Τον τελευταίο καιρό η Τουρκία συμπεριφέρεται ως μαινάδα με υπερκινητική και βίαιη συμπεριφορά. Αυτές οι εξάρσεις γεωπολιτικής υπερκινητικότητας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στις εσωτερικές εξελίξεις. Η αστάθεια που προκάλεσε το πραξικόπημα, οι εσωτερικές τριβές από τον αυταρχισμό του Ερντογάν και οι επικείμενες εκλογές προκαλούν μια επιθετικότητα στην εξωτερική της συμπεριφορά.
Σε κάθε ιστορική περίοδο, όμως, η επεκτατική πολιτική υπήρξε πάγιο και δομικό χαρακτηριστικό της Τουρκίας. Η κεμαλική Τουρκία ήταν επιθετική και εκμεταλλεύθηκε οποιαδήποτε ευκαιρία της έδωσαν άκριτα οι γείτονές της. Οπως έκανε η ελληνική χούντα με το πραξικόπημα στην Κύπρο.
Η ισλαμική Τουρκία του Ερντογάν υιοθέτησε το επεκτατικό δόγμα των μηδενικών προβλημάτων του Νταβούτογλου. Μια προσπάθεια διείσδυσης σε περιοχές με τις οποίες η Τουρκία έχει φυλετικές, γλωσσικές και ιστορικές συγγένειες. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, το αυταρχικό καθεστώς του Ερντογάν, με νομιμοποιητικό αφήγημα ισλαμικό και εθνικιστικό ταυτόχρονα, πυροδοτεί μια επιθετική πολιτική πολλαπλών μετώπων.
Η γενικότερη πλανητική ρευστότητα έχει αποχαλινώσει την Τουρκία. Και αυτό παρατηρείται και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η Τουρκία, από το 1974 και μετά, διεύρυνε το φάσμα των αιτιάσεών της. Και τώρα έφτασε να προβάλλει περιοχές που παράνομα είχε βαφτίσει γκρίζες ζώνες ως δικές της ζώνες κυριαρχίας. Εάν δεν βρεθεί τρόπος ανάσχεσης αυτής της τουρκικής επιθετικότητας, η Ελλάδα θα φινλανδοποιηθεί. Θα μετατραπεί, δηλαδή, σταδιακά σε χώρα περιορισμένης κυριαρχίας.
Παρά τις παραλυτικές συνέπειες της πολύμορφης και πολύχρονης κρίσης, χρειάζεται ένας επανασχεδιασμός της στρατηγικής μας. Γιατί οι διαφορές παραμένουν αγεφύρωτες, ο επεκτατισμός της Τουρκίας αμετάβλητος και η επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών μέσω του εξευρωπαϊσμού της φρούδα ελπίδα. Η ισορροπία δυνάμεων σε διμερές επίπεδο δεν μπορεί να είναι πια η μόνη απάντηση. Και οι μηχανισμοί συλλογικής ασφάλειας, στην παρούσα εποχή της συστημικής ρευστότητας, έχουν αποδυναμωθεί.
Πρέπει να πολλαπλασιάσουμε την ισχύ του ελλαδικού κράτους μέσα από την εντατικοποίηση ενός πλέγματος συμμαχικών σχέσεων, σε τρεις άξονες. Τον ατλαντικό, τον ευρωπαϊκό και τον μεσογειακό. Με τις ΗΠΑ μάς συνδέουν κοινές δημοκρατικές αξίες, η ομογένεια και κοινά μακροχρόνια συμφέροντα. Η παροχή διευκολύνσεων σε μια κρίσιμη γεωπολιτικά περιοχή πρέπει να συνοδεύεται από τις ελάχιστες αμερικανικές αμυντικές εγγυήσεις.
Η Ευρώπη είναι το κοινό μας σπίτι αλλά με την ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας στα σπάργανα μετρούν οι διμερείς αμυντικές δεσμεύσεις. Εάν η νεογκολική κινητικότητα του Μακρόν στον τομέα της άμυνας δεν είναι πυροτέχνημα, ένα ελληνογαλλικό σύμφωνο μπορεί να αποτελέσει δεύτερο πολλαπλασιαστή ισχύος.
Τέλος, το Ισραήλ μαζί με την Αίγυπτο και την Κύπρο πρέπει να αποτελέσουν τον μεσογειακό άξονα. Τρεις διαφορετικές ελληνικές κυβερνήσεις ορθά υιοθέτησαν και εδραίωσαν αυτή την πολιτική. Η εντατικοποίηση αυτών των συμμαχιών μαζί με τη συνολική ευρωπαϊκή μας θέση μπορεί να αποτελέσουν φράγμα ανάσχεσης του τουρκικού επεκτατισμού.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός