Απόψε Μεγάλη Παρασκευή, ο κύριος Δημοσθένης Παϊκόπουλος έχει την τιμητική του. Πρωτοψάλτης στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Αιγάλεω, είναι ο παλαιότερος στην Αθήνα, ο τελευταίος ίσως των Κωνσταντινουπολιτών που φέρουν μια μακρά κληρονομιά στην ψαλτική τέχνη. Γεννημένος το 1929, λάτρης της μουσικής, γνώστης της βυζαντινής, αλλά και ανεξίθρησκος με όλα τα είδη, επιμένει στην εκδοχή της ακουστικής παράδοσης και την διαδίδει στις νεότερες γενιές. Οπως απόψε που πολλοί νέοι θα κάτσουν δίπλα του στο αναλόγιο στην ύψιστη στιγμή των ψαλμών. Ο Παϊκόπουλος έζησε και συνέπραξε με ψάλτες – θηρία, όπως ο Κωνσταντίνος Πρίγγος ή ο Θρασύβουλος Στανίτσας, βίωσε τη σκληρή εποχή των διωγμών στην Κωνσταντινούπολη, απελάθηκε εξάλλου με άλλους Ελληνες το τρομερό 1964. Εδώ και 53 χρόνια κάνει κάθε εβδομάδα με σταθερότητα το δρομολόγιο από το Μπουρνάζι όπου διαμένει μέχρι το Αιγάλεω που ψάλλει, πιστός στην τέχνη και την πίστη του.
Η καταγωγή σας ποια είναι;
Η καταγωγή μου είναι από τα Καλάβρυτα, από τη Δάφνη ή Παλαιά Στρέζοβα. Η μητέρα μου ήταν από τα νησιά του Μαρμαρά, το γένος Αθανασιάδη.
Πού γεννιέστε;
Στην Αντιγόνη, στα Πριγκηποννήσια. Πώς βρέθηκε ο πατέρας μου εκεί; Στην Πόλη υπάρχουν τρία μοναστήρια: στην Πρίγκηπο η Μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά, η δεύτερη στην Αντιγόνη, η του Αγίου Γεωργίου Καρύπη, η τρίτη μονή στο Φανάρι, πέντε λεπτά από Πατριαρχείο η Μονή Παναγίας και Παραμυθίας. Και τα τρία είναι ελληνικά μετόχια. Το πρώτο της Αγίας Λαύρας και τα άλλα δύο του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων. Οταν το 1874 έγινε ο μεγάλος σεισμός στην Πόλη και κατέρρευσε ο Κουδουνάς, η Μονή της Αγίας Λαύρας έστειλε τον μοναχό Διονύσιο Παϊκόπουλο ηγούμενο στην Πόλη. Αυτός ήταν θείος του πατέρα μου. Με την παρέλευση των χρόνων, ζήτησε από τον ξάδελφό του να του στείλει ένα παιδί να το μεγαλώσει εκείνος. Είχε επτά παιδιά αυτός και έτσι έστειλε τον πατέρα μου. Ο πατέρας μου μεγάλωσε εκεί και έγινε και ιερέας και επιστάτης σε Καρύπη και Φανάρι στο μοναστήρι Παναγίας και Παραμυθίας. Εγώ γεννήθηκα στο νησί Αντιγόνη το 1929. Ο πατέρας μου όλο τον χειμώνα λειτουργούσε στο Φανάρι. Το καλοκαίρι ήμασταν στην Αντιγόνη. Το δημοτικό σχολείο που πήγα ήταν στον Μπαλατά που συνορεύει με το Φανάρι.
Οι ψάλτες τότε ποιοι είναι; Τα πρώτα σας ακούσματα δηλαδή.
Γεννήθηκα, στην πιο καλή εποχή, την γόνιμη εποχή ιεροψαλτών. Αρχων ήταν ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης. Τεράστια μορφή. Σχεδόν γείτονάς μας και πολύ φίλοι με τον πατέρα μου. Ερχόταν και έψαλλε και στην εκκλησία του πατέρα μου. Από έξι ετών με έβαζε στο αναλόγιο και έψαλλα, θυμάμαι την τεράστια φωνή του που δεν μπορείς να καταλάβεις από κασέτες σήμερα. Ηγεμονική φωνή, την έχω στα αφτιά μου ακόμη. Με επηρέασε πολύ.
