Ο λαϊκός δεξιοτέχνης του κλαρίνου Γιώργος Μάγκας έχει πολλές όψεις και επιλέγεις εσύ από ποια θα τον δεις. Είναι ο εκκεντρικός μουσικός που έχει ανέβει σε καμπαναριό εκκλησίας στο χωριό Διάσελλα του Νομού Ηλείας για να τιμήσει τον χαμένο φίλο του, ιερωμένο της περιοχής. Είναι ο έθνικ μουσικός που δεν διστάζει να συμπράξει με ροκ συγκροτήματα σε φεστιβάλ ή να παίξει δίπλα σε djs στην Ιμπιζα. Eίναι το μπαρουτοκαπνισμένο φτωχόπαιδο που ανελίχθηκε μόνος, θητεύοντας για χρόνια σε πανηγύρια και στα πατάρια λαϊκών κέντρων της Ομόνοιας. Είναι ο άνθρωπος που σήμερα λατρεύεται σαν τοπικός ήρωας στη Λιβαδειά όπου διαμένει σταθερά με τη σύζυγό του και τραγουδίστρια Τζούλη Τζινιέρη. «Είναι ο άνθρωπος που παίζει για τους καημούς μας, τους έρωτές μας, τις πίκρες και τις χαρές μας», μου λέει η ιδιοκτήτρια ζαχαροπλαστείου στη Λιβαδειά Μίνα Παπασπύρου στη γειτονιά του Μάγκα. Είναι όπως λένε όλοι οι ντόπιοι στην πόλη ο καλύτερος πρεσβευτής τους. Ο Μάγκας μάς υποδέχθηκε στη Λιβαδειά με την οικογένειά του –έχει τέσσερα παιδιά, τα τρία ασχολούνται με τη μουσική –ανατέμνοντας τη ζωή και την πορεία του. Σε όλη τη διάρκεια της συνέντευξης κρατούσε την κορνίζα με τη φωτογραφία του θανόντος φίλου του Λουκά.
Ποιος ήταν ο Λουκάς κύριε Μάγκα; Πάντα κρατάτε την φωτογραφία του όπως και τώρα.
Ηταν από τη Λιβαδειά, ο καλύτερος φίλος μου, ο Λουκάς Πολυτάρχου. Ηταν θεολόγος. Πάνω από όλα όμως ήταν σαν πατέρας μου, αδελφός μου, τα πάντα. Με έμαθε να είμαι καλός άνθρωπος. Ειδοποιήθηκε από τον Θεό να πεθάνει μόλις 45 χρονών, 35 χρόνια πριν.
Παίζετε και εις μνήμην του πάντα λοιπόν!
Πάντα. Τον θυμάμαι και συγκινούμαι. Ο,τι είμαι το χρωστώ σε εκείνον.
Ας πάμε λίγο από την αρχή. Πού γεννηθήκατε;
Γεννήθηκα στη Θήβα. Η μάνα μου έκανε τριάντα παιδιά αλλά δεν τα κρατούσε. Μια μέρα πέρασε από τον Αϊ-Γιώργη, έκανε τάμα, ήταν έγκυος εμένα. «Να μου ζήσει το παιδί», ζήτησε. Εζησα. Μετά από πέντε, δέκα μέρες με φέρανε στη Λιβαδειά. Ο πατέρας μου, ο Θανάσης Μάγκας, έπαιζε κλαρίνο. Η μαμά μου, η Στυλιανή, ήταν νοικοκυρά.
Πότε ξεκινάτε να μπαίνετε στη μουσική;
Εγώ πήγαινα στο σχολείο, μα δεν τα έπαιρνα τα γράμματα. Μόλις έφευγε ο πατέρας μου για το καφενείο μουσικών στη Λιβαδειά, έπαιρνα το κλαρίνο, πήγαινα κάτω από το κρεβάτι και έπαιζα. Γούσταρα τον ήχο. Πήγα μέχρι την πέμπτη τάξη κι έναν χρόνο νυχτερινό. «Τόσο και τόσο, πόσο κάνει;» με ρωτά ο δάσκαλος, «δεν ξέρω» του λέω. «Εχεις την φλογέρα;» με ρωτάει. «Ναι» του λέω. «Παίξε» μου λέει, παίζω. Γελάγανε οι συμμαθητές μου. «Μην γελάτε» τους λέει ο δάσκαλος, «αυτός μια μέρα θα βασιλέψει». Αφού είδε κι αποείδε ο πατέρας μου πήγε στα Τρίκαλα, αγόρασε κλαρίνο από τον γνωστό Νίκο Καρακώστα. Ημουν δέκα χρονών τότε. Ενα βράδυ μου λέει: «Σού ‘φερα κλαρίνο. Αφού δεν μαθαίνεις γράμματα θα μάθεις να παίζεις». Είμαι αυτοδίδακτος.
Εκείνη την εποχή ποιοι ήταν οι μεγάλοι κλαριντζήδες στα χωριά, τι ήχους θυμάστε;
Ηταν ο Κώστας Γιαούζος, ο Καραγιάννης, ο Καρακώστας, ο Γιώργος Καρακός, ο πατέρας μου ο Θανάσης. Ακουγα και τον μπαρμπα-Βασίλη Σαλέα και βέβαια τον Γιάννη Βασιλόπουλο. Ηταν πολύ μεγάλοι. Μόλις τους άκουγα, έλιωνα. Μόλις απολύθηκα από φαντάρος, έφυγα για Αθήνα (με τη σύμφωνη γνώμη του φίλου μου Λουκά). Πήγα στο καφενείο των μουσικών στην οδό Μενάνδρου, ήμουν είκοσι ετών. Καθόμουν εκεί, ήταν ο τραγουδιστής ο Στάθης Κάβουρας, τότε είχε αρρωστήσει ο κλαριντζής του και έψαχνε να βρει κλαρίνο. Δεν με γνώρισε εμένα, ρώτησε το όνομά μου, ήξερε τον πατέρα μου. Το βράδυ πήγα στο μαγαζί του, δεν με άφηνε να φύγω. Κάθισα τρία με τέσσρα χρόνια, στο κέντρο του στη Γλυφάδα, με την τραγουδίστρια Βάσω Χατζή, την καλύτερη όλων, τον Κώστα Πίτσο στην κιθάρα, τον Αγγελο Αβραάμ στο αρμόνιο. Αυτό ήταν το σχήμα τότε. Παράλληλα παίζω και σε πανηγύρια. Γιώργο, εγώ δεν πάω πανηγύρια, μου είπε ο Κάβουρας, εσύ να πας, χειμώνα όμως σε θέλω.
Μετά από κεί μπήκατε στα πράγματα, ε;
Μετά έμπλεξα με τον τραγουδιστή Αλέκο Δήμου. Με βοήθησε πολύ. Δούλεψα στα κέντρα της Ομόνοιας και στα πανηγύρια. Με πήρε είδηση ο μεγάλος τραγουδιστής Ανδρέας Τσαούσης και μου ζήτησε συνεργασία. Αυτός πήγαινε πολύ στα πανηγύρια.
Πώς ήταν το κλίμα σε αυτά;
Πολλά λεφτά τότε, χαρτούρα. Δεν υπήρχαν μεροκάματα. Τσουβάλια λεφτά.
Θυμάστε καποιο κορυφαίο;
Σε Θήβα, στο Λεοντάρι, μεγάλο πανηγύρι. Παίζαμε μέχρι το πρωί 9 ή 10 η ώρα. Μετά με πήρε ο Τζαμάρας, η Φιλιώ Πυργάκη, ο Γιάννης Κωνσταντίνου. Ο Αλέκος Κιτσάκης, η Τασία Βέρρα, η Κολλητήρη. Εργάστηκα και με τον Τάκη Καρναβά στη Βοσκοπούλα, στην Αθήνα. Τότε τα έφτιαξα με την Τζούλη. Πέταγε μπομπονιέρες μέσα στο μαγαζί ο Καρναβάς. Και βέβαια μπήκα και στη δισκογραφία. Λίγο μετά ήλθε ο παραγωγός Γρηγόρης Φαληρέας και κάναμε τον δίσκο «Αναρχος Θεός» με δικά μου σόλα. Τότε νομίζω με βάφτισαν έθνικ.
