Με την επιλογή της να χαρακτηρίσει το πλέον ιστορικό συγκρότημα της χώρας σκουπιδότοπο, η κυβέρνηση όχι απλώς στοχοποίησε μια δημοσιογραφική σχολή αλλά υπέδειξε στους πολίτες και ένα ιδεολογικό και αισθητικό πρότυπο.
Θα ήταν ανάξιο σχολιασμού εάν το ζήτημα αφορούσε μόνο τον χώρο του Τύπου. Δυστυχώς αφορά ολόκληρη τη χώρα και την κυβέρνησή της.  Την πρώτη κυβέρνηση, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση, που όχι μόνο προσπάθησε να επιβάλει τα αισθητικά της πρότυπα στη δημοσιογραφία, όχι μόνο να χειραγωγήσει και να ελέγξει τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και να κλείσει όποια δεν της ήταν αρεστά. «ΤΑ ΝΕΑ», όπως και «Το Βήμα», έγιναν στόχος αυτής της αντιδημοκρατικής μεθόδευσης όταν η τύχη τους κρεμόταν από μια κλωστή, πριν δηλαδή αλλάξει το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς.
Τι έχει αλλάξει από τότε; Τίποτε για τις δύο εφημερίδες που ήταν και παραμένουν προσηλωμένες στις αρχές της προόδου και της ενημέρωσης. Αλλά τίποτε και για μια κυβέρνηση που, όπως τότε, έτσι και τώρα, θεωρεί ότι η δημοσιογραφική κριτική και ο δημοσιογραφικός έλεγχος ισοδυναμούν με κήρυξη πολέμου φτάνοντας στο σημείο να υποκαθιστά θεσμούς, να υβρίζει, να απειλεί.
Δυστυχώς για την κυβέρνηση, τα δημοκρατικά πολιτεύματα είναι συνυφασμένα με την κριτική και τον έλεγχο. Ευτυχώς για τη χώρα, η κριτική και ο έλεγχος είναι πλέον δημοκρατικά κεκτημένα που, σε ό,τι μας αφορά, δεν νοούμε να απεμπολήσουμε. Το μόνο που μένει να φανεί λοιπόν είναι πού θα σταματήσει ο αντιδημοκρατικός κατήφορος της κυβέρνησης. Θα υπάρξει τέλος;