Μία πρώην Playmate του περιοδικού Playboy, που λέει πως διατηρούσε επί μήνες σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ 10 χρόνια πριν από την εκλογή του, υποστήριξε την Πέμπτη στο CNN πως ο Τραμπ της είχε προτείνει χρήματα έπειτα από μια σεξουαλική επαφή.
Η Κάρεν Μακντούγκαλ προσέφυγε την Τρίτη σε δικαστήριο του Λος Άντζελες ζητώντας να ακυρωθεί η συμφωνία εμπιστευτικότητας που υπέγραψε για να μην μιλήσει για τη «ρομαντική σχέση» που είχε επί 10 μήνες το 2006 και το 2007 με τον ρεπουμπλικανό πρόεδρο.
Στην προσφυγή της λέει πως δέχθηκε 150.000 δολάρια για τη σιωπή της και υποστηρίζει πως τα μισά δόθηκαν στον δικηγόρο της που, σύμφωνα με την ίδια, βρισκόταν σε συνεννόηση με το στρατόπεδο του Τραμπ.
Το πρώην μανεκέν εξήγησε χθες στο CNN πως είχε μια πρώτη σεξουαλική σχέση το 2006 με τον Ντόναλντ Τραμπ σε ξενοδοχείο του Λος Άντζελες, λίγο καιρό αφότου η Μελάνια, η σύζυγος του Ντόναλντ, είχε γεννήσει τον γιό τους, τον Μπάρον.
«Μετά τη στενή σχέση μας, προσπάθησε να με πληρώσει. Και δεν ήξερα τι να σκεφτώ», αφηγήθηκε η Μακντούγκαλ στο CNN.
«Τον κοίταξα και του είπα, δεν τα κάνω αυτά, δεν είμαι τέτοιου είδους κορίτσι», πρόσθεσε η πρώην Playmate, η οποία λέει πως το επεισόδιο αυτό την «στενοχώρησε πολύ». «Με πόνεσε», αφηγήθηκε διευκρινίζοντας πως μετά έκλαψε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου που την μετέφερε στο σπίτι της.
Παρά το επεισόδιο αυτό, ο μεγιστάνας και η ίδια πέρασαν στη συνέχεια «πολύ χρόνο μαζί». «Ήταν μια αληθινή σχέση. Υπήρχαν αισθήματα ανάμεσά μας», υποστήριξε διευκρινίζοντας πως είχε αισθανθεί «ένοχη» απέναντι στη σύζυγο του Ντόναλντ Τραμπ.
Από τότε που η σχέση αυτή αποκαλύφθηκε στον Τύπο, η Μακντούγκαλ λέει πως υφίσταται πιέσεις και απειλές για να μην μιλήσει στους δημοσιογράφους ενώ η νομική ομάδα του Τραμπ δεν σταματά να διαρρέει πληροφορίες που την δυσφημούν για να την εμφανίσει ως αναξιόπιστη.
Η υπόθεσή της γίνεται γνωστή έπειτα από εκείνη της Στόρμι Ντάνιελς, της ηθοποιού ταινιών πορνό που υποστηρίζει κι αυτή πως είχε μια μυστική σχέση με τον αμερικανό πρόεδρο ανάμεσα στο 2006 και το 2007 και έχει προσφύγει στη δικαιοσύνη για να ακυρώσει μια συμφωνία εμπιστευτικότητας.