Σας ξέρει πολύς κόσμος και από το εκκεντρικό σας ντύσιμο. Γιατί αλήθεια ντύνεστε έτσι;
Κάνα εικοσάρι χρόνια ντύνομαι. Μου άρεσαν οι παπάδες που ντύνονταν έτσι και ήθελα κι εγώ. Ηθελα να τιμώ και τον κόσμο. Ο κόσμος σε θέλει καλοντυμένο. Με ράβει η Τζούλη. Θέλω να ξεχωρίζω, να αρέσω. Δεν μπορεί ο καλλιτέχνης να φοράει σπορτέξ και κάλτσες τρύπιες και να φαίνονται τα ποδάρια του. Θέλει κοστούμι, παπιγιόν, γραβάτα. Να είναι ντυμένος καλά, όχι από τη λαϊκή αγορά. Τώρα εγώ στις 5 και στις 12 Μάη, που εμφανίζομαι με τον Δημήτρη Κοντογιάννη στο Χίλιες και Δύο Νύχτες στου Ψυρή, θα αλλάξω δυο φορές. Ειδικά για τις εμφανίσεις αυτές. Εχω δωρίσει και κοστούμι στο Πελοπονησιακό Λαογραφικό Ιδρυμα στο Ναύπλιο. Και στην Ιταλία μέσω της εικαστικού και φίλης μου Μαρίας Παπαδημητρίου.
Πείτε μας πάλι λίγο για τα πανηγύρια.
Εκείνα τα χρόνια γίνονταν μεγάλα πανηγύρια. Για το ποιος θα χορέψει γίνονταν μεγάλες φασαρίες. Είχαμε σειρά χορού, με χαρτάκια, αλλά έπεφτε ξύλο.
Τώρα;
Τώρα χορεύουν όλοι ομαδικώς. Τότε έλεγε ο άλλος: Παίξε μου τον «Ηλιο». Πάρ’ τα. Την «Καραγκούνα». Πάρ’ τα. Τώρα είναι αλλιώς. Υπήρχαν και πολύ πλούσιοι εφοπλιστές, ερχόντουσαν πολλοί. Παίζαμε μέχρι το πρωί. Μια μέρα είχε πάει έντεκα. Κατέβα κάτω ρε μου λέει ο Κάβουρας, θα πάει μεσημέρι.
Πότε αρχίζει να χάνεται αυτό;
Ο κόσμος σήμερα δεν έχει δουλειά. Δεν έχει λεφτά. Πώς να ζήσει; Τότε είχε δουλειά, έβλεπες έναν φίλο σου στο πανηγύρι, τον κέρναγες μπίρες, ένα ποτό.
Τι έχει αλλάξει;
Εχει αλλάξει ο τρόπος ζωής. Γιατί είναι κλειστά τα εργοστάσια και τα μαγαζιά; Ανοιξά τα να πάει ο κόσμος για δουλειά!
Πώς νιώθετε ως μουσικός;
Εχω γυρίσει όλα τα κράτη, με αντιμετωπίζουν ως έθνικ. Εχω παίξει με τον μεγαλύτερο dj, τον ελβετό Luciano στην Ιμπιζα. Επαιξα σε χιλιάδες κόσμου. Να χειροκροτάνε να μην με αφήνουν να παίξω! Στο Παρίσι επίσης με δύο κλαρίνα από Βουλγαρία (Ιβο Παπάζοφ) και Τουρκία. Τα καλύτερα. Θα ξέχναγες ποιος είσαι αν τους άκουγες. Εγινε μια εκδήλωση τότε. Εγώ ντυμένος. Μου λέει η Τζούλη: Αμα δεν τους κάνεις κόσκινο, χάθηκες. Ορθιοι όλοι και να μην με αφήνουν να παίξω από το χειροκρότημα. Και το κοινό το γαλλικό είναι το πιο δύσκολο. Μετά παίξαμε και οι τρεις μαζί. Βγήκα πρώτος και βραβεύτηκα.