Στο σπίτι ψάλλατε;
Τρώγαμε το μεσημέρι. Μετά το φαγητό, ψάλαμε με τον πατέρα μου, με έπαιρνε στην εκκλησία, δεν ήξερα μουσική αλλά ήξερα τα πάντα απ’ έξω!
Αλλοι;
Το 1938 ο Κωνσταντίνος Πρίγγος αντικατέστησε τον Ναυπλιώτη. Ηταν ομοίωμα φωνητικό του Ιακώβου Ναυπλιώτη, αλλά με απαλότερη φωνή. Πολύ ωραίος. Τον είχε λαμπαδάριο, αριστερό ψάλτη δηλαδή. Με την ευκαιρία: Μόνο στο Πατριαρχείο λέγεται λαμπαδάριος, εδώ είναι αριστερός ψάλτης. Ο δεξιός επίσης λέγεται πρωτοψάλτης μόνον στο Πατριαρχείο.
Επίσημα από πότε ψέλνετε;
Από δέκα ετών, όταν αντικατέστησε ο Πρίγγος τον Ναυπλιώτη. Ο Πρίγγος τότε έψελνε στην Πρίγκηπο. «Εμαθα για τον γιο σου, είπε μια μέρα στον πατέρα μου, πως είναι καλλίφωνος. Στείλ’ τον στον Πατριαρχείο!».
Με Πατριάρχη τότε;
Τον Βενιαμίν. Το 1939.
Πώς ήταν τότε οι σχέσεις των Ελλήνων με τους Τούρκους;
Πολύ κακή. Από τότε άρχισαν τα δεινά. Η Τουρκία τότε έβαλε μια τεράστια φορολογία στους Ελληνες, να πληρώσουν τρεις φορές την περιουσία τους. Οσοι δεν μπορούσαν τους έστελναν στα βάθη της Ανατολής, πολλοί έμειναν εκεί, εργάζονταν σε κάτεργα. Το Φανάρι ήταν το κέντρο του ελληνισμού, πολύ κόσμος, έντονο στοιχείο, με αυτή την πίεση, άρχισε να αλλάζει. Ξέρετε, υπήρχε και ο τούρκικος εθνικισμός του απλού λαού. Μπαίναμε σε βαποράκι για τα Πριγκηποννήσια, μιλάγαμε και σηκωνόταν κάποιος και σε ρώταγε απειλητικά «γιατί μιλάς ελληνικά;» Στους ιερείς μας πετούσαν πέτρες. Τότε διέταξε ο Βενιαμίν οι κληρικοί να μην φορούν ράσα. Μόνον καπέλο μπορσαλίνο και κοστούμι μαύρο.
Εσείς ψέλνατε τότε;
Ημουν τέσσερα χρόνια στο Πατριαρχείο, μέχρι που γύρισε η φωνή μου, άνδρεψε και ψέλνω και στην εκκλησία του πατέρα μου. Πάω βοηθός στη Χαλκηδόνα απέναντι, στην Αγία Ευφημία, όπου έψελνε ο μεγάλος Γεώργιος Καρακάσης, μαθητής του Ναυπλιώτη. Εκεί έμεινα τριάμισι χρόνια. Η πρώτη διαδρομή μου. Από το Φανάρι αρχίσαμε να φεύγουμε από το 1947. Πήγαμε μόνιμα στην Αντιγόνη από τότε δηλαδή. Βέβαια κάθε Κυριακή και εορτή κατέβαινε ο πατέρας μου στο Φανάρι.
