«Αρωμα» προεκλογικής περιόδου δίνει το υπουργείο Παιδείας στην ανακοίνωση του αριθμού των εισακτέων σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, επιβεβαιώνοντας το σχετικό δημοσίευμα των «ΝΕΩΝ» για μεγάλη αύξηση των πρωτοετών φοιτητών την επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά.
Ετσι, η «λελογισμένη» αύξηση για την οποία μίλησε προχθές ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου στην πραγματικότητα ήταν αύξηση σχεδόν 4.000 ατόμων (3.966), η οποία για τα κεντρικά Ιδρύματα θα τριπλασιαστεί λόγω των μετεγγραφών φοιτητών με αδέλφια που σπουδάζουν, τα οποία και θα… έρθουν μαζικά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Πρόσκαιρες δεξαμενές επιτυχίας κατ’ επέκταση θα είναι και φέτος πολλά τμήματα της Περιφέρειας, τα οποία θα αδειάσουν από φοιτητές τους πρώτους μήνες του φθινοπώρου.
Ο αριθμός εισακτέων έμεινε σταθερός στις ιατρικές σχολές και αυξήθηκε κατά περίπου 6% στην πλειονότητα των τμημάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Σε συγκεκριμένα τμήματα μάλιστα (Ναυτιλιακά, Πληροφορικής, Τουριστικά, Ψυχολογίας, Γεωπονίας, Χημείας κ.λπ.) οι εισακτέοι αυξήθηκαν κατά 12,5%. Μειώθηκε ωστόσο στις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες.
Πάντως, η αύξηση εισακτέων φέτος σε σχέση με πέρυσι, στην πραγματικότητα ευνόησε τους υποψηφίους από τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ). Κι αυτό γιατί η αύξηση από 1% σε 5% του ποσοστού πρόσβασης στα πανεπιστήμια των μαθητών από τα ΕΠΑΛ τελικά… μείωσε τις θέσεις των εισακτέων από τα Γενικά Λύκεια (πλην βέβαια του νεοσύστατου Δυτικής Αττικής).
Ετσι, συνολικά 74.692 θα είναι οι εισακτέοι σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ για το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019. Στα πανεπιστήμια οι εισακτέοι θα είναι φέτος 46.663 (+2.905 σε σχέση με πέρυσι). Στα ΤΕΙ οι εισακτέοι θα είναι 23.396 (+985 σε σχέση με πέρυσι). Το 2017 δόθηκαν θέσεις σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ σε 70.726 άτομα.
Πρωταγωνιστής στις σχετικές ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας, όπως αναμενόταν, είναι το νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής (που προέκυψε από τη συνένωση δύο ΤΕΙ που… πανεπιστημιοποιήθηκαν). Στο ίδρυμα θα δοθούν φέτος 4.633 θέσεις, ενώ πέρυσι τα αντίστοιχα τμήματα των ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά, δέχτηκαν 4.557 άτομα. Οι 400 εξ αυτών θα δοθούν στο περίφημο Τμήμα Βιοϊατρικών Επιστημών (της «μικρής» Ιατρικής Σχολής του), το οποίο και θα «στεγάσει» το Τμήμα Αισθητικής και Κοσμητολογίας με 110 εισακτέους…
Στο ίδιο ίδρυμα, το Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων (από τη συνένωση τεσσάρων τμημάτων) παίρνει 350 εισακτέους, το Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του 300 θέσεις (επίσης προέρχεται από τέσσερα τμήματα) και το Μηχανικών Βιομηχανικής Σχεδίασης (πρώην ΤΕΙ Κλωστοϋφαντουργών Μηχανικών και Μηχανικών Αυτοματισμού), 350 εισακτέους.
Που θα κυμανθούν οι βάσεις
Οπως όλα δείχνουν λοιπόν, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, αφού δεν κατάφερε να κάνει πράξη το προεκλογικό πρόγραμμα της ελεύθερης πρόσβασης, αποφάσισε να αυξήσει τις θέσεις εισακτέων, προκαλώντας τελικά «πονοκεφάλους» στις διοικήσεις των ανώτατων ιδρυμάτων. Σε συγκεκριμένα επιστημονικά πεδία βέβαια, όπως π.χ. το 2ο Επιστημονικό Πεδίο των Θετικών Επιστημών ήδη τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των εισακτέων είναι μεγαλύτερος από εκείνον των υποψηφίων.
Στα θέματα των βάσεων εισαγωγής, το τοπίο δεν αναμένεται να αλλάξει πολύ σε σχέση με πέρυσι για τις υψηλής ζήτησης σχολές, παρά τη μικρή αύξηση εισακτέων στις νομικές (+73 συνολικά) και πολυτεχνικές σχολές. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός, που είναι ένα από τα κριτήρια που διαμορφώνουν τις βάσεις εισαγωγής σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, παραμένει φέτος ο ίδιος σε σχέση με πέρυσι.
