Καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τους στόχους είχαν το 2017 οι τράπεζες στη διαχείριση των κόκκινων δανείων.
Σημαντική συμβολή στην υποχώρηση των επισφαλειών είχαν οι διαγραφές και οι πωλήσεις προβληματικών χορηγήσεων, ενώ στο δ΄ τρίμηνο του έτους για πρώτη φορά ο δείκτης θεραπείας υπερέβη το δείκτη αθέτησης πληρωμών.
Πρόκειται για εξέλιξη που συνδέεται άμεσα με την έναρξη των πλειστηριασμών, η οποία βελτίωσε τη συναλλακτική συμπεριφορά των δανειοληπτών κατά το δ΄ τρίμηνο της περυσινής χρονιάς, γεγονός που αποτυπώθηκε στην αύξηση των εισπράξεων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σύμφωνα με την Έκθεση για τους Επιχειρησιακούς Στόχους Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2017, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) μειώθηκε κατά 4,8% και 10,0% συγκριτικά με το τέλος του Σεπτεμβρίου 2017 και του Δεκεμβρίου 2016 αντίστοιχα, αγγίζοντας τα 95,7 δισεκ. ευρώ ή το 43,1% των συνολικών ανοιγμάτων .
Η μείωση που σημειώθηκε το τελευταίο τρίμηνο είναι η υψηλότερη τριμηνιαία μείωση που έχει παρατηρηθεί από την αρχή της κρίσης. Σε σχέση με το Μάρτιο του 2016, όπου τα ΜΕΑ έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο, παρατηρείται μείωση κατά 12% ή 13 δισ. ευρώ.
Η μείωση των ΜΕΑ κατά το τελευταίο τρίμηνο οφείλεται κατά κύριο λόγο στις διαγραφές που άγγιξαν τα 2,1 δισεκ. ευρώ και στις πωλήσεις ύψους 1,8 δισ. ευρώ.
Οι συνολικές διαγραφές και οι πωλήσεις σε ετήσια βάση, άγγιξαν τα 6,5 δισεκ. ευρώ και τα 3,6 δισεκ. ευρώ αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα και σε αντίθεση με την τάση που παρατηρήθηκε κατά το υπόλοιπο έτος, ο τριμηνιαίος ρυθμός αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) εμφανίζεται βελτιωμένος στο 1,8% και ξεπερνά τον τριμηνιαίο δείκτη αθέτησης (default rate), ο οποίος εμφανίζει μειωτική πορεία, αγγίζοντας το 1,7%.
Η μείωση των ΜΕΑ, που προήλθε από εισπράξεις και ρευστοποιήσεις, ήταν επίσης βελτιωμένη σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο καταναλωτικό και επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, όπου η τριμηνιαία μείωση άγγιξε τo 14,8% και 4,4% αντίστοιχα.
Oι επιδόσεις στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο εμφανίζονται χαμηλές, καθώς σημειώθηκε τριμηνιαία μείωση μόλις 0,6%. Σε ετήσια βάση, η μείωση στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο άγγιξε το 12,3%, στο καταναλωτικό το 19,7%, ενώ στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο σημειώθηκε αύξηση των ΜΕΑ κατά 0,4%.
Η σύγκριση με τους στόχους
Κατά το 2017, οι τράπεζες κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους που είχαν θέσει για τη μείωση των ΜΕΑ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Δεκεμβρίου του 2017, τα ΜΕΑ αγγίζουν τα 94,4 δισεκ. ευρώ ή 1,6 δισεκ. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό-στόχο.
Οι συγκριτικά καλύτερες από το αναμενόμενο επιδόσεις οφείλονται κατά κύριο λόγο στην υψηλή θεραπεία δανείων (curing), καθώς και στις υψηλότερες από το αναμενόμενο διαγραφές και εισπράξεις, ενώ οι πωλήσεις κινήθηκαν στα αναμενόμενα επίπεδα με βάση το σχεδιασμό των τραπεζών.
Στον αντίποδα, οι ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων είχαν μειωμένη συμβολή, καθώς βρίσκονταν χαμηλότερα από το αναμενόμενο επίπεδο καθόλη τη διάρκεια του έτους.
Επιπρόσθετα, οι τράπεζες πέτυχαν για δεύτερη συνεχόμενη περίοδο το στόχο για τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (ΜΕΔ), τα οποία έφτασαν τα 65,1 δισεκ. ευρώ ή περίπου 0,8 δισεκ. ευρώ χαμηλότερα από το στόχο.
Ο δείκτης ΜΕΑ βρίσκεται στο 48,6%, περίπου στο επίπεδο της πρόβλεψης για το εν λόγω τρίμηνο. Ο δείκτης ΜΕΔ βρίσκεται στο 33,5%, οριακά υψηλότερος συγκριτικά με την πρόβλεψη του 33,3%, κυρίως λόγω του μειωμένου όγκου συνολικών δανείων για την περίοδο.
Το τέταρτο τρίμηνο του 2017, οι εισπράξεις από ΜΕΑ προς το υπόλοιπο των ΜΕΑ κινήθηκαν υψηλότερα σε σχέση με τα προηγούμενα τρίμηνα του έτους, ενώ διαμορφώθηκαν σε υψηλότερο επίπεδο και σε σχέση με το στόχο που είχε τεθεί για την περίοδο (0,9% έναντι του στόχου 0,6%).