Το 1955 με τα εφιαλτικά Σεπτεμβριανά πού είστε;
Επειδή ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας, το όνειρό μου ήταν αυτό, από πρώτη λυκείου πήγα να σπουδάσω στην Αθήνα. Πήγα παράλληλα φροντιστήριο. Διάβασα τα μαθήματα της πρώτης λυκείου, έδωσα εξετάσεις στην Πάτρα και πέρασα στη δευτέρα Λυκείου. Φοίτησα εκεί στα Ψηλά Αλώνια, έμενα σε μια θεία μου. Μετά ήλθα στην Αθήνα, στο 5ο Γυμνάσιο. Πήγα φροντιστήριο στην Πλατεία Αιγύπτου, αν και δεν μπήκα τελικά στο Πολυτεχνείο. Μπήκα Φυσικομαθητική, μέχρι το 1952, κάνω ένα έτος μόνον και πήρα μεταγραφή στην Πόλη, γράφομαι στο Robarts College για μηχανικούς. Το 1955 ήμουν στην Πόλη λοιπόν, πρωτοψάλτης, στον Αγιο Νικόλαο στο Τοπ Καπί. Την έζησα πολύ αυτή την εποχή. Ημουν λογιστής σε ένα πολύ καλό βιβλιοπωλείο της Πόλης, του Μαζαράκη, συγκεκριμένα. Είχε κατάστημα και στο Σύνταγμα. Ημουν τότε αρραβωνιασμένος με την κόρη του παπά του Αγίου Νικολάου. Δεν ξέραμε τίποτε για τα γεγονότα. Μόλις τελειώσαμε τη δουλειά μού λέει η μάνα μου: ελάτε στο νησί να φάμε. Πήγαμε στην Αντιγόνη. Δεν ξέραμε τι είχε γίνει. Μια τούρκικη εφημερίδα είχε προηγηθεί με τίτλο πως βάλανε βόμβα στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη. Αυτοί ήταν προετοιμασμένοι με μεγάλες ομάδες ανθρώπων. Ξεχύνεται ο κόσμος το απόγευμα, κατά τις πεντέμισι, παντού σπάνε και λεηλατούν. Εμπαιναν και μέσα σε σπίτια. Οδηγός για τη λεηλασία ήταν ο δήμαρχος. Αυτός έδινε οδηγίες τι θα σπάσουν. Στα νησιά όμως δεν πρόλαβαν να επιτεθούν. Με το πρώτο βαποράκι εμείς πάμε στις δουλειές μας την άλλη μέρα, συζητάγανε εκεί για το θέμα. Οταν φτάσαμε στον Γαλατά δεν υπήρχε κατάστημα όρθιο. Ολα σπασμένα. Αμέσως αναρωτηθήκαμε τι γίνονται οι γονείς της αρραβωνιαστικιάς μου. Μπαίνουμε σε ταξί και πάμε Τοπ Καπί. Πλησιάζουμε στο σπίτι της, μέσα σε ναό βλέπουμε στρατιώτες, η εκκλησία κάπνιζε ακόμη, είχαν σπάσει τα πάντα. Ηταν ένα ερείπιο πλέον. Μπήκαμε μέσα, όλα καμένα. Μέχρι τα ρούχα. Ευτυχώς είχαν γλιτώσει οι δικοί της. Μπήκε κόσμος με ρόπαλα, μας είπε μετά ο παπα-Γιώργης, ο πατέρας της.
Υστερα από αυτό πώς αντέδρασαν οι Ελληνες;
Επιασε τον κόσμο μια φοβία. Ημασταν 85.000 τότε. Από το 1955 μέχρι το 1964 που γίνανε απελάσεις, φύγανε 15.000.
Εσείς πότε απελαθήκατε;
Το 1964. Ξεκίνησαν ως εξής οι απελάσεις: μάθαμε πως πιάσανε 400 άτομα και τους στείλανε Ελλάδα. Σιγά σιγά μάθαμε πως θα φύγουνε όλοι και πως θα μας ειδοποιούσαν με επιστολή. Ετσι την έλαβα κι εγώ. Σε δέκα μέρες μάζεψα τα πράγματα. Μου είπαν μάλιστα οι Τούρκοι: πού τις πας τόσες βαλίτσες; μία θα πάρεις. Με την παρέλευση μηνών και χρόνου, ο πατέρας μου μού έστελνε πράγματα. Οι υπερήλικοι έμειναν, αν και τα επόμενα χρόνια απελάθηκαν και αυτοί.
