Λαϊκή Ενότητα 1,5%. ΑΝΤΑΡΣΥΑ 1,2%. ΛΑΟΣ 1,4%. Πλεύση Ελευθερίας 1,4%. Ελληνική Λύση 1,7%. ΜέΡΑ 25 1,2%. Τα ποσοστά πρόθεσης ψήφου είναι από την τελευταία έρευνα της Κάπα Research σε δείγμα 8.000 περίπου ατόμων. Για να το πούμε με λόγια –αντί των αριθμών –τα αντισυστημικά κόμματα πλέον καταγράφονται στις μετρήσεις της κοινής γνώμης. Κι αν κάποιος δεν πείθεται από τα συγκεκριμένα ποσοστά για το κλίμα που επικρατεί στο εκλογικό σώμα κατά του λεγόμενου συστήματος, υπάρχουν κι εκείνα των απαντήσεων στην ερώτηση «Ποια χαρακτηριστικά θα έχουν όσοι καταφέρουν να εκλεγούν στις αναμετρήσεις του 2019;». «Οι υποστηριζόμενοι από τοπικά ή κεντρικά οικονομικά συμφέροντα» 43%. «Οσοι έχουν πρόσβαση στα μίντια», τα παραδοσιακά, 41%. «Ατομα κομματικών μηχανισμών» 40%. Η αντισυστημική ψήφος είναι κάτι που συζητούν πολύ, όχι μόνο στα κομματικά επιτελεία αλλά και στα πηγαδάκια των δημοσκόπων. Ορισμένοι δε στην πολιτική αγορά πιστεύουν πως μεγάλη μερίδα των απογοητευμένων του ΣΥΡΙΖΑ θα μετακινηθεί σε κόμματα σαν τα παραπάνω –και όχι προς την ανασυγκροτημένη κεντροαριστερά του Κινήματος Αλλαγής.
Οι κυρίαρχες αναλύσεις για τα νούμερα που θα γράψει η αντισυστημική ψήφος είναι δύο. Αυτή που λέει πως υποτιμάται και θα μας εκπλήξει στις κάλπες. Κι άλλη, σύμφωνα με την οποία θα επιβιώσει ο διπολισμός και ο ΣΥΡΙΖΑ θα κρατηθεί ψηλά. Κυρίως επειδή, αν και σύστημα εξουσίας πια, καλλιεργεί τον αντισυστημισμό πιστεύοντας ότι θα τον καρπωθεί. Πώς; Αφομοιώνοντάς τον με την παλιά παραδοσιακή πελατειακή μέθοδο. Στην ανάγνωση γνωστού δημοσκόπου, πάντως, το μεγαλύτερο μέρος όσων δηλώνουν αναποφάσιστοι φαίνεται να στρέφεται στα δεξιά αντισυστημικά κόμματα. Δεν θα απέκλειε, δηλαδή, «να γίνει της Ιταλίας». «Ο ΣΥΡΙΖΑ», ωστόσο, «έχει λαμβάνειν αν ξαναπλασαριστεί ως αντισυστημικός». Τα αριστερά αντισυστημικά κόμματα, πάλι, δεν μοιάζει να έχουν ελπίδες. Οπως χαρακτηριστικά το θέτει «δεν υπάρχει Αριστερά στη χώρα. Η τάση είναι, όπως και στην Ευρώπη, προς τα δεξιά». «Ακόμη και οι ψηφοφόροι της Κωνσταντοπούλου δεξιοί αντισυστημικοί είναι» λέει χαριτολογώντας. Ολα αυτά, βέβαια, τα υποστηρίζει υπό την αίρεση πως «από το 2010 κι έπειτα οι διαθέσεις του εκλογικού σώματος διαμορφώνονται τον τελευταίο μήνα πριν από την κάλπη».