Η Ολγα Κνίπερ, χήρα του Αντόν Τσέχοφ, μούσα του Στανισλάφσκι και μεγάλη σταρ του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, ταξιδεύει στο Χόλιγουντ για να κατακτήσει και τον κόσμο του κινηματογράφου. Μόλις φτάνει ωστόσο στην Αμερική ξεσπάει το Κραχ του ’29 και τα σχέδιά της ανατρέπονται. Η περιπέτεια αυτή ζωντανεύει στη σκηνή του Από Μηχανής Θεάτρου με το έργο «Ο Τσέχοφ βωβός;» του Ηλία Μαρούτση. Οπως φανερώνει και ο τίτλος, η παράσταση αποτελεί ένα πείραμα όπου τα διασημότερα κείμενα του Τσέχοφ παντρεύονται με τους κώδικες του βωβού κινηματογράφου. «Αυτή η πρωτότυπη συνθήκη του έργου ήταν μια πρόκληση και μια ωραία αφορμή για να παίξουμε με τα όρια του τι είναι πιθανό, τι είναι πειστικό, ποια είναι η ιστορία και ποια η πραγματικότητα. Στο θέατρο νομίζω πως όλοι οι συγγραφείς παίζονται στις εικόνες, στις ανάσες, στις ακινησίες και ακόμα περισσότερο σε αυτά που δεν λέγονται παρά σε αυτά που λέγονται. Το κείμενο είναι ένας από τους τρόπους επικοινωνίας με το κοινό. Ομως δεν είναι ο μόνος. Υπάρχει η γλώσσα των χρωμάτων. Η γλώσσα των σκιών. Των σιωπών, της ενέργειας. Για να παίξεις Τσέχοφ δεν αρκεί να λες τα λόγια του», αναφέρει η αργεντινή σκηνοθέτρια Εσθερ Αντρέ Γκονσάλες, που ζει και εργάζεται στη χώρα μας.
ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ. Η ιστορία που ξεδιπλώνεται μπροστά στους θεατές είναι μια κωμωδία για την παράλογη εποχή που ζούμε και την ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργεί ιδίως σε περιόδους κρίσης. Γι’ αυτό και μπορεί να πάρει τη διάσταση της αλληγορίας. «Δεν έχει πρόθεση να είναι μια ιστορική ή ψυχολογική καταγραφή: κάθε ομοιότητα με τη δική μας πραγματικότητα είναι καθαρή σύμπτωση. Αντιθέτως, προβάλλεται μια άλλη πραγματικότητα –φιλοσοφική, μεταφυσική, αισθητική –που εμπεριέχει τις βάσεις του κόσμου στον οποίο ζούμε. Ο θεατής γνωρίζει τα καθημερινά γεγονότα που του προσφέρουν οι εφημερίδες και η τηλεόραση. Η παράσταση κινείται σε ένα κόσμο παράλληλο με τα ιστορικά γεγονότα, είναι ο κόσμος των ονείρων και των διαισθήσεων στις οποίες βασίζονται τα όνειρα. Η πρόθεσή μου είναι να αφηγηθώ όχι αυτό που συμβαίνει ή αυτό που συνέβη, αλλά αυτό που θα μπορούσε να συμβεί, όχι αυτό που βλέπουμε στην καθημερινή μας ζωή, αλλά αυτό που θα μπορούσαμε να δούμε. Χρησιμοποιώ τη φαντασία ως ένα μέσο εξαιρετικά πολύτιμο για να κατανοήσω καλύτερα τον κόσμο. Ισως γι’ αυτό ονειρευόμαστε, γι’ αυτό οραματιζόμαστε το μέλλον, γι’ αυτό πηγαίνουμε στο θέατρο να δούμε μυθοπλασίες», τονίζει.
Αν και η αφήγηση τοποθετείται στο 1929, συχνά τα μηνύματα που μεταφέρει, μοιάζουν σύγχρονα, καταφέρνοντας έτσι να χτίσει γέφυρες με το σήμερα. «Φανταστείτε έναν κόσμο χωρίς τέχνη, χωρίς μουσική, όπου οι ποιητές χάνουν τη φωνή τους. Παιχνίδι με μια άλλη κρίση, που συμβαίνει σε άλλη ήπειρο, σε άλλη εποχή. Αυτό μου επέτρεψε να κρατήσω απόσταση και ελευθερία σε σχέση με τη δική μας πραγματικότητα, την τόσο κοντινή, την τόσο επώδυνη. Το να ανταποκριθώ στην πρόκληση που μου απηύθηνε ο Ηλίας –το αμάλγαμα του οικονομικού κραχ του 1929 με τον «Γλάρο», τις «Τρεις αδελφές», τον «Θείο Βάνια» και τον «Βυσσινόκηπο». Τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή κανένα έργο δεν περιορίζεται στα όρια και στο πλαίσιό του», καταλήγει η δημιουργός.
«Ο Τσέχοφ βωβός;», κάθε Σάββατο και Κυριακή στο Από Μηχανής Θέατρο (Ακαδήμου 13, Κεραμεικός, τηλ. 210.5232097, είσοδος 8-12 ευρώ)