Τις προάλλες, πέθανε 100 χρόνων ο Βασίλης Πριόβολος – καπετάν Ερμής, ένας από τους τελευταίους καπετάνιους του ΕΛΑΣ και του λεγόμενου Δημοκρατικού Στρατού. Αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης κατά των Ναζί, πλάι στον Αρη Βελουχιώτη, συγκρούστηκε με τις δυνάμεις του ελληνικού κράτους, ηττήθηκε, διέφυγε στις κομμουνιστικές χώρες, επέστρεψε με την αμνηστία του 1978. Αργότερα εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ, διορίστηκε αντιπρόεδρος στον οργανισμό των δημόσιων συγκοινωνιών και αντιτάχθηκε σθεναρά στην προσπάθεια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να τις ιδιωτικοποιήσει –μαρτυρίες τoν φέρουν συνεργάτη των «σταμουλοκολλάδων», των βίαιων συνδικαλιστών που εξευτέλισαν οδηγούς ιδιωτικοποιηθέντων λεωφορείων γυμνώνοντάς τους στην Ομόνοια. Στη συνέχεια, φέρεται ότι στήριξε το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα. Ο θάνατος του παλαιού αντάρτη του Εμφυλίου ξεσήκωσε μια έντονη δημόσια συζήτηση, μάλιστα επικρίθηκε ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας Κωστής Μπακογιάννης που χαιρέτισε θετικά την αντιστασιακή δράση του –αλλά μόνο αυτή. Οι επικριτές του τον κατηγορούν ότι ενδίδοντας στη λήθη μεροληπτεί. Οσοι τον επαινούν, ισχυρίζονται ότι ήρθε η ώρα να γλιτώσουμε από το φάντασμα του Εμφυλίου και να δούμε το μέλλον.
Υποστηρίζω ότι είναι αδύνατον να απαλλαγούμε από το παρελθόν του Εμφυλίου, επειδή η διαίρεση που προκάλεσε παραμένει συστατικό της σημερινής μας συλλογικής ταυτότητας (με τον ίδιο τρόπο, άλλωστε, αδυνατούμε να γλιτώσουμε από το φάντασμα της Μεγάλης Ιδέας και του αρχέγονου εθνικισμού). Το παρόν είναι στοιχειωμένο από την κουλτούρα του Εμφυλίου, άρα στοιχειωμένος είναι και ο σχεδιασμός του μέλλοντος. Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνά σήμερα χάρη στον μύθο που συνόδευσε την ήττα στον Εμφύλιο, χάρη στο δήθεν ηθικό πλεονέκτημα, τους «μάρτυρες» για τις ιδέες τους (αλλά τελικά κυρίως όχι για τις ιδέες τους), την οικειοποίηση των αγώνων και των θυσιών.
Να επιδιώξουμε τη συνεννόηση; Πρωτίστως. Αλλά ποτέ διά της λήθης, ιδίως όταν η χώρα διαιρέθηκε εκ νέου βίαια από τους αντιμνημονιακούς στους οποίους δέσποσε ο ΣΥΡΙΖΑ, με προσαρμοσμένο το εαμικό πρόταγμα: επιδιώκοντας διά της «λαοκρατίας», την «απαλλαγή από την ξενοκρατία», ουσιαστικά την αποστασιοποίηση από τη Δύση.
Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να ξεφύγουμε από το παρελθόν: η πρόοδος, η ενασχόληση με τις διεκδικήσεις του σύγχρονου δυτικού κόσμου, η διεκδίκηση της γνώσης και του πλούτου. Ουσιαστικά, δηλαδή, να αλλάξουμε επίπεδο. Εως τότε (και αν…), η ιστορία θα είναι, δυστυχώς, πεδίο μόνιμης καθήλωσης στο παρελθόν. Η κατανόηση του οποίου έχει σημασία για τις συγκρούσεις του παρόντος –ελπίζω μόνο ιδεολογικοπολιτικές.