Οι επόμενες κινήσεις
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, ο χρονικός ορίζοντας μείωσης των ΜΕΑ δεν έχει μεταβληθεί, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης θα επιτευχθεί κατά τα δύο τελευταία έτη, το 2018 και το 2019.
Παρατηρούνται, ωστόσο, κάποιες διαφοροποιήσεις στους παράγοντες μείωσης των ΜΕΑ σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή. Συγκεκριμένα:
– Οι τράπεζες σκοπεύουν να επισπεύσουν την πώληση δανείων, κυρίως στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο και σε μικρότερο βαθμό στο καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες στοχεύουν σε επιπλέον πωλήσεις ύψους 4,7 δισεκ. ευρώ, αγγίζοντας τα 11,6 δισεκ. ευρώ συνολικές πωλήσεις για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019.
Μέρος των επιπλέον πωλήσεων (1,4 δισεκ. ευρώ) ήδη έχει πραγματοποιηθεί κατά το 3ο τρίμηνο του 2017 μέσω τιτλοποίησης και μεταφοράς ΜΕΑ από μη συστημική τράπεζα.
– Επιπρόσθετα, οι τράπεζες σκοπεύουν να αυξήσουν τα ποσά των διαγραφών κατά περίπου 1,2 δισεκ. ευρώ, κυρίως στο χαρτοφυλάκιο λιανικής.
– Παρ’ όλα αυτά, οι τράπεζες πραγματοποίησαν συντηρητικότερες εκτιμήσεις όσον αφορά τις καθαρές εισροές ΜΕΑ σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή στοιχείων.
Η εισροή νέων ΜΕΑ για την περίοδο Ιουνίου 2017 – Δεκεμβρίου 2019 αυξάνεται κατά 1,2 δισεκ. ευρώ, ενώ αντίθετα η αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (curing) μειώνεται κατά 2,5 δισεκ. ευρώ.
Οι τράπεζες ενσωμάτωσαν στα μοντέλα τους χειρότερες μακροοικονομικές υποθέσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη υποβολή (ρυθμός αύξησης ΑΕΠ, διαθέσιμο εισόδημα), οι οποίες επηρέασαν το ρυθμό εκ νέου αθέτησης (re-default rate), καθώς και τις καθαρές εισροές ΜΕΑ.
Η χαμηλότερη αποκατάσταση της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων σχετίζεται σε ένα βαθμό και με τα υψηλότερα ποσά πωλήσεων και διαγραφών. – Οι λοιποί παράγοντες μείωσης των ΜΕΑ δεν παρουσιάζουν μεταβολή σε σχέση με την προηγούμενη υποβολή. Οι εκποιήσεις καλύψεων παραμένουν κύριος παράγοντας ύψους 10,6 δισεκ. ευρώ.
Τα ΜΕΑ ως ποσοστό των συνολικών ανοιγμάτων αναμένεται να μειωθούν σταδιακά και να αγγίξουν το 35,2% το 2019. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι λίγο υψηλότερο από τον προηγούμενο στόχο του 33,9%, εξαιτίας των διαφορετικών παραγόντων μείωσης των ΜΕΑ, αλλά και της χαμηλότερης εκτιμώμενης πιστωτικής επέκτασης.
Για την ίδια περίοδο, τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια – ΜΕΔ) αναμένεται να μειωθούν κατά 47%, δηλαδή από 72,8 δισεκ. ευρώ τον Ιούνιο του 2017 σε 38,6 δισεκ. ευρώ το 2019. Ο σχετικός δείκτης ΜΕΔ αναμένεται να μειωθεί από 36,1% σε 21,1% την ίδια χρονική περίοδο.
Δάνεια υπό καθεστώς προστασίας
Αξιοσημείωτο είναι το ποσοστό των ΜΕΑ που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία.
Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων, το 13,9% των ΜΕΑ τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό το ποσοστό ξεπερνά το 30%.
Κατά τα άλλα, ο δείκτης ΜΕΑ παραμένει υψηλός στα περισσότερα χαρτοφυλάκια. Στο τέλος του Δεκεμβρίου του 2017, ο δείκτης ΜΕΑ άγγιζε το 43,4% για το στεγαστικό, το 49,3% για το καταναλωτικό και το 41,8% για το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο.
Στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο, η μεγαλύτερη συγκέντρωση ΜΕΑ παρατηρείται στο χαρτοφυλάκιο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 65,4%), καθώς και στο χαρτοφυλάκιο των Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ – δείκτης ΜΕΑ: 57,0%). Σταθερά καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (δείκτης ΜΕΑ: 22,9%) και στα ναυτιλιακά δάνεια (δείκτης ΜΕΑ: 35%).
Η κάλυψη από προβλέψεις σε επίπεδο συστήματος έχει μειωθεί οριακά, αγγίζοντας το 47,4% το Δεκέμβριο του 2017, από 48,0% το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, κυρίως λόγω των εκτεταμένων διαγραφών και πωλήσεων δανείων, τα οποία στην πλειοψηφία τους ήταν σχεδόν πλήρως καλυμμένα από προβλέψεις.
Εφόσον συμπεριληφθεί στις προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων (με ανώτατη αξία το υπόλοιπο του δανείου προ προβλέψεων απομείωσης), η κάλυψη των ΜΕΑ που επιτυγχάνεται είναι σχεδόν πλήρης.