Τα στοιχεία που μας δίνει η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ σχετικά με τις αφίξεις των προσφύγων σε συνδυασμό με το κλίμα αποσταθεροποίησης, εκβιασμού και αποπροσανατολισμού που προσπαθεί να επιβάλει η Τουρκία στην περιοχή, δεν μας αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το καλοκαίρι του 2018. Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 3 Απριλίου του 2018 ήρθαν στη Λέσβο 3.025 άνθρωποι, ενώ η εικόνα από τη Μόρια, το Καρά Τεπέ και λοιπές δομές φιλοξενίας είναι η εξής: Μόρια 5.945, Καρά Τεπέ 1.217, σε άλλες δομές φιλοξενίας 933, σύνολο 8.095 άνθρωποι.
Οι παραπάνω αριθμοί δεν θα με τρόμαζαν καθόλου γιατί η Λέσβος είναι ένα μεγάλο νησί με περίπου 84.000 πληθυσμό, που μπορεί να θρέψει, σύμφωνα με τα στοιχεία του παρελθόντος, 120.000.
Αυτό που με τρομάζει είναι ότι οι άνθρωποι που έρχονται δεν θέλουν να μείνουν ούτε στη Λέσβο αλλά ούτε και στην Ελλάδα, ότι μπροστά μας έχουμε μια φοβική Ευρώπη που μέρα με τη μέρα γίνεται περισσότερο συντηρητική και δυστυχώς δεν κλείνουν μόνο τα σύνορα με φράχτες αλλά και οι καρδιές των ανθρώπων.
Επίσης, το υπάρχον πολιτικό σκηνικό της περιοχής (καθεστώς στην Τουρκία, Κουρδικό, ανοιχτός ο πόλεμος ακόμα στη Συρία) με οδηγεί να πιστέψω ότι το 2018 αντί να είναι ένα έτος σταθεροποίησης, ενδεχομένως να είναι ένα από τα χειρότερα χρόνια της κρίσης των προσφύγων στην Ελλάδα με δυνητικά νέα προβλήματα (έλλειψη στέγης, αύξηση αυτών των ανθρώπων που θα διαβιούν στο φάσμα της φτώχειας στην Ελλάδα, αύξηση των ρατσιστικών φωνών και κρουσμάτων κ.λπ.).
Αν οι αφίξεις συνεχιστούν με τον ίδιο ρυθμό και το μόνο που μας απασχολεί είναι η βραχυπρόθεσμη διαχείρισή τους, θα οδηγηθούμε με μαθηματική ακρίβεια σε εικόνες που έζησε η Ελλάδα το 1922.
Υπάρχει διέξοδος για όλα αυτά; Σαφώς και υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να γίνουν για να βελτιωθεί η κατάσταση. Ορισμένα είναι πολιτικά μέτρα και άλλα πρακτικοί χειρισμοί.
Το πρώτο είναι να συνεχιστεί η διαδικασία της μετεγκατάστασης από την Ελλάδα. Δεδομένου ότι το καθεστώς μετεγκατάστασης δεν έφτασε ποτέ τον συνολικό στόχο της ΕΕ, υπάρχουν θεωρητικές δεσμεύσεις που θα μπορούσαν να γίνουν πράξη. Ακόμη και αν το ήμισυ του αριθμού των υποθέσεων μετεγκατάστασης που έχουν ήδη εγκριθεί (π.χ. περίπου 10.000) και δεν έχουν ευδοκιμήσει, να συνεχιστεί ως νέος στόχος για το 2018, θα ήταν μεγάλη βοήθεια για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Το δεύτερο, να ξεκινήσουν γρήγορα και αποτελεσματικά προγράμματα ένταξης, ειδικά για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες, που θα περιλαμβάνουν κάποιου είδους υποστήριξη, όπως συνέχιση του προγράμματος στέγασης Εστία, λύση φορολογικών θεμάτων, π.χ. χορήγηση ΑΦΜ, χωρίς προσκόμματα και σύμφωνα με τη διάθεση του εκάστοτε υπαλλήλου, γρήγορη παρακολούθηση ελληνικής και αγγλικής γλώσσας, εξατομικευμένες συμβουλές και εξειδικευμένα προγράμματα για την απασχόληση (επιχορηγήσεις προς τους εργοδότες για την κάλυψη των μισθολογικών δαπανών ή μικρές επιχορηγήσεις για τους πρόσφυγες, π.χ. κουρείς, ράφτες, μαγείρους κ.λπ.).
Αυτά μεταξύ άλλων, γιατί η ένταξη είναι μια αμφίδρομη διαδικασία και εκτός από τα τεχνικά χαρακτηριστικά προϋποθέτει την ανοιχτή πόρτα και αγκαλιά του γείτονα.
H Βασιλική Ανδρεαδέλλη είναι ιδρύτρια και πρόεδρος του κοινωνικού φορέα Ηλιακτίδα