Αθήνα πότε έρχεστε και πού μένετε;
Στην Αθήνα έμεινα σε έναν πρώτο ξάδελφό μου στο Αιγάλεω. Και ευτυχώς είχα την ψαλτική, βρήκα αμέσως θέση ιεροψάλτου. Ο ιερέας του Αγίου Σπυρίδωνα στο Αιγάλεω μού είπε: «Θέλω να σε πάρω εδώ αλλά τώρα δεν μπορώ». Είχε ψάλτη. Πήγα στον ναό Αναλήψεως στον Σκαραμαγκά όπου έψαλλα για εννιά μήνες. Τον Οκτώβριο με φώναξε στον Αγιο Σπυρίδωνα. Από το 1965 είμαι εκεί, με ένα κενό πέντε ετών. Το 1980-86 πήγα στην Αγία Παρασκευή Καλλιπόλεως και στον Αγιο Σπυρίδωνα Πειραιώς.
Οι μεγάλοι ψάλτες στην Αθήνα τότε ποιοι ήταν; Ηταν ο Στανίτσας;
Αυτός απελάθηκε πριν από μένα. Εγώ την 1η Οκτώβρη 1964, αυτός τον Απρίλιο, πριν. Είχα συμπράξει μαζί του στην Πόλη. Από το 1956 μέχρι το 1959 είχα διοριστεί από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα δεύτερος δομέστικος του Πατριαρχείου, βοηθός του Στανίτσα. Ηταν ο καλύτερος στη σειρά του.
Τι εννοούμε όταν λέμε πως κάποιος είναι ο καλύτερος ψάλτης;
Καταρχάς, η βυζαντινή μουσική, είναι δύσκολη στο εξής: ενώ στη δυτική υπάρχει μια παρτιτούρα και την διαβάζεις η βυζαντινή μουσική σού λέει και πώς θα ψάλεις την κάθε νότα. Είναι περισσότερο ακουστική η παράδοσή μας. Εχει σημασία το πώς τα έλεγαν οι παλιοί αλλά αυτό ήταν δύσκολο να μεταδοθεί. Και σήμερα δεν υπάρχει πια Πόλη· η Πόλη, ξέρετε, ήταν ηφαίστειο μουσικής, ήταν λάβα. Επειδή έχω αυτή την αγάπη της μουσικής, στέκομαι στην άγραφη παράδοση, τα ακούσματα να μπορέσω να τα μεταδώσω και με σεμινάρια, σε σχολές ψαλτών ή σε σχολεία.
Εσείς ψέλνετε στον Αγιο Σπυρίδωνα πάνω από 50 χρόνια. Τότε, το ’60, άλλοι μεγάλοι ψάλτες;
Μεταπολεμικά ήλθαν πολλοί από την Πόλη. Ο Μαγούρης ήταν εδώ. Και εδώ είχε καλούς. Ο Ταλιαδώρος στη Θεσσαλονίκη μαζί με Θεοδοσόπουλο. Ο Αθανάσιος Καραμάνης επίσης.
Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος;
Πολύ καλός φίλος. Αυτός με τι αγάπη αγκάλιασε τους ψάλτες της Πόλης!
Η Μεγάλη Εβδομάδα τι σημαίνει για εσάς;
Είναι το κέντρο απόδοσης του ψάλτη. Θα δείξει την τέχνη του. Η κορυφαία στιγμή της υμνωδίας και η μεγαλύτερη εβδομάδα. Αρχίζει από το Τριώδιο, όλη η περίοδος είναι το ύψος της υμνωδίας. Ο ψάλτης θέλει να είναι καλά, να μην αρρωστήσει. Ερχονται εδώ να τους δείξω πώς θα το ψάλουν. Κι εγώ πάντα δεν παύω να αισθάνομαι το μεγαλείο της Μεγάλης Εβδομάδας.
Τι σημαίνει η Μεγάλη Παρασκευή για εσάς τους ψάλτες κύριε Παϊκόπουλε;
Ερχονται στο μυαλό μας οι ύμνοι των Εγκωμίων, η έξοδος του Επιταφίου, η Περιφορά, αυτά έχουν τη μαγεία. Στην Πόλη διαλέγαμε καλλίφωνες κοπέλες που έψαλλαν. Το έκανα και εδώ, αν και τώρα δεν βρίσκεις εύκολα. Γυναίκες πάντως ψάλτες υπάρχουν…
Στο Αιγάλεω πώς ψέλνετε;
Εγώ έχω πάντα δύο και τρεις βοηθούς και έρχονται και άλλοι που θέλουν να μάθουν. Πάντα έχω στο αναλόγιο πολύ κόσμο γύρω.
