Εχει γίνει πολύς λόγος και έχει χυθεί πολύ μελάνι στις ιατρικές επιθεωρήσεις σχετικά με την εξέταση PSA για τη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη. Και αυτό διότι η εξέταση δεν είναι τέλεια, με αποτέλεσμα να εκφράζονται κατά καιρούς αντιρρήσεις με το επιχείρημα ότι οδηγεί μεγάλο αριθμό αντρών σε μη απαραίτητες θεραπείες.
Από την άλλη και δεδομένου ότι υπολογίζεται ότι περίπου 100.000 άνδρες στον δυτικό κόσμο χάνουν τη μάχη για τη ζωή τους κάθε χρόνο εξαιτίας του καρκίνου του προστάτη, το διαγνωστικό αυτό εργαλείο δεν θα μπορούσε να μένει αναξιοποίητο.
«Η εξέταση του ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA), που χρησιμοποιείται ευρέως από τη δεκαετία του ’80, πιστεύεται ότι έχει συμβάλει σημαντικά στην έγκαιρη ανίχνευση πολλών κρουσμάτων καρκίνου του προστάτη», σημειώνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας Δρ. Ηρακλής Πούλιας, τ. διευθυντής στην Ουρολογική Κλινική του Κοργιαλένειου – Μπενάκειου Νοσοκομείου ΕΕΣ.
Πιο συγκεκριμένα, το PSA είναι μια πρωτεΐνη που παράγεται μόνο από ορισμένα κύτταρα του προστάτη. Η πρωτεΐνη αυτή εκκρίνεται από τον προστάτη στο σπέρμα για να το υγροποιήσει μετά την εκσπερμάτιση. Επομένως, το μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου PSA αποβάλλεται από τον οργανισμό του άνδρα με το σπέρμα. Υπάρχει όμως και μια μικρή ποσότητα που διαφεύγει στο αίμα. Αυτή την ποσότητα ανιχνεύει η εξέταση του PSA.
Οι ατέλειες. Ο ειδικός επισημαίνει τις ατέλειες της εξέτασης σημειώνοντας ότι η εξέταση αυτή «δεν είναι τέλεια και μόνη της δεν είναι επαρκής για την έγκαιρη διάγνωση». Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της επιστημονικής κοινότητας, το συγκεκριμένο διαγνωστικό εργαλείο αδυνατεί να απαντήσει ποιοι ασθενείς διατρέχουν υψηλό κίνδυνο και ποιοι χαμηλό, καθώς και οι δύο ομάδες παρουσιάζουν συχνά παρόμοια επίπεδα PSA. Αντίστοιχα, δεν αυξάνεται μόνο σε περίπτωση καρκίνου και δεν ανιχνεύει όλους τους αρχικούς όγκους –ειδικότερα εκτιμάται ότι χάνει το 18%-28%, σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες
Συνεπώς και παρότι είθισται τα περισσότερα εργαστήρια να αναγράφουν στα αποτελέσματά τους ότι είναι ένας «καρκινικός δείκτης», στην πραγματικότητα τα επίπεδα του PSA μπορεί να αυξηθούν εξαιτίας πολλών ασθενειών και καταστάσεων.
«Η έλλειψη ειδικότητας (specificity) είναι ένας από τους μεγάλους περιορισμούς του PSA», τονίζει ο Δρ. Πούλιας. «Τα επίπεδα του PSA δεν αυξάνονται μόνο σε περίπτωση καρκίνου του προστάτη, αλλά και άλλων προστατικών ασθενειών (καλοήθης υπερπλασία του προστάτη, προστατίτιδα), καθώς και μετά από διέγερση του προστάτη, όπως συμβαίνει, λ.χ., κατά την εσπερμάτιση, τη δακτυλική εξέταση του προστάτη, την κυστεοσκόπηση, την κατακράτηση ούρων, την τοποθέτηση ουροκαθετήρα ή τη βιοψία προστάτη».
Οι παράγοντες που την επηρεάζουν. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι ακόμη και ορισμένες έντονες ασκήσεις, όπως η ποδηλασία, μπορεί να επηρεάσουν την εξέταση. Γι’ αυτό και συστήνεται στους άνδρες να απέχουν από το σεξ και την ποδηλασία τουλάχιστον 1-2 ημέρες πριν υποβληθούν στην εξέταση.
Αντιστρόφως ανάλογα, ορισμένα φάρμακα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη μπορεί να μειώσουν το PSA κατά 50% μέσα σε 6-12 μήνες από την έναρξη της χρήσης τους. Οπως διευκρινίζει η Δρ. Πούλιας, στα φάρμακα αυτά συμπεριλαμβάνονται η φιναστερίδη, η δουταστερίδη και η ταμσουλοζίνη. Τα επίπεδα του PSA μπορεί να μειώσει και το φάρμακο κετοκοναζόλη που χορηγείται για τις μυκητιάσεις, καθώς και ορισμένα συμπληρώματα βοτάνων όπως η σερενόα η πριονωτή (saw palmetto) και τα συμπληρώματα φυτοοιστρογόνων. Επομένως, «οι άνδρες που πρόκειται να υποβληθούν σε εξέταση PSA πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους για όλα τα φάρμακα, τα βότανα και τα συμπληρώματα που ενδεχομένως παίρνουν», επισημαίνει ο ειδικός.
