Στην Κομισιόν η απαίτηση της διπλής περικοπής αφορολογήτου και συντάξεων από το 2019 την οποία εγείρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μέχρι τώρα εμφανίζεται ως παράλογη. Δεν ισχύει το ίδιο στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι υπουργοί Οικονομικών των οποίων σύντομα θα κληθούν να τοποθετηθούν έναντι του ελληνικού ζητήματος.
Υπάρχουν ορισμένα κράτη-μέλη τα οποία ήδη θέτουν μετ’ επιτάσεως στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την πλήρη εφαρμογή των προνομοθετημένων μέτρων από το 2019 αφενός για να δικαιολογήσουν στο εσωτερικό πολιτικό τους ακροατήριο τα μέτρα διευθέτησης του ελληνικού χρέους τα οποία βρίσκονται στο τραπέζι, αφετέρου για να καλύψουν με αυτό τον τρόπο το έλλειμμα εμπιστοσύνης έναντι της ελληνικής κυβέρνησης, αναφέρουν πληροφορίες.
Στο σκηνικό αυτό, η πρόσφατη τοποθέτηση του κυβερνητικού συνεταίρου Πάνου Καμμένου για μη εφαρμογή των ψηφισμένων περικοπών στις συντάξεις με το αιτιολογικό της πολιτικά αφελούς πράξης ενόψει εκλογών – αν υποθέσουμε ότι θα διεξαχθούν το 2019 και όχι νωρίτερα – δεν πέρασε απαρατήρητη.
Πέραν της καχυποψίας και των πολιτικών ελιγμών, υπάρχει μία ακόμα παράμετρος η οποία ενδέχεται τελικά να αυξήσει τις πιέσεις πλήρους εφαρμογής των μέτρων για συντάξεις και αφορολόγητο από την 1η Ιανουαρίου. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2018 προετοιμάζεται για την πρώτη καθοδική αναθεώρηση σε επίπεδο προβλέψεων, αναφέρουν πληροφορίες. Στον προϋπολογισμό και τις τελευταίες εκτιμήσεις της Κομισιόν ο πήχης της ανάπτυξης για φέτος έχει τεθεί στο 2,4%. Το ΔΝΤ, κάνοντας την έκπληξη, είχε εμφανιστεί ακόμα πιο αισιόδοξο με τις τελευταίες εκτιμήσεις του βάζοντας τον πήχη στο 2,5%.
«Οι νεότερες εκτιμήσεις θα είναι πιο κοντά στο 2% παρά στο 2,5%» αναφέρουν αξιόπιστες πηγές, παραπέμποντας στις επικείμενες ανακοινώσεις της Κομισιόν εντός Μαΐου. Η αναθεώρηση έρχεται μετά την αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να εκτιναχθεί το 2017, όταν αρχικά προβλεπόταν ρυθμός ανάπτυξης 2,7% για να προσγειωθεί μετά από τρεις αναθεωρήσεις σε 1,6% σε επίπεδο προβλέψεων και να ανακοινωθεί από την ΕΛΣΤΑΤ, με βάση τα προσωρινά στοιχεία, στο 1,4%.
Μεγαλύτερη βαρύτητα στη λήψη των τελικών αποφάσεων θα έχουν οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Την εβδομάδα που θα ακολουθήσει τη Μεγάλη Εβδομάδα το Ταμείο ανοίγει τα χαρτιά του αναφορικά με τις προβλέψεις ανάπτυξης και δημοσιονομικού πλεονάσματος.
Μέχρι τώρα δεν έχει μεταβάλει τις εκτιμήσεις του, σύμφωνα με τις οποίες το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος θα είναι της τάξεως του 2% και την περίοδο 2019-2022 δεν θα ξεπεράσει το 1,5% του ΑΕΠ.
Τα τελευταία χρόνια, οι προβλέψεις του Ταμείου επί των δημοσιονομικών έχουν διαψευστεί. Στις 23 Απριλίου μάλιστα, η Eurostat αναμένεται να επικυρώσει για μία ακόμα χρονιά πρωτογενές πλεόνασμα πολλαπλάσιο των στόχων.
Σύμφωνα με ελληνικές πηγές, με το συνυπολογισμό των κεφαλαίων που διατέθηκαν για κοινωνικό μέρισμα στο τέλος του 2017 το περυσινό πρωτογενές πλεόνασμα θα προκύψει υψηλότερο από 4% του ΑΕΠ. Με αυτές τις επιδόσεις τα επιχειρήματα του Ταμείου θα θεωρούσε κανείς πως αποδυναμώνονται. Το ζήτημα όμως είναι εξόχως πολιτικό και η καθοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάπτυξη αναμένεται να δώσει το οικονομικό «περιτύλιγμα».
Πέρυσι, το πλέον αδύναμο στοιχείο στην αναιμική ανάπτυξη αποδείχθηκε η ιδιωτική κατανάλωση. Με τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές να έχουν καθηλώσει το διαθέσιμο εισόδημα, οι όποιες δαπάνες περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα. Η δημόσια κατανάλωση από την άλλη πλευρά εισέφερε αρνητικά. Το κράτος δεν πλήρωνε τις υποχρεώσεις του, κόβοντας ακόμα και κονδύλια από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων στο βωμό των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Φέτος, το σκηνικό δεν είναι πολύ διαφορετικό. Στο βαθμό όπου τηρηθεί η δέσμευση μηδενισμού των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου έως το καλοκαίρι, στην πραγματική οικονομία θα πέσουν περισσότερα από 3 δισ. ευρώ. Η ιδιωτική κατανάλωση όμως παραμένει υπό πίεση.
Την Πέμπτη, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος σε ομιλία του εκτίμησε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι υψηλότερος του 2% τόσο το 2018 όσο και το 2019. Για να επιβεβαιωθούν αυτές οι προβλέψεις καθοριστικά στοιχεία είναι η άρση των αβεβαιοτήτων που συνδέονται με την ομαλή και έγκαιρη ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης το συντομότερο δυνατό, η πλήρης άρση των capital contols και το ξεκαθάρισμα του παιχνιδιού της μεταμνημονιακής εποπτείας και του χρέους επίσης το ταχύτερο δυνατό.
Πέραν των πολιτικών παρενεργειών, ενδεχόμενη ταυτόχρονη ενεργοποίηση των μέτρων για συντάξεις και αφορολόγητο το 2019 συνολικού ύψους 5 δισ. ευρώ θα σημάνει και νέα καθήλωση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας. Η λιτότητα κάθε άλλο παρά τελειώνει. Ακόμα και εάν τυπικά τελειώσουν τα Μνημόνια.