Στο προηγούμενο αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο «Αναβρασμός» (εκδ. Εστία) διέτρεχε τα μεγάλα επαναστατικά γεγονότα του 20ού αιώνα: Κούβα, Μάης του ’68, Ερυθρές Ταξιαρχίες, παρακμή και πτώση της Σοβιετικής Ενωσης. «Δεν έλαβα μέρος», λέει ο σημερινός γέροντας στον αλλοτινό επαναστάτη (το alter ego του δηλαδή), «βρισκόμουν εκεί, αλλά αλλού». Ηξερε τι έκανε. «Στον παγκόσμιο πόλεμο έμαθα να στέκομαι μακριά από εκείνους που πυροβολούσαν, ο ήχος του πολυβόλου δεν μ’ αρέσει, και στο τέλος λιποτάκτησα από ένστικτο επιβίωσης».
Ετσι το έκανε εκείνος. Οι άλλοι όμως; Πώς επιβίωσαν οι διανοούμενοι στον 20ό αιώνα; Τι τεχνάσματα μηχανεύτηκαν για να μην καταλήξουν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ή στα σοβιετικά γκουλάγκ; Τι όπλα χρησιμοποίησαν για να παραμείνουν στον αφρό και να μην τους πλακώσει η Ιστορία; «Η τέχνη της επιβίωσης»: έτσι τιτλοφορείται το καινούργιο βιβλίο του 88χρονου Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ που θα κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες στη Γερμανία από τις εκδόσεις Suhrkampf.
Ο Μπρεχτ, για παράδειγμα, ήταν πολύ έξυπνος. Είχε αυστριακό διαβατήριο χωρίς να είναι Αυστριακός. Είχε επίσης ένα χρηματοκιβώτιο στην Ελβετία. Οταν λοιπόν τον απείλησε το Κομμουνιστικό Κόμμα –διηγείται ο γερμανός συγγραφέας στον απεσταλμένο της «El País» -, πρότεινε να τον αφήσουν να κάνει τη δουλειά του στο θέατρο με αντάλλαγμα το περιεχόμενο του χρηματοκιβωτίου. Επαιρνε ρίσκα, αλλά υπολογισμένα.
Ο Πάμπλο Νερούδα, πάλι, ήταν ξεδιάντροπος. Εκείνη η Ωδή στον Στάλιν… «Πρέπει να μάθουμε από τον Στάλιν, / από την ειλικρινή εσωτερική του δύναμη / και την αληθινή του διαύγεια / Ο Στάλιν είναι το καταμεσήμερο / η ωριμότητα του ανθρώπου και των λαών». Ενας στρατευμένος κομμουνιστής, ένας επαναστάτης, όλο ένα ψέμα. Αυτό το ψέμα όμως τον βοήθησε να επιβιώσει στη Σοβιετική Ενωση, στην Ισπανία, στη Λατινική Αμερική, στη Δύση και στην Ανατολή, ως πρόξενος της Χιλής.
Μια στρατηγική επιβίωσης είναι η φήμη. Μια άλλη είναι ακριβώς το αντίθετο: να γίνεσαι αόρατος, να μην εμφανίζεσαι στην τηλεόραση, να μη μιλάς στα περιοδικά. Ο Εντσενσμπέργκερ δεν επιφυλάσσει καλά λόγια για ανθρώπους όπως ο Καμίλο Χοσέ Θέλα («το Νομπέλ που του έδωσαν είναι γελοίο, δεν έγραφε καλά») ή ο Σελίν («επιβίωσε, αλλά ήταν φρικτός αντισημίτης, κατηγορούσε τον Χίτλερ ότι δεν ήταν αρκετά ριζοσπάστης»). Σέβεται αντίθετα εκείνους που δεν συνεργάστηκαν με τις δυνάμεις κατοχής και διατήρησαν κάποια ανεξαρτησία, όπως ο Καπουσίνσκι ή ο Γιόζεφ Μπρόντσκι.
Διαβάζεις τη συνέντευξη και το μυαλό σου πηγαίνει ενστικτωδώς σ’ αυτούς που επιβίωσαν στη χώρα σου. Μνημονιακούς που έγιναν αντιμνημονιακοί και καταγγέλλουν τους παλιούς τους συναδέλφους, λογοκλόπους που έγιναν ευρωβουλευτές και κουνούν το δάχτυλο, καλλιτέχνες που πλουτίζουν ανεβασμένοι στο άρμα του λαϊκισμού. Αλλά θα αντισταθείς στον πειρασμό, οι συγκρίσεις άλλωστε είναι ανίερες. Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, από τη δεκαετία του ’60 τι έμεινε; «Οι σχέσεις με την αστυνομία είναι διαφορετικές. Στην Ισπανία, η Γκουάρδια Σιβίλ είναι πολιτισμένη. Στη Γερμανία, η στρατιωτική νοοτροπία έχει υποχωρήσει». Κι από τις δικές σας εμπειρίες; «Οταν περπατάς με δεκανίκια, το έργο σου είναι τα δεκανίκια και μπορείς να προχωρήσεις μόνο με αστάθεια. Στην περίπτωσή μου, αυτό που νομίζω πως επέζησε είναι η ποίηση».