Μια «νίκη» μετρά το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», καθώς την Πέμπτη πραγματοποιήθηκε με απόλυτη επιτυχία μια πρωτοποριακή εξέταση, που αποτελεί σημαντικό διαγνωστικό και θεραπευτικό εργαλείο τόσο για τους γιατρούς όσο και για τους ασθενείς.
Πρόκειται για εξέταση τεχνολογίας PET/CT, με πεπτίδιο ανάλογο της σωματοστατίνης, επισημασμένο με Γάλλιο – 68 (68Ga DOTATOC), που πραγματοποιήθηκε από την επιστημονική ομάδα του τμήματος Πυρηνικής Ιατρικής του νοσοκομείου , υπό τον συντονιστή διευθυντή κ. Ιωάννη Δατσέρη.
Έτσι, κάθε χρόνο περίπου 1.000 ασθενείς, οι οποίοι πάσχουν από νευροενδοκρινείς όγκους στην Ελλάδα θα έχουν διαθέσιμη μια νέα απεικονιστική εξέταση που τους προσφέρει πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια διάγνωσης (έως 40%) και μικρότερη δόση ακτινοβολίας (κατά 30%).
Εξίσου σημαντικό σύμφωνα με τον κ. Δατσέρη είναι και το γεγονός ότι μειώνεται δραστικά η ταλαιπωρία των ασθενών, καθώς η εξέταση ολοκληρώνεται σε δύο ώρες, αντί των δύο ημερών που απαιτούσε η παλαιότερη τεχνολογία που είχε στη διάθεση της το τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής επί 30 χρόνια.
Στα «συν» της νέας τεχνολογίας είναι και η ελάφρυνση του Δημοσίου, καθώς οι ασθενείς δεν θα χρειάζεται να πραγματοποιούν την εξέταση στο εξωτερικό μέσω του ασφαλιστικού τους ταμείου.
Επιπλέον, η νέα τεχνολογία είναι κατά 217,5 ευρώ φθηνότερη, κοστίζοντας 2.175 ευρώ, έναντι 2.392,5 της παλαιάς.
Εν τω μεταξύ, με τη νέα αυτή εξέταση οι Έλληνες επιστήμονες μπορούν να κάνουν το απαραίτητο εισαγωγικό βήμα προς «την στοχευμένη θεραπεία που χρησιμοποιεί ραδιοφάρμακα-προϊόντα μοριακής τεχνολογίας. Δηλαδή, δραστικές ουσίες που όταν συνδεθούν με ένα ραδιο ισότοπο γίνονται διαγνωστικά εργαλεία και με το ίδιο σε μεγαλύτερη δόση ή ένα άλλο ανάλογο γίνονται θεραπευτικά μέσα», εξηγεί ο κ. Δατσέρης.
Και προσθέτει: «Είναι η Ιατρική των ‘Theranostics, η εξατομικευμένη θεραπεία που βασίζεται στα δεδομένα της διάγνωσης, η οποία μπορεί να προβλέψει την αποτελεσματικότητα και να ελέγξει την πορεία της θεραπείας».
Εντούτοις ο κ. Δατσέρης δεν παραλείπει να αφήσει αιχμές για τις καθυστερήσεις που προκαλεί η γραφειοκρατία παρά τις εντατικές προσπάθειες τόσο του ίδιου όσο και των 32 συνεργατών του. Ειδικότερα, η προσπάθεια για την υλοποίηση του έργου ξεκίνησε το 2012, όμως μεσολάβησαν έξι χρόνια και 53 έγγραφα ώστε να επιτευχθεί ο στόχος.