Εχετε προτάσεις; Με τη διακεκριμένη εικαστικό Μαρία Παπαδημητρίου πώς γνωριστήκατε; Ξέρω πως συνεργάζεστε.
Μέχρι Βραζιλία πήγα με τη Μαρία. Ηρθε και μου έκανε ένα βίντεο να παίζω στις «Πηγές της Κρύας» και το πρόβαλε για το βιβλίο της «Το Τάμα» σε video wall στη Βραζιλία.
Είστε ανοιχτός σε συνεργασίες…
Εχω παίξει και με τους Tuxedomoon στο Λαύριο. Με τους Goin’ Through. Με πολλούς. Είμαι έθνικ, έχω ανακατευθεί με τους νέους. Και με τον Ιωάννη Μελισσανίδη στους Δελφούς. Και σε θέατρο έχω παίξει. Πάω όπου με φωνάζουν. Τώρα όμως δεν υπάρχουν μαγαζιά.
Αλήθεια, μπορεί να ζήσει σήμερα ένας μουσικός;
Αμα είναι καλός μπορεί, αν και δύσκολα μόνον με το όργανο. Οι καινούργιοι –δεν θέλω να τους κατηγορήσω –αλλά το έχουν χαλάσει. Δεν ξέρουν να παίξουν ένα δημοτικό τραγούδι. Το κλαρίνο είναι η ελληνική σημαία, δεν μπορείς να το κοροϊδέψεις. Δεν μπορείς να αλλοιώσεις τα δημοτικά, υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά»; Θέλουν όλο να τα πειράζουν, δεν τα σέβονται. Μόλις ακούνε κλαρίνο καλό, κάθονται προσοχή. Αμα θέλουν να τα χαλάσουν, να γράψουν καινούργια και να τα χαλάσουν.
Με την Τζούλη πόσα χρόνια είστε μαζί;
Τριάντα. Γνωριστήκαμε στο κέντρο Βοσκοπούλα που ήμουν με τον Καρναβά.
Στη Λιβαδειά η ζωή πώς είναι;
Πολύ ωραία, πιο ήσυχα από Αθήνα. Εκτιμούν πως είμαι εδώ, γι’ αυτό και τους υποστηρίζω. Μένω εδώ γιατί την πονάω. Περπατάω τα σοκάκια τη νύχτα και συγκινούμαι. Μέναμε δεκαπέντε χρόνια στο Αιγάλεω βέβαια. Εχω φίλους εκεί, πάω στην Αθήνα συνέχεια. Ψωνίζω υφάσματα επίσης. Οταν πάω στο εξωτερικό, τα παίρνουμε από κει και τα ράβει η Τζούλη.
Εχετε ευαισθησίες και κοινωνικές μαθαίνω.
Αγαπάω τους φυλακισμένους. Παρακαλάω να πάω να παίξω για τα παλικάρια αυτά. Κάνανε ένα λάθος, ΟΚ. Το πιστεύω, δεν θα το ξανακάνουν. Δεν μπορεί να μένουν για πολλά χρόνια μέσα.
Πού πάει το πράγμα κύριε Μάγκα; Φεύγουν εξω οι νέοι μας.
Ερχομαι σε επαφή πολύ με τους νέους. Δεν θέλω να γίνω κακός. Δεν έχουν δουλειά τα παιδιά.
Τι πρέπει να γίνει;
Να φτιάξουν δουλειές οι πολιτικοί. Γιατί άραγε είναι κλειστά τα εργοστάσια; Οι νέοι κάθονται σε καφετέριες, τα πιο όμορφα κορίτσια. Χωρίς φαγητό. Να ανοίξουν τα εργοστάσια. Κι εδώ στη Λιβαδειά έχει πολλή ανεργία. Είναι αυτό ζωή; Να τα φέρουμε πίσω τα παιδιά, έχουμε τόσα χωράφια που δεν τα καλλιεργεί κανείς!
