ολύς κόσμος πεθαίνει, είναι της μόδας». Μικρά τενεκεδάκια ή μικρές κούκλες πάνω σε βαρέλια σαν στόχος: ένα γνωστό, παλιό παιχνίδι του λούνα παρκ, όπου ο παίκτης πρέπει με τη ρίψη μιας μπάλας από πίτουρο να τα ανατρέψει για να κατακτήσει το έπαθλο. Οι Γάλλοι το λένε «Jeu de massacre». Αυτόν τον τίτλο «δανείστηκε» για το έργο του ο Ιονέσκο. «Το παιχνίδι της σφαγής» είναι ένας αγώνας σαν παιχνίδι χωρίς νόημα. Οπου το τέλος είναι απλώς αναπόφευκτο.
Γεννημένος στη Ρουμανία από ρουμάνο πατέρα και ρουμανογαλλίδα μητέρα, ο Ευγένιος Ιονέσκο (Eugene Ionesco, 1909-1994) έζησε τα παιδικά του χρόνια στην πατρίδα της μητέρας του και επέστρεψε αργότερα στη γενέθλια χώρα. Σπούδασε Γαλλική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου και έγινε καθηγητής Γαλλικών. Ώς το 1944, που μετά την απελευθέρωση εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Παρίσι –είχε στο μεταξύ παντρευτεί και κάνει μια κόρη –ο Ιονέσκο μοίραζε τη ζωή του ανάμεσα στις δύο πατρίδες. Εγραφε στα γαλλικά.
Κύριος εκφραστής του θεάτρου του παραλόγου, μαζί με τον Μπέκετ, τον Ζενέ, τον Αραμπάλ, τον Ανταμόφ και άλλους, ο Ιονέσκο έπαιξε με το δίπολο λογικού – παραλόγου, τραγικού – γελοίου, ζωής – θανάτου. Στο θέατρο εμφανίστηκε το 1948 με τη «Φαλακρή τραγουδίστρια», ενώ το «Παιχνίδι της σφαγής» γράφτηκε το 1970 και παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά στη γαλλική πρωτεύουσα στο Theatre Montparnasse. Στην Ελλάδα ήρθε έναν χρόνο μετά, από το Θέατρο Τέχνης.
ΤΟ ΕΡΓΟ. Στο «Παιχνίδι της σφαγής» μια ξαφνική και απροσδιόριστη επιδημία, κάτι σαν πανούκλα, πέφτει πάνω στην πόλη και αποδεκατίζει τους κατοίκους της. Ησυχη μέσα στην καθημερινότητά της, η ανώνυμη αυτή πόλη –θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε –έρχεται αντιμέτωπη με την απειλή, με την ανασφάλεια… Πώς; Γιατί; Ανεξήγητο. Οπως η ζωή ή ο θάνατος, σαν μια άγρια φάρσα, σαν μια τραγική γελοιότητα. Ο Γιάννης Κακλέας μετέφερε την πλοκή του έργου μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο drive in, όπου εξελίσσεται ένα θέατρο εν θεάτρω. Ενας παράξενος θίασος αποφασίζει να διασκεδάσει τους θαμώνες παίζοντας με τον θάνατο. Μακάβριο; Φυσικά… Αλλά εκεί βρίσκεται και η γοητεία: ο μαυροντυμένος πρωταγωνιστής σπέρνει τον φόβο, την αγωνία, τον πανικό μέσα σε μια κοινωνία που θέλει να πιστεύει ότι μπορεί να ζήσει ανέμελα. Αντ’ αυτού η φυλακή αποδεικνύεται η μόνη σωτηρία.
Εμπλουτισμένη με βίντεο και σε συνεργασία με τον συνθέτη Σταύρο Γασπαράτο, ο Κακλέας χρησιμοποιεί τον ρυθμό ως αρωγό της απειλής, αλλά και δημιουργίας αισθημάτων. Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα ξεκάθαρο. Μπερδεμένη ανάμεσα στο είναι και το φαίνεσθαι, η παράσταση δεν βρίσκει πάντα τον στόχο της, αφήνοντας, ενίοτε, σε δεύτερο πλάνο το υπαρξιακό βάθος του έργου. Το έργο του Ιονέσκο φωνάζει από μόνο του, οδηγεί σε ασφυκτικές καταστάσεις _ μια ατμόσφαιρα χωρίς οξυγόνο. Κι εδώ στην παράσταση αναπνέουμε…
Αλλοτε σε σκηνές ζευγαριών και άλλοτε σε ομαδικές, με έντονη κινησιολογία και γκροτέσκα όψη, ο 20μελής θίασος δίνει τον καλύτερο εαυτό του. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο Λαέρτης Μαλκότσης με την υποκριτική του στόφα και η Ελενα Τοπαλίδου με την εκφραστική (σωματική και ερμηνευτική) αμεσότητά της, καθώς και ο Γιώργος Παπαγεωργίου στον ρόλο του κομπέρ – παρουσιαστή αυτού του μακάβριου show.