Το σπίρτο στην πυριτιδαποθήκη… της ΔΕΗ πέταξε η κυβέρνηση με την ψήφιση του νόμου για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της στη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας και της Μελίτης στη Φλώρινα.
Οι άγαρμπες πολιτικές κυβιστήσεις των κυβερνητικών στελεχών των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στο θέμα της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας έχουν ως αποτέλεσμα τον κίνδυνο πρόκλησης ενός οικονομικού μπλακάουτ κι εν τέλει της μη εφαρμογής των ευρωπαϊκών αποφάσεων που θέλουν την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού.
Η ΔΕΗ που έχει το 85% της προμήθειας ρεύματος, είναι φορτωμένη με ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 2,7 δισ. ευρώ, όταν ο κύκλος εργασιών της ανέρχεται στα 5 δισ. ευρώ. Επίσης έχει μπροστά της τεράστιες οικονομικές υποχρεώσεις με δάνεια 400 εκατ. ευρώ που λήγουν φέτος και άλλα 1,8 δισ. ευρώ για το 2019.
Με πιο απλά λόγια, ό,τι βγάζει η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας από τις πωλήσεις ισοδυναμεί με το σύνολο των απλήρωτων λογαριασμών πελατών της καθώς και των δανείων της που έχει συνάψει στο παρελθόν με τράπεζες.
Ο χειρότερος, όμως, εφιάλτης για την πάλαι ποτέ κραταιά επιχείρηση είναι μπροστά της στο τέλος του 2019. Μέχρι τότε, βάσει της συμφωνίας που έχει κάνει η κυβέρνηση με τους θεσμούς, θα πρέπει να χάσει το 50% του μεριδίου της στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η απώλεια τζίρου της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ, μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται από πού θα ανακτηθεί. Δηλαδή εναλλακτικές πηγές εσόδων με τη δραστηριοποίηση της εταιρείας σε άλλους τομείς δεν υπάρχουν. Για την ακρίβεια, βρίσκονται ακόμη στα χαρτιά και σε στρατηγικές αποφάσεις που θα έπρεπε να ληφθούν πριν από χρόνια. Η ΔΕΗ τώρα με τεράστια καθυστέρηση επιδιώκει να βγει στο εξωτερικό, να μπει στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, στην προμήθεια φυσικού αερίου, αλλά και στην παροχή ενεργειακών υπηρεσιών.
Επίσης, όπως ο ίδιος ο πρόεδρος της Δημόσιας Επιχείρησης Μανώλης Παναγιωτάκης παραδέχεται, η απώλεια του 50% της προμήθειας, ήτοι περίπου 3,5 εκατομμύρια πελάτες, είναι αδύνατον να επιτευχθεί. Κι αυτό καθώς μεγάλο μέρος του χαρτοφυλακίου της αποτελείται από ενεργοβόρες βιομηχανίες με υψηλή κατανάλωση ρεύματος, αλλά και από περίπου 2 εκατομμύρια νοικοκυριά κι επιχειρήσεις που χρωστούν 2,7 δισ. ευρώ και είτε έχουν βολευτεί στην ατολμία της εταιρείας να τους επιβάλει κυρώσεις είτε έχουν εγκλωβιστεί σε ρυθμίσεις οφειλών.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι τεράστιες. Η έκρηξη των χρεών σημειώθηκε το 2015, με χιλιάδες καταναλωτές να υιοθετούν το προεκλογικό σύνθημα των δύο κομμάτων «δεν πληρώνω».
Επίσης, πήγε κόντρα στις αποφάσεις της ΕΕ για την απελευθέρωση των αγορών ενέργειας. Η προηγούμενη κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ το καλοκαίρι του 2014 είχε ψηφίσει τον νόμο της Μικρής ΔΕΗ που περιλάμβανε ένα χαρτοφυλάκιο με σταθμούς παραγωγής λιγνίτη, φυσικού αερίου και υδροηλεκτρικά, όπως και τελικούς καταναλωτές αλλά και οικονομικές υποχρεώσεις. Αντιστοιχούσε στο 30% της ΔΕΗ και οι συνθήκες της αγοράς ήταν ευνοϊκές για την επιτυχημένη πώλησή της.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ακύρωσε τον νόμο και κατόπιν μιας αναμενόμενης εδώ και χρόνια καταδικαστικής εις βάρος τής χώρας μας απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου υποχρεώθηκε το 2016 στην πώληση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής.
Παράλληλα, η ΕΕ, μετά και τη συμφωνία του Παρισιού του 2015, επιτάχυνε τις δρομολογημένες αποφάσεις της για πλήρη απανθρακοποίηση της ενιαίας αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν η μια χώρα μετά την άλλη να κλείνει λιγνιτικές μονάδες και να δίνει έμφαση στις ΑΠΕ. Ταυτόχρονα, οι τιμές απόκτησης δικαιωμάτων ρύπων από CO2 ανέβηκαν, με αποτέλεσμα ήδη να βρίσκονται στα 13 με 14 ευρώ ανά τόνο έναντι 5 ευρώ πέρυσι.
Εστρωσαν λιγνίτη στον χώρο μπροστά στο Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη
Σακούλες με λιγνίτη άδειασαν μπροστά στο Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη διαδηλωτές εργαζόμενοι στη ΔΕΗ σε μια συμβολική διαμαρτυρία κατά τη διάρκεια της συζήτησης και ψήφισης του νομοσχεδίου για την πώληση λιγνιτικών μονάδων της επιχείρησης. Νωρίτερα οι διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία από τα γραφεία τους προς τη Βουλή φωνάζοντας συνθήματα «Κάτω τα χέρια από τη ΔΕΗ». Η χθεσινή ήταν μία από τις χειρότερες ημέρες για τους οδηγούς καθώς το κέντρο της Αθήνας παρέμεινε για ώρες αποκλεισμένο εξαιτίας των συλλαλητηρίων τόσο της ΓΕΝΟΠ –ΔΕΗ όσο και της ΠΟΕΔΗΝ και των συνταξιούχων