Οπως και ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, ο αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, αντιμέτωπος με μόνο έναν σημαντικό αντίπαλο, κερδίζει εύκολα άλλη μια θητεία, στις εκλογές που ολοκληρώθηκαν την Τετάρτη. Οι Αιγύπτιοι είχαν μεγάλες προσδοκίες από τον Σίσι όταν πήρε την εξουσία πριν πέντε χρόνια. Ομως η χώρα ακόμα δεν έχει συνέλθει από τις αναταράξεις της εξέγερσης του 2011, στο πλαίσιο της Αραβικής Ανοιξης, την ανατροπή του τότε προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ και τις συγκρούσεις που ακολούθησαν των εθνικιστών που επιθυμούν κοσμικό κράτος με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, την εκλεγμένη κυβέρνηση της οποίας ανέτρεψε ο Σίσι.
Κάνοντας τα πράγματα ακόμα χειρότερα, η Αίγυπτος, η πολυπληθέστερη αραβική χώρα του κόσμου, αντιμετωπίζει τζιχαντιστική δραστηριότητα στο Βόρειο Σινά. Χιλιάδες πολίτες και αστυνομικοί έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους. Ταυτόχρονα, η παρατεταμένη οικονομική κρίση επιβάλλει βαρύ τίμημα στις ζωές εκατομμυρίων Αιγυπτίων που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, καταφέρνοντας να επιβιώσουν με μόλις 2 δολάρια την ημέρα.
Η πολιτική πόλωση στην Αίγυπτο μετά την ανατροπή του Μοχάμεντ Μόρσι –του ηγέτη της Αδελφότητας που εξελέγη πρόεδρος τον Ιούνιο του 2012 –αντικατοπτρίζει την ρήξη ισλαμιστών – εθνικιστών που κατατρύχει τη χώρα μετά την ανεξαρτησία στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Εκτός από το υψηλό κοινωνικό και ανθρώπινο κόστος αυτής της 60χρονης αντιπαράθεσης, υπάρχει και η διασπορά του σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο που οδήγησε τόσο στην αύξηση του ακραίου Ισλάμ όσο και στην εγκαθίδρυση δικτατοριών.
Μετά την ανατροπή του Μόρσι, οι ηγέτες της Αδελφότητας βγήκαν στην παρανομία. Ομως πιστεύω ότι κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον θα γίνει από την πλευρά τους μια δοκιμαστική προσέγγιση, με την ελπίδα ίσως να επιτευχθεί κάποια συμφιλιωτική συμφωνία. Η αποκατάσταση της ειρήνης είναι προς όφελος των αξιωματούχων της οργάνωσης επειδή θα ήθελαν να αποφύγουν μια κατάσταση στην οποία μπορεί να αναπτυχθούν οργανωμένες εσωτερικές προκλήσεις στην ηγεσία τους.
Μέχρι τώρα, η Μουσουλμανική Αδελφότητα προσπάθησε να οικειοποιηθεί τα ακραία νέα μέλη που εντάχθηκαν στις γραμμές της, προωθώντας πολλά από αυτά σε ηγετικές θέσεις. Ομως αυτό δεν φαίνεται να έχει πείσει πολλούς από τους νέους να αποφύγουν τις βίαιες συγκρούσεις με τις Αρχές. Εάν η ακραία φράξια συνεχίζει να υπερασπίζεται τη «σύγκρουση» και την «εκδίκηση», η Αδελφότητα μπορεί να πληγεί ανεπανόρθωτα.
Εν τω μεταξύ, ο Σίσι παίρνοντας νέα σκληρά μέτρα προκειμένου να περιορίσει την επιρροή των ισλαμιστών στη δημόσια σφαίρα, θα λάβει υπόψιν του τη στάση της παλιάς φρουράς της Αδελφότητας. Και εκείνοι θα υποστηρίξουν πως οι ακραίοι προδίδουν τον σκοπό του αγώνα. Ομως η φυλάκιση και η εξόριση παλιών στελεχών έχουν αφήσει ένα κενό εξουσίας το οποίο καλύπτουν νέοι και πιο ακραίοι ισλαμιστές.
Η κυβέρνηση Σίσι ανέχεται όλο και λιγότερο τους φιλελεύθερους και τους εθνικιστές που ζητούν αποκλιμάκωση και συμφιλίωση και έχει αρχίσει τον διωγμό τους ώστε να μην υπάρχει μια επίσημη αποτελεσματική και οργανωμένη πρόκληση στην εξουσία του προέδρου. Η συμφιλίωση δεν φαίνεται στο ορατό μέλλον.
Ο Φαουάζ Γκέργκες είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στη London

School of Economics