Εδώ και πενήντα χρόνια ακούμε κάθε 25η Μαρτίου απ’ τους εκάστοτε πολιτικούς, πρωθυπουργούς και προέδρους, μα κάθε φορά, διαφορετική ερμηνεία του μηνύματος της 25ης Μαρτίου και της Επανάστασης του 1821. Ανά έτος και αλλιώτικη εκδοχή. Κατά βούληση και κατά ριπάς. Θαρρείς και τελικά η Επανάσταση δεν έγινε ποτέ, και είναι απλώς μια θολή ευκαιρία για να πει ο καθείς τον καημό του, να περάσει την προπαγάνδα του, με αφορμή τα πεπραγμένα του Κολοκοτρώνη, ή το Χάνι της Γραβιάς.
Βέβαια, δεν ξέρουμε αν και το Χάνι της Γραβιάς το έχουνε αμφισβητήσει οι πρωτοπόροι των Ανω Λιοσίων και οι διεθνιστές της Κάτω Τούμπας, διότι καταρχάς τι θα πει «Χάνι»; Το μυαλό τα χάνει. Θέλω να πω, απλώς φιλοξενούσαν διερχόμενους εκεί μέσα ή γινότανε κι άλλα σκηνικά με γιουσουφάκια, αργκιλέδες παινεμένους και εκ Προύσας τουμπέκι; Μήπως βγάζανε και άλλα γούστα οι ταξιδιώτες και οι περαστικοί; Λες να το έχουμε μυθοποιήσει για εθνικούς λόγους; Ολα μπορούν να ειπωθούν, να κατασκευαστούν και να αλλοιωθούν, αν θέλω να τα στρεβλώσω με βάση τη δική μου ιδεοληψία, κατηγορώντας μάλιστα την ιδεοληψία των άλλων. Διότι και το Χάνι της Γραβιάς είναι φυσικό να ενοχλεί όσους φοβούνται πως σφυρηλατεί εθνική συνείδηση, όπως ο Ζάλογγος –οπότε αντί του γεγονότος προκρίνεται ο στίχος του Ρασούλη, απ’ το ωραιότατο τραγούδι του «Τι κι αν είσαι απ’ την Λιβύη», που λέει κάπου: «Θα πηδάμε απ’ τις βεράντες στου Ζαλόγγου την μεριά». Προοδευτικό σαλτανάτι σε μια προοδευτική εκδοχή των πραγμάτων. «Σε προοδευτική κατεύθυνση», που θα έλεγε κι ο κυρ Φώτης. Τι κι αν είσαι απ’ τη Λιβύη –τα πάντα είναι κατεύθυνση, έστω και με την όπισθεν.
Ευτυχώς ή δυστυχώς ο εμπνευσμένος Ρασούλης έφυγε νωρίς. Οντας κάποτε, σε άλλες εποχές, υποτιθέμενος τροτσκιστής (όχι σαν την κομψή εκδοχή της Μποφίλιου) και οπαδός του Osho, δεν θα άντεχε εύκολα τα σημερινά –συνήθως ο Μανόλης, και ορθώς, ενοχλούνταν από πολλά, δεν άντεχε τίποτα. Πολύ περισσότερο θα του την έδινε η σημερινή κυβέρνηση που ερμηνεύει την Επανάσταση του 1821 ως ταξική, λαϊκή εξέγερση (οι πλούσιοι Φιλικοί της Πόλης που πρωταγωνίστησαν, οι έλληνες λαμπροί αξιωματούχοι της Ρωσίας, οι ισχυροί καραβοκύρηδες που διέθεσαν όλο τους τον στόλο δεν έπαιξαν ρόλο) και το ωραιότερο: παραλληλίζει την Επανάσταση κατά της σκοταδιστικής και άθλιας Οθωμανικής Κατοχής με την υποτιθέμενη, σημερινή αντίθεση των κυβερνώντων στην Ευρωπαϊκή Ενωση, την οποία ωστόσο παρακαλούν και λείχουν, όπως και την Ουάσιγκτον, να μας σώσει τώρα απ’ τους Τούρκους. (Τι να λέει τώρα η Ρεπούση; Προβλέπει άραγε κανέναν συνωστισμό;).
