Με ποσοστό 92% επανεξελέγη για δεύτερη θητεία στην προεδρία της Αιγύπτου ο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα. Ο Σίσι έλαβε 21,5 εκατομμύρια ψήφους έναντι μόλις 721.000 του μοναδικού του αντιπάλου. Ομως η συμμετοχή ήταν μόλις 37%, κατά 10% μικρότερη σε σχέση με το 2014. Οι πολιτικοί αναλυτές θεωρούν πως η αποχή ήταν μια κίνηση διαμαρτυρίας για την πολιτική του Σίσι, ενώ σχεδόν και 1,8 εκατ. από τα 23 εκατ. στις κάλπες ήταν άκυρα. Πολλοί συμπλήρωσαν ονόματα υποψηφίων που δεν βρίσκονται μεταξύ των δύο επίσημων διεκδικητών της προεδρίας.
Ο μοναδικός αντίπαλος του Σίσι ήταν ο σχεδόν άγνωστος Μούσα Μουστάφα Μούσα, που δήλωνε όμως υποστηρικτής του προέδρου. Ο 63χρονος στρατηγός Σίσι είχε ανατρέψει το 2013 τον δημοκρατικά εκλεγμένο ισλαμιστή πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι και στις εκλογές που έγιναν την επόμενη χρονιά είχε εκλεγεί με 96,9%.
Η εκλογική επιτροπή έκανε ό,τι μπορούσε για να προωθήσει τη συμμετοχή στις εκλογές. Μάλιστα προειδοποίησε ότι όποιος μποϊκοτάρει την εκλογική διαδικασία χωρίς να επιδείξει σοβαρό λόγο για την αποχή του από τις κάλπες θα τιμωρηθεί με πρόστιμο 22 ευρώ. Ουσιαστικά, μια ψήφος στοίχιζε 50 με 100 αιγυπτιακές λίρες (περίπου 3 με 5 δολάρια), σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ. Αλλά όσοι έφθασαν στα εκλογικά τμήματα μπορούσαν να κερδίζουν ακόμα μια τσάντα με λαχανικά ή ακόμα και εισιτήρια με μειωμένες τιμές για λούνα παρκ.
Οι δημοσιογράφοι του Ρόιτερ περιγράφουν πως έγιναν μάρτυρες σε πολλές περιπτώσεις εκπροσώπων κρατικών θεσμών, βουλευτών, επιχειρηματιών και άλλων οπαδών του Σίσι να επιβραβεύουν (με χρήματα ή προϊόντα) ψηφοφόρους προκειμένου να πάνε στις κάλπες, ώστε να είναι υψηλότερο το ποσοστό συμμετοχής.
Η Ντία Ρασβάν, επικεφαλής της Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφόρησης, δεν αρνείται πως υπήρχαν τέτοιες περιπτώσεις, δεν πιστεύει όμως ότι «επηρέασαν το αποτέλεσμα». Σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, η κυβέρνηση του Σίσι κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες να είναι υψηλό το ποσοστό συμμετοχής, θεωρώντας τις εκλογές ως ενός είδους δημοψήφισμα, καθώς θέλει να προωθήσει σκληρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
«Η συμμετοχή τελικά ήταν πολύ κατώτερη του 2014, παρ’ όλες τις προσπάθειες που έγιναν από την κυβέρνηση», σχολιάζει ο Τίμοθι Κάλδας, από το Ινστιτούτο Ταχρίρ για τη Μέση Ανατολή. «Δεν ξέρουμε όμως ποια πραγματική απήχηση θα έχει η συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που δεν φαίνεται να πιστεύει ότι ο λαός θα πρέπει να έχει άποψη για το ποιος τον κυβερνά».
Διεθνείς οργανισμοί καταγγέλλουν τον εκφοβισμό που επικράτησε στην αντιπολίτευση, η οποία αναγκάστηκε να αποσύρει όλους τους υποψηφίους της για την προεδρία μετά τη σύλληψη του κυριότερου αντιπάλου του Σίσι, που ήταν επίσης πρώην υψηλόβαθμος αξιωματικός των ενόπλων δυνάμεων.