Διαβάζοντας τις ομιλίες της Λυδίας Κονιόρδου, στα Περιφερειακά Αναπτυξιακά Συνέδρια, διαπιστώνω την απουσία λέξεων, που θα έπρεπε να είναι μάλλον οικείες και προσφιλείς στην υπουργό Πολιτισμού μιας έστω και δήθεν αριστερής κυβέρνησης: πολιτιστική δημοκρατία, συμμετοχική δημοκρατία, κοινωνική ένταξη, κοινωνική ενσωμάτωση.
Οι υπουργικές αναφορές στην αποφυγή της «αποικιοκρατικής αντίληψης των κέντρων, τα οποία επιβάλλουν πανομοιότυπα μοντέλα και δημιουργούν κακέκτυπα, εμποδίζοντας την κάθε περιφέρεια να αναπτύξει και να αναδείξει τη δική της ταυτότητα…» αποτελούν μια επανάληψη πολυκαιρισμένων στερεότυπων. Μαρτυρούν άγνοια των όσων οι υπηρεσίες και οι φορείς του υπουργείου Πολιτισμού έχουν ήδη αναδείξει τα τελευταία χρόνια και υποτιμούν το γεγονός ότι στα αστικά κέντρα ζει το μεγαλύτερο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού.
Οπως διαμορφώνονται οι συνθήκες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στις πόλεις θα δοκιμαστεί το νέο, βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι πόλεις συγκεντρώνουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού -έρευνες εκτιμούν ότι μέχρι το 2050, επτά στους δέκα κατοίκους του πλανήτη θα ζουν στα αστικά κέντρα –ενώ μαστίζονται από προβλήματα αστικής υποβάθμισης, περιθωριοποίησης, κοινωνικής πόλωσης, κοινωνικού διαχωρισμού και αποκλεισμού. Στη χώρα μας ο ρόλος του πολιτισμού, της πολιτιστικής κληρονομιάς, και ιδιαίτερα των μουσείων μπορεί να αναδειχθεί μέσω των πολιτικών για την κοινωνική ενσωμάτωση σε καθοριστικό παράγοντα της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών, των κατοίκων, και όχι μόνον, στο πολιτιστικό γίγνεσθαι μπορεί να αποτελέσει ουσιαστικό μέρος της λύσης στο ζήτημα της κοινωνικής ενσωμάτωσης, που έθεσε με τρόπο ιδιαίτερα εμφατικό η κρίση. Οταν ιδρύθηκαν τα πρώτα μουσεία του νεοελληνικού κράτους, είχαν αποκλειστική αποστολή την στέγαση των τέχνεργων του παρελθόντος. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν ο τρόπος με τον οποίον εμείς ως θεατές προσλαμβάνομε την τέχνη έχει αλλάξει. Οπως έχει μεταβληθεί και ο τρόπος με τον οποίον εκθέματα και εκθέσεις διατυπώνουν και μεταδίδουν τις αξίες και τα νοήματά τους. Η ελληνική κοινωνία μετασχηματίζεται δραματικά. Τα ζητήματα της κοινωνικής ενσωμάτωσης σε συνδυασμό με την κοινωνική βιωσιμότητα των μουσειακών και των πολιτιστικών οργανισμών τίθενται επιτακτικά.
Στο πλαίσιο αυτό, η οποιαδήποτε κατανομή πόρων εκ μέρους της πολιτείας οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις ποικίλες ανισότητες, να επενδύει στην πολιτιστική εκπαίδευσή τους, να εξασφαλίζει το δικαίωμα της ελεύθερης δημόσιας έκφρασης των διαφορετικών πολιτιστικών ταυτοτήτων, να προσελκύει κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν φοβικά τη συμμετοχή τους στα πολιτιστικά δρώμενα. Πρόκληση είναι η ανάπτυξη μιας δυναμικής που προάγεται από την πρωτοτυπία, το εύρος της κοινωνικής συμμετοχής, τη δυνατότητα διάχυσης και διανομής των πολιτιστικών εκφράσεων προς όσο το δυνατόν περισσότερες κοινωνικές ομάδες. Οταν τον Δεκέμβριο 2014 εγκρίθηκαν από την ΕΕ οι αρχές χρηματοδότησης δράσεων και έργων πολιτισμού, στο πλαίσιο της προγραμματικής περιόδου 2014-2020, πολλά από τα παραπάνω είχαν ενσωματωθεί. Πώς τέσσερα χρόνια μετά το ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπουργείο Πολιτισμού έχει εξειδικεύσει τις πολιτικές του για την κοινωνική ένταξη και ενσωμάτωση; Μήπως έχει παντελώς αδιαφορήσει; Μήπως και στην περίπτωση αυτή αποκαλύπτεται ως δήθεν το πλεονέκτημα της Αριστεράς και στον πολιτισμό;
του υπουργείου Πολιτισμού