Δεν χρειάζεται, νομίζω, να επανέλθουμε σ’ όσα αιώνες τώρα έχουν εξαντληθεί από τον μύθο, την τέχνη, την επιστήμη σχετικά με την παραλληλία παθών της γης και παθών της ανθρώπινης ζωής. Η γέννηση και ο θάνατος και η αιώνια επανάληψή τους είναι πλέον η συνείδηση, τραγική και νομοτελειακή, της ιστορίας.
Ετσι μέρες που είναι, στο τέλος άλλης μιας εβδομάδας των ορθόδοξων παθών και παραμονή της Ανάστασης να ανατρέξουμε σ’ αυτή την εμπειρία που μας πληγώνει και μας τρέφει την ελπίδα πως ίσως αυτό το φορτίο που είναι ο βίος δεν έχει πεπρωμένο τέρμα το μηδέν αλλά όπως ο ώριμος καρπός ξαναβυθίζει στο χώμα τους σπόρους του και επιστρέφει στη μήτρα ώστε να ξαναγεννηθεί.
Ετσι τουλάχιστον μας παρηγορούν οι πανάρχαιοι μεσογειακοί μύθοι. Μέσα σ’ ένα νησάκι του Νείλου οι γυναίκες, πάντα κορυφαίες στο Χορό της τραγωδίας μπροστά στο παλικάρι που υποδύεται τον νεκρό και διαμελισμένο Οσιρι, μοιρολογούν και χτυπιούνται ώσπου ο νεκρός θεός ανασταίνεται και ακολουθούν οι πανηγύρεις εν χορώ και τυμπάνω. Ετσι και ο Ελληνας εξ υιοθεσίας ανατολίτης Διόνυσος διαμελίζεται και πεθαίνει για να αναστηθεί και να ηγηθεί στις εαρινές εορτές της ανθοφορίας και στις θερινές της συγκομιδής ακολουθώντας τις φάσεις των φυσικών γήινων μεταλλάξεων, μεταλαμβάνοντας από το ποτήριον το πλήρες από το αίμα και το σώμα της αμπέλου που παρηγορεί, ναρκώνει, λησμονεί τα βάσανα και ωθεί τα ένστικτα στην ερωτική έλξη, μια ψευδαίσθηση στιγμιαίας αθανασίας.
Κάποτε ακούστηκε το δυσοίωνο μήνυμα «ο μέγας Παν απέθανε» αλλά κάθε τόσο ο άνθρωπος κατά τον ποιητή Εμπειρίκο κάνει «οίστρο της ζωής το φόβο του θανάτου» και ο «πανικός» φόβος είναι η επικρατούσα υπαρξιακή εικόνα του θνητού που δραπέτευσε κάποτε από τον Παράδεισο υποκύπτοντας στον πειρασμό της ελευθερίας.
Τώρα που γράφω, συνειδητοποιώ πως οι μύθοι του θανάτου και της Ανάστασης της φύσης γεννήθηκαν και γαλούχησαν γενιές και γενιές για αιώνες στη Μεσόγειο, Βόρεια Αφρική, παράλια μεσογειακά της Ασίας, Βαλκάνια, Κάτω Ιταλία, Ανατολική Ισπανία και Νότια Αμερική. Στα λεγόμενα εύκρατα εδάφη, ούτε ο παγωμένος Βορράς ούτε η πυρίκαυστη ζώνη του αφρικανικού Νότου ούτε οι απέραντες πεδιάδες και τα απρόσιτα όρη της Ασίας νανούρισαν νήπιους θεούς, θαυματουργούς εφήβους, παθιασμένους έρωτες και αναστημένους νεκρούς.
Σ’ αυτή την περιοχή του κόσμου ο δελφικός Απόλλων ου λέγει ου κρύπτει αλλά κατά τον Ηράκλειτο «σημαίνει». Στο Βορρά λέγει, φανερώνει, ως ορθολογιστής, στο Νότο και στη βαθιά Ανατολή «κρύπτει» ως μυστικιστής. Στη Μεσόγειο εκφράζεται με σημεία που χρειάζονται ερμηνεία, αγώνα, συνοδεία του Ερμή να ερμηνευτούν τα κρυμμένα, να αναδυθεί ο λόγος των πραγμάτων, πίσω από τα φαινόμενα.
Αρα, πορεία μέσω συμπληγάδων, εμποδίων, λαβυρίνθων με τη βοήθεια κάποιου μίτου κάποιας ερωτευμένης Αριάδνης να φτάσει κανείς να συναντήσει το τέρας, να παλέψει και να απαλλάξει τον κόσμο από τον τρόμο, φτάνει να μην ξεχάσει ν’ αλλάξει στο πλοίο τα μαύρα πανιά υψώντας τα λευκά της ελευθερίας.
Μια τέτοια πορεία προς την ελευθερία που ονομάζουμε Ανάσταση βιώνουμε κάθε χρόνο την εποχή που η φύση χωρίς ούτε στιγμή να προδώσει τον προορισμό της αποτινάζει τα σάβανα του χειμώνα και αναγεννάται. Μέσα από τα βάθη του γήινου τάφου της ξυπνά το σπόρο και αναδύεται στον ελεύθερο αέρα της ζωής.
Μόνο στον Νότο γιορτάζεται και τιμάται αυτή η αιώνια επανάληψη. Και μόνο στον Νότο η λογική μπολιάζεται με τη φαντασία ή, αν θέλετε, με την ψευδαίσθηση της αθανασίας.
