Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, φίλοι και αντίπαλοι συγκλίνουν στην αποδοχή ότι υπήρξε μεγάλος. Ηγήθηκε του λαού του με τρόπο αποφασιστικό δείχνοντάς του ένα δρόμο, όπως οι μεγάλοι ηγέτες της ιστορίας. Τον δρόμο της δημοκρατίας, της ευημερίας, της Ευρώπης. Τα ηγετικά του τάλαντα ήταν σπάνια και η ενόρασή του γαλβανισμένη στην κάμινο της ταραγμένης ελληνικής ιστορίας.
Παρέλαβε μια χώρα καθημαγμένη από πολέμους, εμφυλίους και πραξικοπήματα, βυθισμένη στη φτώχεια. Ερμαια στα παιχνίδια των μεγάλων δυνάμεων, ευάλωτη στις ορέξεις των γειτόνων της. Σταθεροποίησε το πολίτευμά της, ανέπτυξε την οικονομία της, διασφάλισε την ανεξαρτησία της και την κυριαρχία της.
Συνομιλούσε με την ιστορία και ανησυχούσε για την τελική της κρίση. Θα με αδικήσει, έλεγε συχνά, γιατί δεν έκανα πολέμους. Εννοώντας ότι δεν έτυχε σε ηρωική περίοδο της ιστορίας, τότε που η ροή των πραγμάτων κρίνεται από τις αποφάσεις του ενός. Κατόρθωσε, όμως, να τα αλλάξει όλα σε περίοδο ειρήνης. Οταν παρέλαβε την εξουσία εν λευκώ, και σε απόλυτο θεσμικό κενό, το 1974. Τότε που ορκίστηκε μόνος, παντοκράτωρ. Και θα μπορούσε να οικοδομήσει την ενός ανδρός αρχή. Αντίθετα, αρχιτεκτόνησε μια αριστοτεχνική μετάβαση στη δημοκρατία. Με αποφασιστικότητα αλλά και μετριοπάθεια, χωρίς εκδικητικότητα. Οικοδόμησε τη σύγχρονη ελληνική Πολιτεία, δίνοντάς της ένα σύγχρονο δημοκρατικό Σύνταγμα, δημοκρατικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς και ευρωπαϊκή προοπτική.
Ισχυρίζονται κάποιοι ότι ο Καραμανλής του 1974 ήταν ένας άλλος Καραμανλής. Μεταλλαγμένος προς το δημοκρατικότερο από την ενδεκαετή εξορία του στο Παρίσι. Είναι ένας μύθος της Αριστεράς για να δικαιολογήσει την πλάνη της. Είναι η αμηχανία αυτών που αναγκάζονται να αλλάξουν την κρίση τους. Ο Καραμανλής παρέμεινε αταλάντευτος στις βαθιές φιλοσοφικές του πεποιθήσεις. Την ίδια αρχιτεκτονική οραματιζόταν για την Ελλάδα στην πρώτη μετεμφυλιακή οκταετία του, την ίδια και στη Μεταπολίτευση. Η διαφορά ήταν ότι στην πρώτη οκταετία λειτούργησε εντός του ασφυκτικά περιοριστικού πλαισίου της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Το Στέμμα και ο Στρατός περιόριζαν με τις παρεμβάσεις τους την πολιτική εξουσία. Ο Καραμανλής προσπάθησε να μεταρρυθμίσει το μετεμφυλιακό πλαίσιο με σειρά πολιτικών με επιστέγασμα τις 13 προτάσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1952. Μπορεί να ηττήθηκε αλλά δεν συμβιβάστηκε.
Το 1974, η απονομιμοποίηση αυτών των θεσμών τού έδωσε την ευκαιρία να επιβάλει το μεταρρυθμιστικό του πρόταγμα. Και την άδραξε. Το θεσμικό περίγραμμα της Μεταπολίτευσης, Σύνταγμα – πολίτευμα – θεσμοί – ευρωατλαντική εξωτερική πολιτική, αποδείχθηκε ανθεκτικό και σωτήριο. Γιατί άντεξε τα λάθη των επιγόνων του και είναι αυτό που, τελικά, επιτρέπει στη χώρα να βιώσει την κρίση ως οικονομική και όχι ως εθνική περιπέτεια.
Ο Καραμανλής όχι μόνο δικαιώθηκε εν ζωή αλλά οι επιλογές του εξακολουθούν να αποδεικνύονται ευεργετικές για τον τόπο.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός