Θα περπατήσουν στις παλιές τους γειτονιές στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο. Θα θυμηθούν τα μέρη όπου μεγάλωσαν, τους δρόμους, τις επαύλεις, τους κήπους, όπου άνθισε η ζωή χιλιάδων Ελλήνων. Ενα ταξίδι μνήμης στα πατρογονικά τους εδάφη, τα οποία εγκατέλειψαν πριν από δεκαετίες, θα πραγματοποιήσουν 120 Αιγυπτιώτες, 70 Ελληνες και 50 Κύπριοι. Προσκεκλημένοι της αιγυπτιακής κυβέρνησης, από τις 30 Απριλίου και για οκτώ ημέρες, θα περιηγηθούν την Αλεξάνδρεια, το Κάιρο και το Σαρμ ελ Σέιχ και θα λάβουν μέρος σε εκδηλώσεις οι οποίες θα τελεστούν παρουσία των προέδρων των τριών χωρών.
Η ελληνική παρουσία στην Αίγυπτο άρχισε στα μέσα του 18ου αιώνα και συνεχίστηκε για σχεδόν 200 χρόνια. Κατά την ακμή της ζούσαν εκεί περίπου 300.000 Ελληνες, οι οποίοι ασχολούνταν κυρίως με το εμπόριο, απέκτησαν οικονομική επιφάνεια και ανέπτυξαν πλούσια πολιτιστική και πνευματική δραστηριότητα. Το ταξίδι θα γίνει στο πλαίσιο του προγράμματος «Νόστος – Η επιστροφή», το οποίο, όπως λέει στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Μιχαηλίδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων, «είναι ένα ακόμη δείγμα τού ότι οι σχέσεις μας με την Αίγυπτο αυτή την περίοδο βρίσκονται στο καλύτερο σημείο από ποτέ».
Μια νέα εποχή για τους Ελληνες της Αλεξάνδρειας ξεκινούσε το 1805, όταν ο Μωχάμετ Αλη, πασάς της Αιγύπτου, επεδίωκε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο κράτος στα πρότυπα των ευρωπαϊκών.
Θέλοντας να διαμορφώσει μια ακμαία αστική τάξη, στηρίζεται στους Ελληνες, που λειτουργούν ως εμπορικοί πράκτορες ευρωπαϊκών κρατών, και σε συνεργασία με τον στενό του φίλο Μιχαήλ Τοσίτσα τούς παρέχει διευκολύνσεις. Η εύνοια προς το ελληνικό στοιχείο συνεχίζεται ακόμη κι όταν ξεσπά η Επανάσταση, με αποτέλεσμα μερικά χρόνια αργότερα, το 1830, να έχουν ήδη ιδρυθεί ελληνικό νοσοκομείο, σχολείο και λίγο αργότερα η νέα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα τα μέλη της ελληνικής παροικίας πολλαπλασιάζονται, αποκτούν τεράστιες περιουσίες και ισχύ, καθώς στα χέρια τους βρίσκονται το εμπόριο και η βιομηχανία της πόλης, ενώ πολλοί εργάζονται ως προσωπικό υψηλής ειδίκευσης σε διάφορους κλάδους.
Παρά τους κλυδωνισμούς που θα φέρει η παρουσία των Αγγλων στη χώρα στις αρχές του 20ού αιώνα, η ελληνική κοινότητα θα γνωρίσει την πιο λαμπρή περίοδο της ιστορίας της. Δεκάδες ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά εκδίδονται από τους Ελληνες, ενώ με επίκεντρο την ελληνική κοινότητα στήνονται λογοτεχνικές και καλλιτεχνικές κυψέλες. Οι παροικίες λειτουργούν κοινωφελή ιδρύματα, οι χοροεσπερίδες τους σε πολυτελή μέγαρα αφήνουν Ιστορία, οι Ελληνες της Αιγύπτου στέλνουν ακόμη και οικονομική ενίσχυση στην πατρίδα όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Μετά το τέλος των δύο παγκοσμίων πολέμων τα πράγματα θα αρχίσουν να αλλάζουν. Ο ξένος ανταγωνισμός είναι σκληρός για τους έλληνες επιχειρηματίες, ενώ οι αλλαγές που δρομολογεί ο Νάσερ με στόχο την οικονομική και εθνική ανεξαρτησία της χώρας αναγκάζουν τους περισσότερους να φύγουν. Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Στέφανος Χατζηχαραλάμπους, ένας από τους Αιγυπτιώτες που θα συμμετάσχουν στο ταξίδι, οι μνήμες τούς ακολουθούν για πάντα.
