Η μονοκρατορία του Ταγίπ
Στα όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη με γεωμετρική πρόοδο αυξανόμενη ένταση εκατέρωθεν του Αιγαίου, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε, παρακαλώ, δύο παραμέτρους προκειμένου να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει:
1. Στην Τουρκία των μύριων όσων προβλημάτων παίζει δυνατά το ενδεχόμενο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ίσως και στις αρχές του καλοκαιριού, ώστε οι δυνάμεις που στηρίζουν τον Ερντογάν και το σχέδιό του να μεταβάλει την Τουρκία από προεδρευόμενη δημοκρατία (λέμε τώρα…) σε προεδρική να πολλαπλασιαστούν.
2. Τον Νοέμβριο του 2019 έχουμε προεδρική εκλογή από τη Βουλή της γειτονικής χώρας (την Εθνοσυνέλευση), όπου ο Ερντογάν θα επιχειρήσει μέσω της επανεκλογής του να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία, ώστε να ολοκληρώσει τον μετασχηματισμό τού πολιτεύματος της Τουρκίας.
Στο πλαίσιο αυτό είναι εμφανές ότι αναζητεί συμμάχους. Εως τώρα έχει εξασφαλίσει τη στήριξη του εθνικιστή Μπαχτσελί και ουδενός άλλου. Ψάχνεται. Θέλει να εδραιώσει τη μονοκρατορία του. Και ένας μόνο τρόπος υπάρχει για να το πετύχει –να καταστεί ο αδιαφιλονίκητος εθνικός ηγέτης, ένας νέος Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος θα συσπειρώσει στο πρόσωπό του όλους τους Τούρκους. Ε, αυτό κάνει τώρα με τον πολυμέτωπο που έχει ανοίξει προς όλες τις κατευθύνσεις.
Νταϊλίκια της κακιάς ώρας
Για μένα πάντως η ουσία δεν είναι στο τι κάνει ή δεν κάνει ο Ερντογάν προκειμένου να συσπειρώσει τους Τούρκους ή να αποπροσανατολίσει τον λαό του (από την επερχόμενη οικονομική καταιγίδα που τον απειλεί), ή ακόμη να επικαλύψει τον βιασμό κάθε έννοιας δημοκρατικών θεσμών στη χώρα του –όχι.
Για μένα το σοβαρότερο είναι ότι η δική μας κυβέρνηση τον ακολουθεί κατά πόδας στην προσπάθειά του. Τι εννοώ; Οτι προφανώς δεν προσφέρει τίποτε στο κύρος της χώρας μας το γραφείο του έλληνα Πρωθυπουργού να αποκαλεί τον Ερντογάν «σουλτάνο». Και προφανώς επίσης δεν τη βοηθούν –καθόλου μάλιστα –οι λεονταρισμοί του υπουργού Καμμένου, ότι τάχα μου και δήθεν ο τουρκικός στρατός είναι αποδεκατισμένος και ασυντόνιστος, και άρα, ελληνικέ λαέ, σε διαβεβαιώνω εμμέσως πλην σαφώς ότι αν συμβεί «κάτι», τους «έχουμε» τους τουρκαλάδες.
Αυτά είναι νταϊλίκια της κακιάς ώρας, επιπέδου καυγά δεκαπεντάχρονων στην αυλή του σχολείου, στο διάλειμμα, και δεν αρμόζουν σε σοβαρούς υπουργούς σοβαρής χώρας.
Και είναι άλλη μία απόδειξη –και αυτές οι δηλώσεις –ότι μπροστά στον μέγα στόχο της διατήρησής του στην καρέκλα της πρωθυπουργίας ο πρωθυπουργός, ο «όμηρος Καμμένου» πρωθυπουργός Τσίπρας, καταπίνει αμάσητα κάτι τέτοια που σε διαφορετική περίπτωση, και σε άλλη φάση, θα τον είχαν οδηγήσει στην απόλυση του υπουργού του.
Μπρος γκρεμός…
Τούτων δοθέντων και για να ολοκληρώσουμε:
– Απέναντι έχουμε έναν Ερντογάν, ο οποίος κάνει ό,τι μπορεί για να κερδίσει τη στήριξη του λαού του στους πολέμους, πραγματικούς και λεκτικούς, που διεξάγει.
– Από δω έχουμε μια κυβέρνηση αδύναμη η οποία στην προσπάθειά της να κρατηθεί στην εξουσία παίζει με τη φωτιά, αδιαφορώντας για το τι μπορεί να κοστίσει αυτό στον ελληνικό λαό.
– Και στις κερκίδες έχουμε και τους τρίτους, τους παρατηρητές, που κάθονται στην εξέδρα και παρατηρούν αμέτοχοι, σαν να μην τους αφορούν όλα αυτά. Ευρωπαϊκή Ενωση, Αμερικανοί, Αγγλοι, γείτονές μας (Βούλγαροι κ.λπ.), συναγωνίζονται σε αδιαφορία…
Συμπέρασμα δεν χρειάζεται νομίζω να εξαγάγω. Είναι σαφές ότι έχουμε μπλέξει. Και μακάρι να μην έχουμε μπλέξει τόσο άσχημα όσο διαφαίνεται ότι μπορεί να μπλέξουμε.
