Πριν από είκοσι χρόνια, οι επερχόμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες γέννησαν μια υπέρβαση σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα. Παρά τις φανατικές αντιδράσεις, πραγματοποιήθηκε μια πολύπλοκη επέμβαση μεγάλης κλίμακας, το Ολυμπιακό Κωπηλατοδρόμιο και το Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα. Το έργο ανέστρεψε την σταδιακή υποβάθμιση ενός υπέροχου χώρου που γινόταν πεδίο ανεξέλεγκτων δραστηριοτήτων, αποβλήτων και αυθαιρέτων. Ωστόσο, ούτε η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ούτε οι οικολογικές οργανώσεις, ούτε οι κάτοικοι της Αττικής είδαν θετικά το υπόδειγμα περιβαλλοντικού και αναπτυξιακού σχεδιασμού.
Το Κωπηλατοδρόμιο και το Εθνικό Πάρκο δεν είχαν προγραμματισθεί σαν ζημιογόνες υποδομές. Ηταν μια φιλόδοξη αναπτυξιακή πρόταση οργανωμένης αναψυχής, ποιότητας ζωής και επιχειρηματικότητας σε ένα εξαίρετο περιβάλλον, κοντά στην πρωτεύουσα. Διαθέτοντας τεράστιο δυναμικό ήπιου αθλητισμού και επαφής με τη φύση του αστικού πληθυσμού, ατόμων κάθε ηλικίας, ακόμα και μειωμένης κινητικότητας, το Πάρκο θα προσείλκυε όλους τους μήνες χιλιάδες οικογένειες, καθώς και αθλητές από ευρωπαϊκές χώρες για προπονήσεις. Ενας δυνητικά μεγάλος αριθμός επισκεπτών, άρα κερδοφόρα διαχείριση.
Η τοπική και περιφερειακή κοινωνία, ως μικρογραφία μιας εσωστρεφούς χώρας, αγνόησαν τα μοναδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και την ευκαιρία ποιοτικού σχεδιασμού και χρηματοδότησης που προσέφερε το διεθνές γεγονός των Ολυμπιακών Αγώνων. Δυσπιστία, φοβικά σύνδρομα, Τοπική Αυτοδιοίκηση κατώτερη των περιστάσεων, δημόσιες υπηρεσίες και πολίτες εθισμένοι στην παρανομία, ανορθολογική σκέψη και ανικανότητα κατανόησης των συγκυριών συνθέτουν ένα κράμα αδυναμιών το οποίο, διαλύοντας τις πραγματικές αναπτυξιακές δυνατότητες, μεγιστοποιεί την απειλή ανεπανόρθωτων απωλειών.
Ο Κίμων Χατζημπίρος είναι καθηγητής ΕΜΠ