Το κρίσιμο στοιχείο. Εν τω μεταξύ, ο ίδιος κάνει ένα βήμα παραπέρα σημειώνοντας ότι έχει σημασία και η μορφή του. Ειδικότερα, όπως εξηγεί, το PSA που απελευθερώνεται στο αίμα μπορεί να είναι ενωμένο με άλλες ουσίες (συνδεδεμένο PSA) ή να είναι μόνο του (ελεύθερο PSA). Το άθροισμα αυτών των δύο είναι το ολικό PSA. Μελέτες έχουν δείξει ότι το ποσοστό του ελεύθερου PSA (στα αποτελέσματα των εξετάσεων αναγράφεται και ως «free PSA») είναι χαμηλότερο στους άνδρες με καρκίνο του προστάτη σε σύγκριση με τους άνδρες χωρίς καρκίνο.
Ετσι, όταν υπάρχουν αμφιβολίες για το αν η αύξηση του PSA οφείλεται σε καλοήθη νόσο ή σε καρκίνο, οι γιατροί μπορεί να ελέγξουν και την αναλογία του ελεύθερου προς το ολικό PSA (free PSA/total PSA ratio), που εξετάζεται κυρίως στις τιμές ολικού PSA από 4 έως 10 ng/ml.
Πότε πρέπει να γίνεται ο έλεγχος
Η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου συνιστά να αρχίζει τακτικός έλεγχος του PSA σε ηλικία 50 ετών στους άνδρες με μέτριο κίνδυνο προστατικού καρκίνου, σε ηλικία 45 ετών στους άνδρες υψηλού κινδύνου (όσοι έχουν έναν συγγενή πρώτου βαθμού με καρκίνο του προστάτη) και σε ηλικία 40 ετών στους άνδρες με πάρα πολύ υψηλό κίνδυνο (δύο ή περισσότεροι συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο προστάτη)
Για τις ηλικίες άνω των 50 ετών ο έλεγχος συνιστάται να είναι ετήσιος και να συνδυάζεται με δακτυλική εξέταση του προστάτη
Τα ύποπτα συμπτώματα που δείχνουν καρκίνο του προστάτη
Κατά τα πρώτα στάδια της νόσου είναι πιθανόν να μην υπάρχουν συμπτώματα που να θορυβήσουν τους ασθενείς. Σε πιο προχωρημένα στάδια μπορεί να προκαλέσει μεταξύ άλλων:
– Προβλήματα στην ούρηση
– Μειωμένη δύναμη στη ροή των ούρων
– Παρουσία αίματος στο σπέρμα
– Πόνο στο οστά
– Στυτική δυσλειτουργία
Οι φυσιολογικές τιμές
Αν και πολλά εργαστήρια ορίζουν ως φυσιολογικές τις τιμές του ολικού PSA κάτω από 4 ng/ml, στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει. Ο όγκος του προστατικού αδένα αυξάνεται με την ηλικία και έτσι παράγει περισσότερο PSA. Εξαιτίας αυτής της ηλικιακής διακύμανσης, έχει προταθεί η ιδέα της προσαρμογής των φυσιολογικών τιμών αναάλογα με την ηλικία ως εξής:
– 40-49 ετών = έως 2,5 ng/ml
– 50-59 ετών = έως 3,5 ng/ml
– 60-69 ετών = έως 4,5 ng/ml
– Ανω των 70 ετών = έως 6,5 ng/ml
«Ούτε αυτές οι τιμές όμως είναι απόλυτες, διότι μπορεί να υπάρξουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με την εθνικότητα ή με το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη» σπεύδει να προειδοποιήσει ο δρ Πούλιας. «Σε κάθε περίπτωση, όταν βλέπουμε έναν άνδρα με πάρα πολύ υψηλό PSA για την ηλικία του ή με PSA το οποίο αυξάνεται κατά περισσότερο από 0,20 ng/ml από τον έναν χρόνο στον άλλον, συνήθως τον παραπέμπουμε για βιοψία προστάτη, ακόμα κι αν η δακτυλική εξέταση δεν αποκαλύψει κάτι ύποπτο».
Σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα, καρκίνο θα έχει τελικά μόνο ο ένας στους τέσσερις άνδρες που κάνουν βιοψία προστάτη. Οι υπόλοιποι συνήθως έχουν καλοήθη υπερπλασία προστάτη ή προστατίτιδα.