Εχουν γυρίσει παιδιά στα χωριά;
Εχουν επιστρέψει μερικά παιδιά, αλλά όχι αυτά που είναι έξω. Να υποστηρίζει η κυβέρνηση με μέτρα αλλά να υποστηρίζει και η αντιπολίτευση…
Ανήκετε κάπου ιδεολογικά;
Οποιος κάνει καλό είμαι με αυτόν.
Πού βρίσκεται σήμερα το κλαρίνο;
Το κλαρίνο βρίσκεται σήμερα στην καλύτερη θέση. Να παιχτεί όμως σωστά. Βγάζουν κάποια τραγούδια, ποιος να τα χορέψει αυτά; Τα σκαντζοχοίρια; Σκυλοκατάσταση.
Αυτό θα γίνει, το χαλάνε. Είδανε πως ο κόσμος πάει εκεί. Οποιος δεν έχει μυαλό έχει ποδάρια. Και στα πανηγύρια έχουν αλλάξει πολύ. Τότε ήταν άλλη ιστορία. Πέρναγες από ψητοπωλείο, καθόσουν με τη γυναίκα σου και έτρωγες επειδή ήξερες πως θα έχεις εργασία την άλλη μέρα.
Ο μουσικός πρέπει να μελετάει και να μην καβαλάει το καλάμι Με το Ιντερνετ ασχολείστε;
Δεν έχω, έχουν κάνει άλλοι για πάρτη μας όχι ένα, δέκα. Μου αρέσουν πολύ τα κινούμενα σχέδια στην τηλεόραση. Εχω τέσσερα παιδιά. Ο Δημήτρης είναι τραγουδιστής, ο Γιώργος κλαρίνο, ο Θανάσης κλαρίνο. Περνάμε καλά στη Λιβαδειά. Να επιστρέψει ο κόσμος στην επαρχία. Η Αθήνα είναι πολύ ωραία αλλά εδώ θα μαζέψει και χόρτα αν χρειαστεί.
Πολλοί νέοι έχουν κατάθλιψη σήμερα πάντως.
Να με πάρουν τηλέφωνο να κάνω συναυλίες χωρίς φράγκο σε νοσοκομεία, σε φυλακές, σε εκκλησίες. Οπου θέλουν!
Τι τους συμβουλεύετε;
Να μη στενοχωριούνται. Να πάνε στα χωριά, να πάνε στα χωράφια, να σπείρουν, να φυτέψουν. Θα είναι η ζωή τους ελεύθερη. Δεν θα τους τρώει το άγχος!
Και για πρόσφυγες θα παίζατε δωρεάν;
Βεβαίως, γιατί είναι πονεμένα και χτυπημένα παιδιά. Τα βλέπω στην τηλεόραση και στενοχωριέμαι. Επίσης, βγάζουν σε πλειστηριασμό σπίτια. Τι είναι αυτά; Τώρα τι να κάνουμε; Αμα γίνει πόλεμος θα τους ζητήσεις να πάνε να πολεμήσουν;
Θα παίζατε στην Τουρκία;
Βέβαια. Και για τον Ερντογάν. Για να βάλει μυαλό. Εχω πολλούς φίλους στην Τουρκία. Και μουσικούς. Θα έπαιζα στον Ερντογάν για να του πω πως είμαστε αδέλφια. Να μην μαλώνουμε για μια πιθαμή γης. Πρέπει και εμείς να είμαστε ενωμένοι.
Ποιο είναι το μυστικό του κλαρίνου;
Ο μουσικός πρέπει να μελετάει και να μην καβαλάει το καλάμι.Το κλαρίνο είναι η ψυχή μου. Παίρνει θάρρος ο άνθρωπος από το κλαρίνο.