Στις πολυκομματικές κυβερνήσεις δεν είναι ασυνήθιστες οι μικρές αποκλίσεις μεταξύ των εταίρων. Είναι όμως άλλο η διαφωνία σε επιμέρους θέματα και άλλο σε βασικές πολιτικές. Είναι άλλο η ζύμωση και άλλο να χαράσσει ο καθένας από τους εταίρους τη δική του κεντρική πολιτική εγκλωβίζοντας σε αυτήν τον άλλον. Είναι δε αδιανόητο την πολιτική αυτή να την επιβάλλει ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος.
Είναι ακόμη χειρότερο, όχι μόνο για την κυβέρνηση αλλά και για τη χώρα, να επιβάλλει την πολιτική στα εθνικά θέματα η εθνικιστική Δεξιά. Μια εθνικιστική Δεξιά μάλιστα που πορεύεται με τα δικά της εσωτερικά φάλτσα. Με έναν αρχηγό που δεν σταματά να υποδύεται τον στρατάρχη ενδεδυμένος τις αγαπημένες του στολές παραλλαγής και τους βουλευτές του να υιοθετούν ασμένως προτάσεις του «εχθρού» που αντιστρατεύονται ευθέως το κράτος δικαίου.
Δεν μπορεί παρά να προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι η παραφωνία δεν εκδηλώνεται μόνο σε πολλά επίπεδα –στο ενδοκυβερνητικό, στο εσωκομματικό κ.λπ. Εκδηλώνεται και σε μια περίοδο που απαιτείται η μέγιστη κυβερνητική συνοχή. Που δεν επιτρέπεται να μη χαράσσεται η κυβερνητική γραμμή από τον πυρήνα της κυβέρνησης και, όταν χαράσσεται, να μην ακολουθείται πιστά από όλα τα κυβερνητικά στελέχη.
Το απαιτούσε πάντοτε το συμφέρον της χώρας. Αλλά τώρα το επιβάλλουν και οι χαλεποί καιροί: πρέπει να γυρίσει κανείς πολλές δεκαετίες πίσω για να βρει μια περίοδο όπου η ενιαία φωνή ήταν επιτακτική ανάγκη όπως είναι σήμερα.