Νέοι έρχονται;
Ναι. Η διαφορά είναι πως στην Πόλη άρχιζαν από επτά – οκτώ ετών, εδώ έρχονται μεγαλούτσικα. Αυτά που πρέπει να μάθει το παιδί είναι το πρωί σε όρθρο κι αυτό είναι δύσκολο. Στην Πόλη αρχίζαμε εννιά παρά τέταρτο, εδώ επτά. Ερχονται νέοι, ευτυχώς.
Τι προϋποθέτει η ψαλτική;
Φωνή. Να μην είναι παράφωνο το παιδί. Από κει και πέρα είναι η επαφή με τον ψάλτη. Να συμψάλλει, να ακούει πώς ψάλλεις, αυτό που λέμε ακουστική παράδοση. Θέλει προσήλωση. Να είναι κοντά σου τέσσερα – πέντε χρόνια, ας πούμε.
Ο ψάλτης πρέπει να είναι ένθεος;
Εγώ λέω οτι ο ψάλτης πρέπει την ώρα που εκτελεί τα άσματα να προσεύχεται, να πιστεύει αυτό που κάνει, διότι αν δεν πιστεύει δεν το νιώθει ο εκκλησιαζόμενος. Φαίνεται πότε θέλει να δείξει την φωνή του και πότε το πιστεύει αυτό που λέει.
Διδάσκεται σήμερα αυτή η τέχνη;
Ευτυχώς ναι. Περισσότερο εγώ διδάσκω σε ωδεία και βοηθώ για εξετάσεις τους μαθητές. Οταν πάρουν το πτυχίο όμως τους θέλω. Μπορεί να ξέρεις μουσική αλλά όχι να ψάλεις. Να μάθουν τους άγραφους κανόνες.
Ακούτε μουσική γενικά;
Ολες οι μουσικές μου αρέσουν.
Λαϊκά;
Ο Καζαντζίδης, εγώ σαν πρότυπο είχα αυτόν. Και άλλους, όπως τον Γαβαλά. Επίσης έπαιζα και κλασική μουσική. Ξέρω βιολί από οκτώ ετών.
Εχετε εικόνα λοιπόν από όλα τα είδη!
Ξέρω και ευρωπαϊκη, αυτή που ακούμε δηλαδή.
Υπάρχουν νέοι ψάλτες;
Πολλά παιδιά που αγαπούν και πιστεύουν τα χαίρομαι. Διαρκεί πολλούς αιώνες η μουσική μας, ίσως όμως χαθεί το υπόβαθρο.
Ποια είναι σήμερα η σχέση κόσμου – Εκκλησίας;
Ερχεται πολύς κόσμος, αλλά όχι νεολαία. Οι νέοι που αγαπούν την μουσική έρχονται περισσότερο. Εχουμε εκκλησίασμα, όχι νέους πολλούς. Νομίζω ξεκινάει και από την οικογένεια αυτό.
Γνωστοί έρχονταν ή έρχονται να σας ακούσουν;
Πολλοί. Στην Πόλη στην Παναγία Εισοδίων στο Μέγα Ρεύμα που έψαλλα εκκλησιαζόταν σε μένα ο κορυφαίος μουσικός στο ούτι Γιώργος Μπατζανός. Εδώ στο Αιγάλεω ερχόταν πολύ ο δημοτικός τραγουδιστής Δημήτρης Ζάχος.
Πώς πάτε τις Κυριακές στον Αγιο Σπυρίδωνα στο Αιγάλεω;
Είναι κοντά, οδηγώ. Ακουγα προχτές στο ραδιόφωνο αν πρέπει να οδηγούν άνθρωποι πάνω από 80 ετών. Εγώ είμαι 88 και μισό. Αφού μπορώ να οδηγώ, οδηγώ!
Ακούτε μουσική στο αμάξι;
Συνέχεια. Με τη γυναίκα μου, τα πάντα. Μόνος, ακούω βυζαντινή μουσική. Τον Πρίγγο, τον Στανίτσα.