Τον Οκτώβριο του 1931 ξεσπά στην Κύπρο η πρώτη μεγάλη αντίδραση του λαού εναντίον της καταπίεσης από την αγγλική αποικιακή διοίκηση, τα λεγόμενα Οκτωβριανά. Αιτίες ήταν η σκληρή καταπίεση των Αγγλων στο νησί και η πάνδημη επιθυμία για Ενωση με την Ελλάδα.

Αφορμή στάθηκε η απόφαση επιπλέον έκτακτης φορολόγησης των Κυπρίων με 11.000 στερλίνες για να καλυφθούν τα οικονομικά ελλείμματα της αγγλικής διοίκησης. Εκείνη η ειρηνική εξέγερση αποτελεί την πρώιμη βάση της μετέπειτα εξέλιξης του κυπριακού ζητήματος στις επόμενες δεκαετίες. Στη Βουλή των Ελλήνων η σχετική συνεδρίαση είναι θυελλώδης.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έχει με πολλούς τρόπους διαμηνύσει στους Κυπρίους ότι δεν θα έπρεπε να συγκρουστούν με την Αγγλία και ότι, αντιθέτως, θα έπρεπε να αναμένουν προσφορότερη στιγμή για την αποτίναξη της αποικιοκρατίας. Ο τότε άγγλος κυβερνήτης Storrs διατάσσει ένοπλη καταστολή που οδηγεί σε νεκρούς και, στη συνέχεια, σε σκληρότατα μέτρα. Η εξέγερση απέτυχε, όμως πλέον είχαν τεθεί οι βάσεις του αγώνα για την Ενωση.

«Η ΕΝΩΣΙΣ ΔΕΝ ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ».

Το 1931 ο Μακάριος ήταν μαθητής στην Κύπρο. Στη δεκαετία του ’40 βρέθηκε στην Αθήνα, έγινε αρχιμανδρίτης στον Πειραιά και μετά στη Βοστώνη, υπότροφος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών, μέχρι που το 1948 εξελέγη, ενώ βρισκόταν ακόμα στις ΗΠΑ, Επίσκοπος Κιτίου. Οι απόψεις του βρίσκονταν στον αντίποδα εκείνων που είχε εκφράσει παλαιότερα ο Βενιζέλος. Το 1949 έγινε διευθυντής του γραφείου της Εθναρχίας με σκοπό την οργάνωση του αγώνα για την Ενωση δηλώνοντας: «Δεν πιστεύουμε, όπως κάνουν μερικοί προδότες και αγγλόφιλοι, πως η Ενωση θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της αγγλοελληνικής φιλίας.

Η Ενωσις δεν χαρίζεται, κερδίζεται με συνεχή αγώνα». Την επόμενη χρονιά εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Η υπόσχεσή του στον κυπριακό λαό ήταν ότι θα εργαστεί με όλες του τις δυνάμεις για την Ενωση, όπως και έκανε τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Οταν ο Παπάγος έφερε το 1954 το θέμα της Κύπρου στον ΟΗΕ η αντίδραση των Αγγλων υπήρξε καταιγιστική: τότε είναι που για πρώτη φορά εισάγεται ως παράμετρος του Κυπριακού η τουρκοκυπριακή μειονότητα, ενώ λίγο μετά ακολουθεί το τουρκικό πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.

Πανίσχυρος πια στην Κύπρο, ο Μακάριος υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην προετοιμασία του ένοπλου αγώνα της ΕΟΚΑ που άρχισε επισήμως το 1955 και οδήγησε σε δραματικές εξελίξεις. Μία εκ των οποίων ήταν ότι, το 1956, οι Βρετανοί τον εξόρισαν στις Σεϋχέλλες –κάτι που, ως ενδεχόμενο, είχε προαναγγελθεί ουσιαστικά από το προηγούμενο έτος. Την ίδια ημέρα ετοιμαζόταν να ταξιδέψει στην Αθήνα ώστε να συναντήσει για συνομιλίες τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κατά τον εκτοπισμό του στις Σεϋχέλλες έγραψε: «Εβοήθησα με κίνδυνον της ζωής μου εις την φυγάδευσιν ή απόκρυψιν άγγλων στρατιωτών, οίτινες δεν κατώρθωσαν να φύγουν με τα αποχωρήσαντα εκ της Ελλάδος προς την Μ. Ανατολήν αγγλικά στρατεύματα. Και όμως σήμερον στέλλομαι υπό των Αγγλων εις την εξορίαν.

Απελαύνομαι εκ του τόπου εις τον οποίον εγεννήθην και όπου έχω τίτλους τους τάφους των προγόνων μου. Διά ποίον λόγον; Διότι εξεδήλωσα την ζωηράν αγάπην μου προς την ελευθερίαν, διά την οποίαν προ ολίγων μόλις ετών οι Αγγλοι εκάλεσαν και τους Κυπρίους να πολεμήσουν».

Η εξορία του κράτησε μέχρι τον Μάρτιο του 1957, όταν και υπό την πίεση του αμερικανού προέδρου Αϊζενχάουερ ο οποίος διατηρούσε προσωπική φιλία με τον βασιλέα Παύλο, το Λονδίνο τον απελευθέρωσε αλλά αρχικά υπό τον όρο να μην επιστρέψει στην Κύπρο. Εκτοτε απέρριψε όλα τα επόμενα σχέδια λύσης του Κυπριακού μέχρι που το 1959-60 δέχθηκε τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Επιστρέφοντας στην Κύπρο μετά την υπογραφή τους πραγματοποίησε μεγαλειώδη πορεία θριάμβου στη Λευκωσία δηλώνοντας στο ενθουσιασμένο πλήθος ότι με τις Συμφωνίες της Ανεξαρτησίας γεννήθηκε «Το κράτος του Θεού»…