέου προγράμματος ούτε να μοιάζει με Μνημόνιο. Μια τέτοια προοπτική ή ενδεχόμενη υποχρεωτική λήψη προληπτικής γραμμής πίστωσης εκτιμάται πως θα μπορούσε να προκαλέσει πολιτική αστάθεια στη χώρα. Τις αποφάσεις όμως δεν τις λαμβάνει μόνη η Κομισιόν.
Ενα σενάριο λάιτ εποπτείας και δεσμεύσεων θεωρείται βέβαιο πως θα προκαλούσε έντονες διαφωνίες στους κόλπους των κρατών-μελών το επόμενο δίμηνο, ιδίως εάν προχωρήσει ο σχεδιασμός πρόσθετων ελαφρύνσεων στο χρέος. Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ έχει διαμηνύσει άλλωστε πως ενδεχόμενες νέες ελαφρύνσεις στο χρέος απαιτούν μια νέα συμφωνία και επομένως νέες πρόσθετες δεσμεύσεις.
Παρότι οι διαπραγματεύσεις για χρέος, εποπτεία, δεσμεύσεις και γραμμές χρηματοδότησης δεν έχουν μπει στην τελική ευθεία, έχουν ήδη καταγραφεί μεγάλες αποστάσεις κυρίως ανάμεσα στους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ, με το Ταμείο «να βιάζεται να επιβιβαστεί στο ελληνικό πρόγραμμα» όπως είπε χθες πηγή της Κομισιόν αλλά «χωρίς συμφωνία μέχρι τώρα». Το Ταμείο εκτός από τον διπλό πέλεκυ των «μεταρρυθμίσεων» σε αφορολόγητο και συντάξεις ζητά και γενναία διευθέτηση του χρέους, η οποία μέχρι σήμερα δεν περνά από την έγκριση της ευρωζώνης.
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ. Στις παρεμβάσεις αξιωματούχων που εμπλέκονται με το ελληνικό πρόγραμμα αλλά και τις αναλύσεις ξένων οίκων το τελευταίο διάστημα αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο ο πολιτικός κίνδυνος τόσο κατά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος όσο και στο μεταμνημονιακό τοπίο, όπως άλλωστε και οι λογικές πελατειακού κράτους οι οποίες είναι βαθιά ριζωμένες.
Η χθεσινή αναφορά αξιωματούχου της Κομισιόν, σύμφωνα με την οποία «δεν μπορούμε να νομοθετήσουμε την κοινή λογική», σχολιάζοντας την εν εξελίξει διαδικασία τοποθέτησης μόνιμων γενικών γραμματέων και διευθυντών στο Δημόσιο, είναι ενδεικτική των προβλημάτων που έχουν καταγραφεί κατά τη διαδικασία υλοποίησης του σχετικού προαπαιτούμενου (μόνιμοι γραμματείς και διευθυντές στο Δημόσιο πενταετούς θητείας).
«Υπάρχουν δύο τρόποι να το κάνεις. Είτε το κάνεις σωστά είτε ακολουθείς τους κανόνες στα χαρτιά και διορίζεις φίλους του υπουργού», είπε.
Με την επίκληση διαδικαστικών προβλημάτων λόγω μεγάλης εκδήλωσης ενδιαφέροντος (10.000 υποψήφιοι για 168 θέσεις), το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης έχει ζητήσει παράταση των προθεσμιών έως τον Ιούνιο και οι δανειστές συγκαταλέγουν την υλοποίηση του συγκεκριμένου προαπαιτούμενου στον κατάλογο των «επισφαλών» μέτρων.
Για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος οι δανειστές έχουν θέσει απαρέγκλιτο όρο την εκπλήρωση όλων των προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης εντός χρονοδιαγραμμάτων (τεχνική συμφωνία τον Μάιο) και η Goldman Sachs επισημαίνει τον κίνδυνο καθυστερήσεων «στο προγραμματισμένο τέλος του προγράμματος». Ενδεχόμενη τεχνική παράταση του τρίτου προγράμματος επί του παρόντος διαψεύδεται από όλες τις πλευρές.
Στην ανάλυση της αμερικανικής τράπεζας, τέλος, επισημαίνεται η αβεβαιότητα που απορρέει από την πολιτική δυναμική μετά τη λήξη του προγράμματος. «Εκλογές πρέπει να γίνουν έως τον Οκτώβριο του 2019 και πιθανό να έρθουν νωρίτερα αν η έξοδος από το πρόγραμμα γίνει βάσει του προγράμματος». Και προστίθεται: «Ενώ μια ομαλή αλλαγή κυβέρνησης είναι απίθανο να δημιουργήσει σημαντικά ρίσκα στις μετά το πρόγραμμα συμφωνίες, ένα διαιρεμένο εκλογικό σώμα και ένα Κοινοβούλιο που δεν θα οδηγεί σε κυβέρνηση μπορεί να περιπλέξει τη μεταρρυθμιστική διαδικασία και τους δημοσιονομικούς στόχους».