Κομμουνιστοσυμμορίτες, κομμούνια, προδοσία, εθνοπροδότες… Αναβιώνει μια εμφυλιοπολεμική γλώσσα. Μια γλώσσα – φάντασμα που σηκώνεται μεσάνυχτα και τριγυρνάει στο FB ή στις ιστοσελίδες μιας πρωτόγονης και ανασφαλούς ακρότητας. Παίρνω αφορμή από το «λούσιμο» στον περιφερειάρχη Στερεάς Ελλάδας Κώστα Μπακογιάννη για τη δήλωσή του σχετικά με τον θάνατο του Βασίλη Πριόβολου, του Καπετάν Ερμή. Εξακολουθεί να διεγείρει πολιτικά ο θάνατος ενός ανθρώπου 100 χρόνων, παλαιού κομμουνιστή, ο οποίος τα πολλά τελευταία χρόνια είχε ενταχθεί στο ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας –όπως και πολλοί της γενιάς του –ότι νομιμοποιήθηκαν εντός του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου; Ή διεγείρει η χειρονομία πολιτικής αβροφροσύνης ενός πολιτικού «της άλλης πλευράς»; Ο αρχαϊσμός δεν βρίσκεται στην εχθρότητα προς τον παλαιό αριστερό, όσο στην εχθρότητα προς τη χειρονομία του Μπακογιάννη να τον δεξιωθεί. Κάθε ενέργεια άμβλυνσης και μακροθυμίας, κάθε κουβέντα πολιτικής ανεξικακίας, μπορεί να θεωρηθεί εχθρική ενέργεια από αυτούς που περιστασιακά κατοικούν σε πολιτικά κόμματα, αλλά παραμένουν πνευματικά και ψυχικά ακατοίκητοι. Γι’ αυτούς, ο ευρύνους «δεξιός» πολιτικός, είναι το ίδιο αντιπαθής και αποκρουστικός, με το στέλεχος της Αριστεράς που αναγνωρίζει ποιότητες σε πολιτικές που άσκησαν ο Καραμανλής, ο Μητσοτάκης, ο Ανδρέας, που εντοπίζει στοιχεία εξυγιαντικής αντίληψης στους αντιπάλους.
Ο πολιτικός κάμπος χρειάζεται τις τομές, τα ρήγματα που διευκολύνουν. «Χρειάζεται» τους πατριώτες απέναντι στους εθνομηδενιστές, τους θρήσκους απέναντι σε άθεους, τους ευυπόληπτους απέναντι στους αλήτες κ.λπ. Η γλώσσα – φάντασμα δεν περιγράφει, ούτε αναλύει, ούτε πολεμά. Είναι κατηγοριοποιητική, αυτονόητη και βαθμολογική. Είναι γλώσσα κρετίνου. Από πού ταΐζεται; Από ένα διευρυνόμενο κοινωνικό ενδομίσος . Η γλώσσα λειτουργεί ενεργητικά, αντίρροπα. Και βρίζει και ηρωοποιεί. Απέναντι στον «άθλιο, ποταπό, συμμορίτη», επινοεί τον περιστασιακό μεσσία, ένα κάποιον Σώρρα και τα διάφορα ακροδεξιά φρούτα . Εναν «μεσσιάκο», έναν ηγετίσκο λυτρωτικό, που θα αναλάβει τη σωτηρία ή θα του την αναθέσουν.
Το πολιτικό ζάπινγκ έχει υποκαταστήσει την πολιτική εκτίμηση, το κριτικό ζύγι, είναι αυτό που καταδικάζει , εκθειάζει , ανάγει, στέλνει στην κόλαση. Το πολιτικό ζάπινγκ αντί της πολιτικής σκέψης δεν συνέχεται από την βλακεία, αλλά από την ιδιοτέλεια. Η εμπάθεια πάντα θεμελιώνεται στην προσδοκία οφέλους, στην παθιασμένη επιδίωξη. Ή αλλιώς: Κάτι δεν κολλάει στα συμβαίνοντα στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Διάφορα παράκεντρα «φολιάζουν» επερχομένους ή επικινδύνους, ο χώρος βγάζει μια ανεξήγητη ανασφάλεια. Το ιδεολογικό πρόβλημα ενότητας είναι προφανές και δεν το έχει μόνο η Νέα Δημοκρατία. Η σχάση ανάμεσα στην κοινοβουλευτική αντίληψη και έναν αντικοινοβουλευτισμό –μια μισανθρωπία, είναι ενεργός, παρ’ όλη τη συχνή ευτέλεια των εκφραστών, ιδίως των ανωνυμογράφων. Η κρίση δεν είναι υπερβάσιμη με τους όρους της αισθητικής ή της ευπρέπειας, αφού δεν πρόκειται για απλή πολιτική κακογουστιά ή απρέπεια. Η κρίση συμπεριφορών, η διχοτομική νοοτροπία, δεν οφείλεται μόνο στις ακροδεξιές επιρροές στο σώμα της Νέας Δημοκρατίας, ούτε μόνο στις ιδεολογικές εσωσυγκρούσεις των διαφόρων φυλών –όλων των κομμάτων. Το πρόβλημα είναι μητρικό, γενεσιουργό, ηγεμονικό, υπερκείμενο. Ριζωμένο στην κοινωνία, δεσμεύει το μέλλον και δεν εξεικονίζει απλώς μορφές θανάτου του εκάστοτε αντιπάλου.