Στέφανος Χατζηχαραλάμπους: «Δεν νιώθω ότι μας έδιωξαν, θέλω να δω πάλι το σπίτι μου»
Το ταξίδι της οικογένειάς του στην Αίγυπτο ξεκίνησε τον 19ο αιώνα. «Ο παππούς και η γιαγιά μου είχαν καταγωγή από τη Σύμη. Κάποια στιγμή έφυγαν από την Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Αλεξάνδρεια, όταν ο περισσότερος κόσμος άφηνε τα νησιά και την Κύπρο και αναζητούσε σε άλλους τόπους μια καλύτερη τύχη. Και πράγματι η κατάσταση εκεί άνθησε. Εγιναν έργα στα οποία βοήθησαν οι Ελληνες και ειδικά οι Κασιώτες, οι οποίοι εργάστηκαν για τη διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ. Αυτό δεν το ξεχνούν οι ντόπιοι. Γι’ αυτό υπάρχει μεγάλος σεβασμός και αγάπη. Οταν φεύγαμε, στα πεζοδρόμια καθόταν κόσμος και έκλαιγε» διηγείται στα «ΝΕΑ» ο Στέφανος Χατζηχαραλάμπους, ένας από τους 70 Αιγυπτιώτες που θα συμμετάσχουν στο ταξίδι μνήμης.
Στην Αλεξάνδρεια γεννήθηκαν οι γονείς του, εκεί και ο ίδιος. «Γεννήθηκα το 1943. Πήγα σχολείο στη Σαλβάγειο Εμπορική Σχολή, η οποία βρισκόταν στο περίφημο Ελληνικό Τετράγωνο ή Chatby όπως λέγεται. Το τετράγωνο αυτό, στο κέντρο της πόλης, περιελάμβανε όλα τα μεγάλα σχολεία, τη Σαλβάγειο, το Αβερώφειο Παρθεναγωγείο, το Αβερώφειο Αρρένων –κλασικό και θετικό -, το Ανώτερο Παρθεναγωγείο, ένα ίδρυμα για ορφανά κορίτσια που σπούδαζαν εκεί και μετά έβγαιναν στην αγορά εργασίας, υπήρχαν γυμναστήριο, θέατρο, κουζίνα, μια πολύ μεγάλη έκταση όπου βρίσκονταν –και βρίσκονται ακόμη –τα γραφεία της Ελληνικής Κοινότητας και ένα γήπεδο όπου κάναμε γυμναστικές επιδείξεις. Η Σαλβάγειος ήταν τόσο δυνατή που τελειώνοντάς την μπορούσες να εισαχθείς σε όποιο πανεπιστήμιο της Αθήνας ήθελες χωρίς εξετάσεις». Το 1961, μαζί με άλλους Ελληνες, η οικογένεια Χατζηχαραλάμπους έφυγε από την Αλεξάνδρεια. «Δεν νιώθω ότι μας έδιωξαν. Απλά δημιουργήθηκαν νέες συνθήκες τις οποίες κάποιος δεχόταν να τις ακολουθήσει και κάποιος όχι. Αν μέναμε εκεί, θα έπρεπε να πάρω την αιγυπτιακή υποκοότητα και να πάω στον αιγυπτιακό στρατό. Επίσης, υπήρξαν αλλαγές στα επαγγελματικά. Ετσι οι γονείς μου αποφάσισαν να έρθουμε στην Ελλάδα» σημειώνει ο Χατζηχαραλάμπους. «Οταν σε διώχνει κάποιος, δεν παίρνεις τίποτα μαζί σου. Οι Αιγυπτιώτες πήραν τις οικοσκευές τους και τα χρήματά τους, πούλησαν τα σπίτια τους, άλλοι κράτησαν τις άδειες παραμονής και πηγαινοέρχονταν. Και αν ήταν διωγμός, δεν θα είχαν διατηρηθεί οι καλές μας σχέσεις με τους ντόπιους». Πλέον περιμένει με ανυπομονησία και συγκίνηση την επίσκεψη στην Αλεξάνδρεια. «Από τότε που φύγαμε κατάφερα να πάω άλλες 3-4 φορές» λέει. «Το πρώτο που θα κάνει ο Αιγυπτιώτης μόλις πάει στην Αίγυπτο είναι να πάει στην γειτονιά του. Να δει το σπίτι του. Τα πιο πολλά υπάρχουν ακόμη. Ε, εκεί θα πάω κι εγώ».