Σε περασμένες δεκαετίες, όταν ακόμη στα αθηναϊκά θέατρα ανέβαιναν επιθεωρήσεις, αμέσως μετά το Πάσχα περιμέναμε να ανακοινωθεί τι θα δούμε το καλοκαίρι. Ξέραμε ότι (ελέω, κυρίως, Ελεύθερου Θεάτρου και, κατόπιν, Ελεύθερης Σκηνής) τίτλοι και ατάκες θα περνούσαν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο, θα εμπλούτιζαν τις χιουμοριστικές μας αναφορές, θα δημιουργούσαν καινούργιους κώδικες. Η ιδιωτική τηλεόραση έφερε το τέλος της ελληνικής επιθεώρησης. Και η έκρηξη των σόσιαλ μίντια μηδένισε την πιθανότητα ανάκαμψής της. Τη χαριστική βολή όμως έδωσε η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Που μοιάζει με μία συνεχή εναλλαγή επιθεωρησιακών νούμερων αφού ακόμη και το πιο σοβαρά θέματα έχουμε ένα είδος ψυχικής διαστροφής να τα μετατρέπουμε σε γκαγκς. Μπορεί για να τ’ αντέξουμε, μπορεί και για να «εισχωρήσουμε» σε αυτά διεκδικώντας ρόλο.
Αναλογίζομαι τι συνέβη μέσα στην προηγούμενη μόνο εβδομάδα και πώς αυτά αναπαράχθηκαν από το διαδικτυακό κοινό. Και φαντάζομαι τους επιθεωρησιογράφους της προηγούμενης εποχής να σκίζουν τα χειρόγραφά τους και να φεύγουν από τώρα για διακοπές. Τι να γράψουν κι αυτοί όταν όλα «γράφονται» πριν ακόμη γίνουν; Η σκηνή ανοίγει και όλος ο θίασος βγαίνει επί σκηνής. Μα τι είναι αυτά που κρατάν στα χέρια τους; Νομίζω μιλφέιγ και εκμέκ με μπόλικο τριμμένο φιστικάκι. Στον απόηχο ενός τραγικού γεγονότος, τον θάνατο του αεροπόρου, ανάγονται σε μείζον θέμα οι αναρτήσεις –με πολυτονικό σύστημα –του γνωστού ζαχαροπλάστη που δημοσιοποίησε την απόφασή του για μηνιαία οικονομική υποστήριξη της οικογένειάς του και οι οποίες φαίνεται να κλείνουν το μάτι στην Χρυσή Αυγή. Η σαντιγί αρχίζει να κόβει και οι «πρωταγωνιστές» είναι σε αμηχανία με το μιλφέιγ στο χέρι. Να το φάνε ή να το πετάξουν στους απέναντι; Δεν βαριέσαι…
Η αλλαγή των σκηνικών γίνεται γρήγορα. Σαν déjà vu που μας πάει πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Πότε τραγουδούσαμε το «Ολα μοιάζουν μαγικά, είναι μαζικά και προπαντός αμερικάνικα» ως τη σατιρική πλευρά της καταγγελίας του αμερικάνικου τρόπου ζωής, του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των κορν φλέικς; Αμ πώς; Το θηρίο ξύπνησε. Αν δεν ξεχυθούν οι μαθητές στους δρόμους και αν δεν κλείσουν τα σχολεία επειδή οι ΗΠΑ βομβαρδίζουν τα στρατεύματα του Ασαντ, πότε θα κλείσουν; Πενηντάχρονοι φοιτητές με σχοινιά στα χέρια και τροχούς στους ώμους, σε ασκήσεις κομμουνιστικής γυμναστικής προσπαθούν να κατεβάσουν το άγαλμα του Τρούμαν. Αφού για όλα φταίνε οι Αμερικάνοι φονιάδες των λαών.
Οχι, δεν φταίνε οι Αμερικάνοι. Βασικά φταίει ο Κωστόπουλος. Για όλα. Διότι αν δεν υπήρχε ο Κωστόπουλος δεν θα υπήρχε ούτε ο Τσοχατζόπουλος και, βασικά, θα ήμασταν Σουηδία. Ακούς εκεί να μας πει ο βλάχος ότι μας ξεβλάχεψε. Διότι για να σε ξεβλαχέψει κάποιος, πρέπει να έχεις προϋπάρξει βλάχος. Και τον Ελληνα, απ’ όσο κατάλαβα, πες τον ό,τι θέλεις, μόνο βλάχο μην τον πεις διότι τότε, γίνεται Τούρκος. Και ποιος είναι ο πουθενάς ο Κωστόπουλος; Και τι ήταν τα περιοδικά του; Μόνο ο Λαλιώτης τα αγόραζε και τα έκρυβε τα μισά στα υπόγεια του ΠΑΣΟΚ και τα μισά στα υπόγεια των Zara που, ως γνωστόν, ανήκουν στη γυναίκα του. Εμείς ούτε να τα αγγίξουμε. Μόνο Τιραμόλα διαβάζαμε. Αυτό το ξέρει κι ο τελευταίος ταξιτζής. Του Λυμπερόπουλου, όχι της Beat. Αυτοί είναι αμόρφωτοι.
Κουράστηκα. Να χαμηλώσουν τα φώτα σκηνής παρακαλώ. Από κάπου ακούγεται το παλιό επιθεωρησιακό τραγούδι. «Δεν φταίμε εμείς, φταίει η αγάπη που τσακίζει σαν φτερό, φταίει ένα αίσθημα σε στυλ τουρκομπαρόκ». Και θυμάμαι εκείνη την αρχικουτσομπόλα φίλη της μάνας μου που έλεγε «Δεν μου φτάνουν τα θέματα των άλλων, έχω και τα δικά μου».