Η καταμέτρηση σε υπουργικά και βουλευτικά γραφεία, όπως και στα ενδότερα της Κουμουνδούρου, έχει ξαναρχίσει –ίσως κι επειδή όλο και περισσότεροι διαισθάνονται ότι ο εκλογικός χρόνος λιγοστεύει. Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν οι παλαιοί, εκείνοι που έσπρωχναν το κόμμα στον ριζοσπαστισμό και στην οδό της μόνιμης καταγγελίας, ικανοποιημένοι από μια συρρικνωμένη κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Αρκούσε να προστατευθεί η πολιτική καθαρότητα, έστω κι αν ο χώρος έδειχνε εντέλει μια οικογενειακή υπόθεση. Πλέον, όμως, υπάρχουν και οι «σύντροφοι» από τις γύρω πολιτικές γειτονιές, όπως υπάρχουν και οι ξενόφερτοι –όσοι ανέβηκαν στο τρένο μαζί με τους πολλούς που αναζητούσαν νέο σταθμό. Η πολιτική Βαβέλ ήταν αναπόφευκτη, αλλά καθ’ οδόν προς την κατάληψη της εξουσίας αποτελούσε τον τελευταίο προβληματισμό για όσους το κυρίαρχο ήταν να εξασφαλίσουν τραπέζι σε ένα μαγαζί που μεγάλωνε, μαζί με την πελατεία του. Στις προσεχείς εκλογές δεν θα είναι έτσι, η περιφρούρηση του χώρου θα αποτελέσει προτεραιότητα για αρκετούς, πρωτίστως για λόγους πολιτικής επιβίωσης. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ συρρικνωθεί, θα πρέπει να παραμείνει εστία των πραγματικών συριζαίων.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι ασκήσεις κομματικού πατριωτισμού θα αυξηθούν όσο οι κάλπες θα φαίνονται πιο καθαρά. Οπως θα αυξηθούν και οι εσωκομματικοί καβγάδες με τους νεοφερμένους και τους αλλοτριωμένους. Η επιστροφή στις ρίζες θα συνδεθεί και με επαναφορά στις καταγγελίες για τη μνημονιακή αναλγησία. Οσοι το υπηρέτησαν με ζέση, θα βρεθούν στο στόχαστρο. Και θα αγριέψει η μάχη με τους αντιπολιτευόμενους, εντός κι εκτός Βουλής. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όλο αυτό συναντά τον σχεδιασμό του Τσίπρα –με εξαίρεση τη σύγκρουση με την αντιπολίτευση, που στο Μαξίμου τη θέλουν μετωπική, με το πόδι στο γκάζι. Συνεπώς, η ικανοποίηση του πρωθυπουργικού επιτελείου για τη θύελλα που προκάλεσε προχθές η Τασία Χριστοδουλοπούλου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας δεν εκπλήσσει. Η στάση της αποτελεί οδηγό και για τους άλλους συναγωνιστές, που βρίσκουν απέναντι τον Βενιζέλο, τον Βορίδη και λοιπούς αντιπάλους. Προσεχώς, οι καταγγελίες της αντιπολίτευσης περί «πραξικοπήματος» θα αποτελέσουν καθημερινή ρουτίνα.
Η αντιπρόεδρος της Βουλής, ωστόσο, δεν χρειάζεται εντολές από το Μαξίμου για να πολώσει το κλίμα. Ούτε βρέθηκε τυχαία στην προεδρία της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Η συνταγή της είναι δοκιμασμένη τρεις και πλέον δεκαετίες, με αφετηρία τα διοικητικά συμβούλια του ΔΣΑ και, εν πολλοίς, αποτέλεσε και τον οδηγό του «καθαρού ΣΥΡΙΖΑ» όταν οι σύντροφοι ήταν όλοι γνωστοί μεταξύ τους. Ο Βενιζέλος δεν έχει λαθέψει, αλλά η ακτίνα είναι μεγαλύτερη: Η Χριστοδουλοπούλου υπηρετεί μια κομματική γραμμή και μια σκοπιμότητα, που δεν περιορίζεται μόνον στην ανάγκη στήριξης της κυβέρνησης ή στην προστασία του συγκυβερνήτη Καμμένου. Απευθύνεται και στους 53 του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και στην παλαιά ομάδα κρούσης και στις μεταγραφές που βρήκαν θέση στην κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό. Η αντίληψη περί κομματικής νομιμοφροσύνης και περιφρούρησης δεν είναι κοινή.
Στην πραγματικότητα, όσα συνέβησαν προχθές στη Βουλή αποτελούν το πρελούδιο μιας μάχης που ακολουθεί. Αλλά η Χριστοδουλοπούλου, όπως και κάμποσοι ακόμη της παλαιάς φρουράς, δεν προετοιμάζεται μόνον για τις εκλογές. Εχει στρέψει το βλέμμα και στον μετεκλογικό ΣΥΡΙΖΑ. Η προειδοποίηση ότι το κόμμα δεν μπορεί να είναι προεδροκεντρικό, αλλά συλλογικό, διαβιβάζεται σήμερα για να ληφθεί υπόψιν μετά τις κάλπες. Εάν το κόμμα περάσει στη φάση της ομφαλοσκόπησης, θα κριθεί τον Αύγουστο και από την τύχη που θα έχει ο σχεδιασμός του Τσίπρα και του Τσακαλώτου. Στην περίπτωση που ο Σεπτέμβριος δεν είναι μήνας μεταμνημονιακός, τότε η Τασία δεν θα περιμένει τον Βενιζέλο και τον Βορίδη για να ακουστεί. Ισως δε, οι κάλπες να πρέπει να έρθουν και νωρίτερα για να ξαναψάξει ο ΣΥΡΙΖΑ τον ριζοσπαστισμό του –και, σε μια εκδοχή κομματικού πατριωτισμού, να σώσει ό,τι σώζεται.