Απ’ την «Γιαβούζ» εώς τον Εβρο
Επίσης, για να αντιληφθούμε τις συνθήκες που επικρατούν πλέον ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία (και που –μην αναλωθούμε τώρα σε ψευτοεθνικισμούς –δεν είναι αποκλειστικά ευθύνη των γειτόνων…), θα αναφέρω κάτι που είχε συμβεί τον Δεκαπενταύγουστο του 1996, στην Κω, επτά μόλις μήνες μετά τα Ιμια. Αντιγράφω από δημοσίευμα της εποχής:
«Εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων και σε απόσταση 500 μέτρων από τις βορειοανατολικές ακτές της Κω, στα αβαθή της άκρας Αμμόγλωσσα, προσάραξε την Τρίτη το βράδυ στις 11.15 η τουρκική φρεγάτα “Γιαβούζ”, που διέπλεε υπό συνθήκες αβλαβούς διέλευσης το στενό Κω – Τουρκίας μαζί με ένα τουρκικό αντιτορπιλικό. Τελικά χθες, λίγο πριν από το μεσημέρι στις 12, η φρεγάτα αποκολλήθηκε με τη βοήθεια μέσων του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και στη συνέχεια έπλευσε στον τουρκικό ναύσταθμο του Αξάζ, απέναντι από τη Ρόδο για επισκευές».
Η δίκη των έξι του ΤΑΙΠΕΔ
Η χθεσινή είδηση από το δικαστικό δελτίο (ή το καθημερινό δελτίο διώξεων, όπως θα λέγαμε) δεν αφορά τα οικονομικά των κομμάτων, όπως προβλέπει ο σχετικός κυβερνητικός προγραμματισμός (και τον είδαμε αποτυπωμένο σε κυριακάτικα και δευτεριάτικα ΦΕΚ) αλλά σε μια δίωξη που θα βάλει την κυβέρνηση πάλι σε περιπέτειες. Το Συμβούλιο Εφετών εξέδωσε βούλευμα με το οποίο παραπέμπει να δικαστούν έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ για μια υπόθεση του 2013 που αφορά τη μνημονιακή υποχρέωση, της πώλησης και εν συνεχεία μίσθωσης 28 ακινήτων του Δημοσίου. Η κατηγορία που βαραίνει τους εμπειρογνώμονες, τρεις Ελληνες και τρεις ξένους (αν δεν κάνω λάθος, πρόκειται για μια Ιταλίδα, έναν Ισπανό και έναν Λετονό), είναι συνεργεία σε απιστία. Και είναι αυτή ακριβώς η υπόθεση από την οποία εξάρτησαν τη γ’ αξιολόγηση οι δανειστές, απαιτώντας την απαλλαγή των εμπειρογνωμόνων ως άδικη. Η κυβέρνηση την υποσχέθηκε, δεσμεύθηκε κι από πάνω ότι θα το λήξει το θέμα, και ω του θαύματος, μετ’ ολίγον, όλως τυχαίως και αυθορμήτως, η τότε παραπομπή επανήλθε και πάλι στη Δικαιοσύνη για επανεξέταση (αλλιώς πώς θα περνάγαμε την αξιολόγηση). Και τώρα, χθες, το «λυμένο θέμα» τής προέκυψε της κυβέρνησης ως «φασούλι» του Συμβουλίου Εφετών.
Υποθέτω ότι στις Βρυξέλλες κάποιοι θα αφρίσουν με αυτή την παραπομπή, και θέλω να δω τι ντρίπλες θα κάνει ο υπουργός Τσακαλώτος για να τους αποφύγει…
Η πλάκα είναι ότι τον Ιούλιο του 2015, λίγο μετά το δημοψήφισμα, και ό,τι τέλος πάντων εξελισσόταν τότε στη χώρα μήπως και γλιτώσουμε το Grexit, το Μέγαρο Μαξίμου δήλωνε για την υπόθεση αυτή πολύ αυστηρά:
«Η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και να μην παρεμβαίνει, ούτε καν αξιολογικά, στο έργο της. Η απόδοση, όμως, των ευθυνών και η αποκατάσταση της ζημιάς που έχει προκληθεί στη δημόσια περιουσία αποτελούν απαίτηση της κοινωνικής πλειοψηφίας και κυρίαρχο μέλημα αυτής της κυβέρνησης».
Πώς τώρα από την άκαμπτη έως και ηρωική αυτή θέση περάσαμε τον Οκτώβριο του 2017 στην αναπομπή της υπόθεσης στη Δικαιοσύνη για να παρακάμψουμε τον «κάβο» της γ’ αξιολόγησης, αυτό πραγματικά είναι ένα ακόμη από τα μεγάλα και θαυμαστά έργα αυτής της κυβέρνησης…