Κατά την πρώτη τους συνάντηση, στις 25 Μαΐου του 2017, στο περιθώριο νατοϊκής συνόδου στις Βρυξέλλες, είχε ανταλλάξει μαζί του μια (θρυλική, πλέον) χειραψία που παρέπεμπε περισσότερο σε μπρα ντε φερ –και έκανε, καθώς λένε, τον Ντόναλντ Τραμπ να εκτιμήσει την αποφασιστικότητά του. Δύο μήνες αργότερα, ο Εμανουέλ Μακρόν ενθουσίασε τον Τραμπ προσφέροντάς του προεδρική θέση στην παρέλαση της 14ης Ιουλίου στα Ηλύσια Πεδία: λέγεται μάλιστα πως εκείνη τη μέρα ο αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να οργανώνει κι εκείνος ετήσια στρατιωτική παρέλαση στην Ουάσιγκτον. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς που ο Τραμπ επέλεξε τον γάλλο ομόλογό του για την πρώτη επίσημη επίσκεψη ξένου ηγέτη στην αμερικανική πρωτεύουσα από την αρχή της θητείας του. Ούτε για το δώρο που κομίζει ο Μακρόν, ξεκινώντας σήμερα την τριήμερη επίσκεψή του: ένα δενδρύλλιο βελανιδιάς από το δάσος Μπελό της Καμπανίας, τόπο μιας κρίσιμης μάχης τον Ιούνιο του 1918, την τελευταία χρονιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, εκεί όπου οι αμερικανοί πεζοναύτες είχαν απωθήσει μια γερμανική επίθεση.
Ο θαυμασμός του αμερικανού προέδρου για τις ένοπλες δυνάμεις είναι γνωστός. Το ίδιο και η κρισιμότητα της επίσκεψης Μακρόν: ο γάλλος πρόεδρος μοιάζει ένας από τους λίγους ηγέτες που έχουν ελπίδες να πείσουν τον Τραμπ να μην αποσύρει, στις 12 Μαΐου, τις ΗΠΑ από τη συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, επαναφέροντας σε ισχύ τις αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις. «Δεν υπάρχει plan B για τη συμφωνία αυτή» επισήμανε χθες ο γάλλος πρόεδρος, που αναμένεται να συναντηθεί με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο αύριο πριν απευθύνει, την Τετάρτη, στο Κογκρέσο ομιλία για «τις αξίες της δημοκρατίας» καθώς και «ένα μήνυμα συμπάθειας» στο αμερικανικό έθνος. «Πρέπει να επιμείνουμε σε αυτήν τη συμφωνία, ενισχύοντας παράλληλα τις διαστάσεις που αφορούν την περιφερειακή ασφάλεια. Ειδάλλως θα δημιουργήσουμε μια ζώνη ανομίας α λα βορειοκορεατικά στην καρδιά της Μέσης Ανατολής» προειδοποιούσαν προεδρικοί σύμβουλοι. Ο Μακρόν θέλει να «συμπληρώσει» τη συμφωνία ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του ιρανικού βαλλιστικού προγράμματος αλλά και η επεκτεινόμενη επιρροή του Ιράν στην περιοχή. Ευελπιστεί επίσης να πείσει τον Τραμπ, που βιάζεται να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα, για τον «πολύ σημαντικό ρόλο» που έχουν να παίξουν ΗΠΑ, Γαλλία και λοιποί σύμμαχοι στην ανοικοδόμηση της Συρίας μετά την εξουδετέρωση του ISIS.
Η ιδιαίτερη προσωπική σχέση που έχει (φροντίσει να) αναπτύξει ο Μακρόν με τον Τραμπ μπερδεύει πολλούς. Οι δύο ηγέτες επικοινωνούν τηλεφωνικά δύο – τρεις φορές τον μήνα ή και την εβδομάδα, αν χρειαστεί. Ο τόνος είναι πάντα «άμεσος» και «φιλικός», επισημαίνει το Ελιζέ, και οι δύο πρόεδροι έχουν αναπτύξει μια σχέση «αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης». Από την άλλη, βέβαια, ο ίδιος ο Μακρόν άφησε να εννοηθεί, κατά την πρόσφατη ομιλία του στο Ευρωκοινοβούλιο, πως συμπεριλαμβάνει τον Τραμπ σε εκείνους που θέτουν σε κίνδυνο το δημοκρατικό μοντέλο που τόσο αγαπά η Ευρώπη. Μια καλή προσωπική σχέση μόνο πλεονεκτήματα έχει, επιμένει το Ελιζέ· διευκόλυνε αφάνταστα, για παράδειγμα, την προετοιμασία μιας επιχείρησης τόσο περίπλοκης όσο ήταν οι πρόσφατες στοχευμένες επιθέσεις ΗΠΑ – Γαλλίας – Βρετανίας σε κέντρα παραγωγής και αποθήκευσης χημικών όπλων στη Συρία. Η επίσκεψη Μακρόν στις ΗΠΑ θα είναι ένα καλό τεστ για τη δύναμη και της γοητείας και της διπλωματικής ευφυΐας του.