Πάρτε τρία μεγάλα κείμενα της λογοτεχνίας για να κατανοήσετε μαζί μου την αλήθεια. Στην «Οδύσσεια» του Ομήρου ο Οδυσσέας κατεβαίνει στον Αδη και συνομιλεί με ήρωες, αμαρτωλούς, μάντεις, τη νεκρή μητέρα του. Στον «Οδυσσέα» του Τζόις ο ήρωας αντί να περιπλανιέται στον κόσμο αντιμετωπίζοντας Κύκλωπες, θυμωμένους Ποσειδώνες, Λαιστρυγόνες, Κίρκη, Λωτοφάγους, Συμπληγάδες, Σειρήνες περιφέρεται στο Δουβλίνο από ταβέρνα σε πορνείο και από βενζινάδικο σε συμμορίες. Αλλά ο Καζαντζάκης στη δική του «Οδύσσεια» ταξιδεύει τον αξεδίψαστο ήρωά του σε χώρες μακρινές, σε άλλα ήθη, άλλες θρησκείες, άλλες ιδέες για να μπορέσει να φτάσει στο παγωμένο μηδέν του παγωμένου Νότιου Πόλου, στο τέλος του σύμπαντος.
Μια τέτοια Οδύσσεια είναι η Εβδομάδα των Παθών. Ο υιός του Θεού οδεύοντας προς το μαρτύριο και την Ανάσταση συναντά την τραγική ανθρωπότητα και πολύ σοφά ονομάστηκε αυτή η «περιπέτεια» (όρος του Αριστοτέλη) «θείο δράμα». Οπως στην ελληνική εφεύρεση, την τραγωδία, οι ασεβείς, οι αμαρτωλοί, οι αλαζόνες, οι προδότες, οι αιμομίχτες, οι παιδοκτόνοι, οι μητροκτόνοι, οι συζυγοκτόνοι, οι αυτοκτόνοι δ’ ελέου και φόβου φτάνουν στην των τοιούτων παθημάτων Κάθαρσιν, έτσι και η εβδομάδα που ονομάζεται Μεγάλη αφιερώνεται με μεγαλοφυή ποιητικά κείμενα στην πόρνη, στις παραπλανημένες εκτός νυμφώνος παρθένες, στον προδότη, τον άπιστο, δύσπιστο ληστή, τον δειλό μαθητή, τον άπιστο μαθητή, στις αιώνιες γυναίκες που παραστέκουν στο νεκρό και παρηγορούν τις μάνες, στους καιροσκόπους ηγεμόνες και τους μετανοημένους ληστές.
Δηλαδή στην ανθρωπότητα που επέλεξε κατά τον βιβλικό μύθο την απορία, την έρευνα, τη γνώση και τον μόχθο της, τις στρατηγικές επιβίωσης, την αμάχη, την πάλη των φύλων, την έχθρα των φυλών, την προδοσία της φιλίας και το φιλί της προδοσίας αφήνοντας τον κόσμο του ενστίκτου στον Κήπο της Αμεριμνησίας και τα τέσσερα πόδια.
Η απόλαυση της ηδονής, σωματικής, ψυχικής, διανοητικής, η απόλαυση της αμοιβής με τα τριάκοντα αργύρια ως αντίτιμο στο φιλί της προδοσίας, οι τύψεις του μαθητή που αρνήθηκε τον Δάσκαλο, οι παρθένες που χάσανε τον δρόμο της σωτηρίας, ο αμετανόητος ληστής, οι θρηνούσες γυναίκες και οι αιώνιες μυροφόρες και μοιρολογίστρες αλλά και η απαρηγόρητη μάνα και ο αγαπημένος μαθητής και ο μετανιωμένος προδότης είναι μια τραγική συμπερίληψη όπου ο Διόνυσος συναντά τον Ιησού, όπως αριστουργηματικά το κατέθεσε ο μεγάλος Αγγελος Σικελιανός και υποδόρια ο Κωνσταντίνος Καβάφης. Οπως σημείωσα και άλλοτε, στον κατάλογο των κυρίων ονομάτων που αναφέρονται στα ποιήματα του Καβάφη ο Διόνυσος και ο Χριστός έχουν τις περισσότερες και ισάριθμες αναφορές!
Και στις τραγωδίες και στο θείο δράμα υπάρχει κάθαρσις. Καθαίρονται τα πάθη, αναγνωρίζονται και τιμωρούνται οι αμαρτίες, βλέπουν οι τυφλοί των παθών την αλήθεια που τους έκρυβε την οφθαλμαπάτη της έπαρσης. Και οι Οιδίποδες οδηγούνται στον Κολωνό όπου τους επιφυλάσσεται μια ανάσταση, έστω μια ανάληψη.
Αλήθεια, ο μαθητής και ταμίας Ιούδας που πρόδωσε και μετάνιωσε και επέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια και κρεμάστηκε από τύψεις, τι απέγινε άραγε; Συγχωρέθηκε;
Ο Πέτρος που τον αρνήθηκε τρις κυβερνάει ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους από τη Ρώμη. Η πόρνη συγχωρέθηκε γιατί «πολύ ηγάπησε». Ο Παύλος έπρεπε ν’ αλλάξει όνομα για να δει φως αληθινό πνίγοντας στη λήθη τον Σαύλο. Ο ληστής που μετάνιωσε σώθηκε και πορεύτηκε προς τον Παράδεισο.
Ολοι μέσα μας κρύβουμε έναν Ιούδα, αφού καθημερινά υποκύπτουμε στον πειρασμό και την ηδονή του σώματος, της εξουσίας, του κέρδους. Πόσοι άραγε επιστρέψαμε τα αργύρια;
Εξάλλου, η υπόσχεση για ανάσταση νεκρών δεν αναφέρει εξαιρέσεις. Οσο για την εσχάτη κρίση, έχουμε καιρό! Καλό Πάσχα.