Κάπου δηλαδή, έμμεσα, σχιζοειδώς και δήθεν πονηρά, ταυτίζουν τον Ιμπραήμ με τη Μέρκελ, την οποία μετά παρακαλούν –εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον. Πρόκειται για άλμα διαλεκτικής που θα το ζήλευε μέχρι και ο Χέγκελ. Και πάλι δήθεν ταξική ερμηνεία. Πάλι οι καλοί και οι κακοί, οι ασυγχώρητοι που παίρνουν πεντακόσια ευρώ παραπάνω. Και οι Τούρκοι είναι καλοί, αρκεί να μην είναι πλούσιοι –βέβαια, το πρόβλημα που θα προκύψει, αν γίνει κανένα μελέ στο Αιγαίο, είναι το πώς θα διακρίνουμε ταξικά τους καλούς ή κακούς εχθρούς αν φοράνε όλοι το ίδιο, μη ταξικό κράνος, ή φέσι. Πώς θα ξέρουμε ποιον να πυροβολήσουμε;
Πρόκειται για βαθύ πρόβλημα, που το έχουνε λύσει, πάντως, στον ΚΟΚ, εφαρμόζοντας ταξικά κριτήρια: παραβίασε το κόκκινο ο φτωχός και σκότωσε κόσμο; Ε, την πληρώνει πολύ ελαφρότερα απ’ τον δήθεν πλούσιο –ναι, αλλά ρωτάς και τον σκοτωμένο; Α, είπαμε: δεν μετράει ο νεκρός, το γεγονός, αλλά η ταξική προσέγγιση, η ερμηνεία του. Το να πας από φτωχό είναι ηρωική πράξη –μήπως, όμως, θα έπρεπε να υπάρχουν μόνο ιδεολογικά κριτήρια στα τροχαία; Διότι μπορεί να πας στον αδόξαστο υπέρ του προλεταριάτου, αλλά ο φτωχός που σε χτύπησε να είναι Χρυσή Αυγή, εφόσον στον ΣΥΡΙΖΑ πάνε φτωχοί συνήθως αν είναι σε στυλ Σταθάκη, με καταθέσεις εκατομμυρίων στο εξωτερικό. Οπότε ορθότερα τα ιδεολογικά κριτήρια σε κάθε τροχαίο, ένα κανονικό πιστοποιητικό φρονημάτων –μην το κοροϊδεύουμε, διότι και η ταξική προσέγγιση έχει ακριβώς την ίδια πρόθεση: πλούσιος ίσον δεξιός, άρα, πλήρωνε. Τόσο απλοϊκά.
Αρα, ταξικά κριτήρια σημαίνει χοντρικώς «πιστοποιητικό πολιτικών φρονημάτων». Αλλά κι εκεί πέφτουν έξω –όπως και με την Επανάσταση του ’21. Και με τους Τούρκους. Και με όλα, εφόσον η ζωή είναι ρευστή, αλλοιούμενη, πολυσύνθετη και δεν κόβεται σε μπακλαβαδοκόμματα. Διότι τι δουλειά είχε η πάμπλουτη πλοιοκτήτρια Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα να οργανώσει και να πληρώσει εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες κατά των Τούρκων, να διαθέσει όλα της τα καράβια υπέρ του Μεγάλου Σηκωμού, και να χάσει όλη της την περιουσία στον αγώνα του 1821; Ποια είναι η ταξική προσέγγιση;
Αλλά Μπουμπουλίνες δεν υπάρχουν, μόνο η Μπουμπουλίνας, επί Κατοχής. Σωστά –αλλά από πού, από ποια ηρωική γυναίκα πήρε η οδός το όνομα; Και γιατί; Κι ο μπουρλοτιέρης Κωνσταντίνος Κανάρης, που έγινε καπετάνιος από είκοσι χρονών, και κατόπιν τέσσερις φορές πρωθυπουργός, μήπως ήταν απλός μούτσος και δεν το ξέραμε; Τι λέει γι’ αυτόν η ταξική ανάλυση της Επανάστασης;
Κι ο Ανδρέας Μιαούλης, πλοιοκτήτης – καπετάνιος, που ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση ως διοικητής – ναύαρχος του ελληνικού στόλου, ήταν κι αυτός φτωχός; Πώς το αναλύει σχετικά ο Γκράμσι;
Τα παραδείγματα πάμπολλα. Και είναι βέβαιο πως εξίσου πολέμησαν φτωχοί και πλούσιοι στον Αγώνα (εκτός εξαιρέσεων ένθεν κακείθεν) κι ότι σε τέτοια εθνικά θέματα οι ταξικοί μανιχαϊσμοί εξυπακούουν μόνο πονηρές ψευδοερμηνείες. Οπότε, κάποτε, τα μηνύματα των πολιτικών για το 1821 θα πρέπει να είναι ενωτικά κι εμψυχωτικά όλου του λαού, υπεράνω, διαχρονικά, κι όχι μικροϊδιοτελής, επικαιρική πολιτική προπαγάνδα του κάθε ευκαιριακού αλιγάτορα – αγκιτάτορα. Πώς θα το ‘λεγε συμβολικά ο Ρασούλης: άσ’ το νταχτιρντί να γίνει πατιρντί κανονικό.