Από την άλλη πλευρά αναμένονται φέτος εξαιρετικά χαμηλές βάσεις στις οικονομικές σχολές του 4ου Επιστημονικού Πεδίου, καθώς τα ΤΕΙ του 2ου και του 4ου Επιστημονικού Πεδίου έχουν την «τιμητική» τους στην αύξηση των εισακτέων. Πρέπει ωστόσο να υπογραμμιστεί ότι σε πολλά από αυτά τα τμήματα οι επιτυχόντες εγγράφονται, αλλά τελικά δεν παρακολουθούν και δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους.
Κορεσμός όμως θα υπάρχει και φέτος στο 1ο Επιστημονικό Πεδίο των Ανθρωπιστικών Σπουδών, οπότε αντίστοιχα και μεγάλος ανταγωνισμός. Ωστόσο στο πεδίο αυτό, η επιστροφή των παιδαγωγικών σχολών που έχει 3.800 θέσεις εισακτέων, εξισορροπεί την εικόνα. Υπενθυμίζεται ότι οι σχολές αυτές είναι πλέον κοινή ομάδα και των τεσσάρων Επιστημονικών Πεδίων, η πρότερη όμως εμπειρία δείχνει ότι οι περισσότεροι από τους επιτυχόντες τους προέρχεται από τους υποψηφίους του 1ου Επιστημονικού Πεδίου. Στην πραγματικότητα, αυτό μεταφράζεται και σε σημαντική αύξηση των βάσεων εισαγωγής σε όλα τα παιδαγωγικά τμήματα της προσχολικής και δημοτικής εκπαίδευσης.
Συγκεκριμένα και ανά περίπτωση:
* Ιατρικές και νομικές. Η Ιατρική Αθήνας θα πάρει φέτος 135 εισακτέους, όπως και πέρυσι και η Νομική Σχολή 435 θέσεις (410 πέρυσι). Η Ιατρική Θεσσαλονίκης θα δεχτεί φέτος όπως και πέρυσι 155 άτομα και η Νομική 371 άτομα (πέρυσι 350). Στην Ιατρική Θράκης θα μπουν 135 άτομα (477 στην Νομική), στα Ιωάννινα 130 και στη Θεσσαλία 90, στην Κρήτη 110, στην Πάτρα 160.
* Στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο οι Μηχανολόγοι Μηχανικοί φέτος θα είναι 133 (πέρυσι 125), οι Πολιτικοί Μηχανικοί 133 (πέρυσι 125) και οι Αρχιτέκτονες 101 (πέρυσι 95).
* Στα οικονομικά, το Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου θα πάρει φέτος 212 εισακτέους (πέρυσι 200), το τμήμα Οικονομικής Επιστήμης 217 (πέρυσι 205), το Τμήμα Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων 260 (πέρυσι 245).
Το εξεταστικό σύστημα
Με το πρόγραμμα των Πανελλαδικών Εξετάσεων να μην έχει ανακοινωθεί ακόμη (όπως αναφέρουν οι πληροφορίες των «ΝΕΩΝ» οι εξετάσεις θα αρχίσουν στις 6 Ιουνίου), ο υπουργός Παιδείας για άλλη μια φορά αναφέρθηκε χθες σε ένα νέο εξεταστικό σύστημα. Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις που έχει παρουσιάσει ο Κώστας Γαβρόγλου για το θέμα έχουν αλλάξει δύο φορές και ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής Γεράσιμος Κουζέλης είχε στο παρελθόν δηλώσει εμφατικά ότι εάν ένα νέο σύστημα εφαρμοστεί το 2020, θα πρέπει να έχει γίνει γνωστό ώς το τέλος του περασμένου Ιανουαρίου. Χθες ο υπουργός Παιδείας σε συνέντευξή του δήλωσε: «Εχει ανακοινωθεί ο πυρήνας του συστήματος αυτού, που είναι ότι το απολυτήριο πρέπει να παίζει έναν καθοριστικό ρόλο στην εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, και αναμένεται να εφαρμοστεί για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2020. Θα πρέπει να δούμε και πολλές λεπτομέρειες και κυρίως να κάνουμε τις απαραίτητες συζητήσεις». «Νομίζουμε ότι αν το απολυτήριο παίξει τον σημαντικό ρόλο που πρέπει να παίζει ένα απολυτήριο, τότε σιγά σιγά το σχολείο θα ξαναπάρει τον ρόλο που πρέπει να έχει σε μια κοινωνία» κατέληξε.