Είναι ευχή όλων η κοινή επιχείρηση ΗΠΑ, Βρετανίας και Γαλλίας να μην είναι η πρόγευση μιας ευρύτερης στρατιωτικής δραστηριότητας, αλλά ένα μεμονωμένο γεγονός. Ελπίζει κανείς τα όπλα να δώσουν τη θέση τους στη διπλωματία, τη διαπραγμάτευση, τον διάλογο για την έξοδο από την κρίση μιας περιοχής που έχει πλέον πληρώσει πολύ βαρύ φόρο αίματος.
Οσο όμως αυτονόητη είναι αυτή η ευχή, άλλο τόσο εύκολα κατανοεί κανείς ότι οι λύσεις στη γεωπολιτική δεν έρχονται με ευχές. Και ότι πολύ συχνά, αν όχι πάντοτε, ο κυνισμός υπερτερεί της όποιας ουμανιστικής θεώρησης ή των όποιων ουμανιστικών προφάσεων. Ακόμη και ο πλέον καλοπροαίρετος δεν μπορεί, με άλλα λόγια, να μη σκεφθεί ότι πίσω από την επιχείρηση που έγινε με αφορμή τη χρήση χημικών από το καθεστώς Ασαντ κρύβονται στυγνοί γεωπολιτικοί υπολογισμοί. Η Συρία δεν είναι πια μια κανονική χώρα, έχει πάψει να είναι ακόμη και μια χώρα σε εμφύλιο πόλεμο. Είναι πλέον μια πίτα που μοιράζεται ανάμεσα στους ισχυρούς του πλανήτη –ο καθένας με τις δικές του στοχεύσεις και αξιώσεις.
Η δική μας χώρα δεν βρίσκεται στη Μέση Ανατολή. Αλλά δεν είναι και μακριά από τη Μέση Ανατολή. Απαιτείται επομένως συνεχής εγρήγορση και διπλωματική ικανότητα για να συντηρηθεί η ισορροπία ανάμεσα στους δύο βασικούς πόλους που συγκρούονται για την πίτα της Συρίας –τη Ρωσία από τη μία πλευρά και τη Δύση από την άλλη. Δεν είναι ο κανόνας της ουδετερότητας που επιβάλλει αυτή τη στάση. Αλλά η υποχρέωση της σύνεσης.