«Εδώ δεν ήρθα για να βγάλω κάποιο διάγγελμα, αν και θα μπορούσα να έρθω, αυτό το φόντο πίσω μου δεν το βρίσκεις εύκολα». Είναι η φράση που αξίζει να συγκρατήσει κανείς από το Καστελλόριζο του Αλέξη Τσίπρα. Γιατί είναι η φράση που υπενθυμίζει ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι κυρίως αυτό: σκηνοθέτης του εαυτού του. Οτι ως σκηνοθέτης του εαυτού του διέγραψε τη μετεωρική άνοδο που τον οδήγησε στην εξουσία και ως τέτοιος θέλει να επιστρέψει στο νησί για να αναγγείλει το τέλος των Μνημονίων.
Ο Τσίπρας έχει τόσο μεγάλη ανάγκη να τονίσει το κοντράστ, να υποδυθεί τον πρωθυπουργό που έβγαλε τη χώρα από τα Μνημόνια θυμίζοντας παράλληλα ότι πριν από οκτώ χρόνια κάποιος άλλος πρωθυπουργός την έβαλε, ώστε δεν διστάζει να καταφύγει σε ένα είδος αντιποίησης συμβόλων: να σκηνοθετήσει τον εαυτό του στο ίδιο Καστελλόριζο, με το ίδιο φόντο, τις ίδια γαλάζια νερά και τις ίδιες βαρκούλες να αρμενίζουν, όχι όμως για να περιγράψει το δράμα μιας εθνικής χρεοκοπίας αλλά για να αυτοαναγορευτεί σε ήρωα μιας εθνικής σωτηρίας. Το φόντο, όπως είπε, είναι καλό για διαγγέλματα.
Ωραία, αλλά κάνουν όλα αυτά έναν σκηνοθετικό άθλο; Είναι κατόρθωμα να σκηνοθετήσεις τον εαυτό σου με φόντο ένα σκηνικό αιγαιοπελαγίτικης γαλήνης όταν το πραγματικό σκηνικό είναι ένα σκηνικό ερειπίων; Αυτό θα είναι το κατόρθωμα του Αλέξη Τσίπρα: να επαναλάβει την ιστορία στο Καστελλόριζο σαν φάρσα και σαν τραγωδία συγχρόνως. Σαν φάρσα επειδή με την επιτροπεία που έρχεται μετά το Μνημόνιο, το διάγγελμα της εξόδου θα μοιάζει με κακοστημένη παράσταση. Και σαν τραγωδία επειδή ανάμεσα στα δύο Καστελλόριζα χάσκει ένα κενό χρόνου, μνήμης και γνώσης: ο άνθρωπος που σκηνοθετούσε τον εαυτό του δεν έμαθε τίποτα.