Οι τουρκικές εκλογές του ερχόμενου Ιουνίου θα επιβραβεύσουν το πολίτευμα που εγκαθίδρυσε ο πρόεδρος Ερντογάν ή θα ανακόψουν την επεκτατική του ορμή. Η επιθετικότητα του εκλεγμένου Σουλτάνου σε όλα τα μέτωπα, εσωτερικά και εξωτερικά, οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες. Στη φιλοδοξία του να μείνει στην ιστορία της χώρας του ως ολετήρας του κοσμικού χαρακτήρα του κεμαλισμού και στον φόβο για την εκδίκηση των θυμάτων του και τον έλεγχο της Δικαιοσύνης για τις ατασθαλίες που πιθανότατα διέπραξε αυτός και μέλη της οικογένειάς του.
Μετά από μακρά περίοδο σχετικής ησυχίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η ξαφνική επαναφορά παλαιών ζητημάτων, με κορυφαίο την ιδιοκτησία βράχων, βραχονησίδων και νήσων στο Αιγαίο, σημαδεύει τη μεταμόρφωση του αυτοδημιούργητου πολιτικού σε απόλυτο εξουσιαστή. Τα ιστορικά οράματα του Ερντογάν και η φωτιά της Σμύρνης, την οποία αποδίδει στους Ελληνες, καθώς προέρχονται από έναν απαίδευτο άνθρωπο που δεν γνωρίζει ούτε καν την τουρκική ιστοριογραφία, λίγο μετράνε. Δηλώνουν όμως τη βούλησή του να αλλάξει το παρελθόν και το μέλλον της πατρίδας του εις βάρος όλων των άλλων.
Θα αλλάξει άραγε και τακτική μετά το πέρας των εκλογών; Δεν αποκλείεται να επιδείξει μεγαλοψυχία προς τους Κούρδους της Συρίας αποσύροντας τις δυνάμεις του από το συριακό έδαφος, πριν γίνουν αιχμάλωτες σε έναν άκαρπο κλεφτοπόλεμο. Είναι επίσης πιθανό να μετριάσει τις υπερβολικές του αξιώσεις στο Αιγαίο για κάποιο διάστημα. Δεν πρέπει ωστόσο να υπολογίζουμε σε αλλαγή γραμμής της ερντογανικής Τουρκίας.
Η Ελλάδα θα πρέπει δυστυχώς να ασχοληθεί τα χρόνια που έρχονται με την αναδιάταξη των ενόπλων δυνατοτήτων της, αρχής γενομένης από έναν σοβαρό υπουργό Εθνικής Αμυνας. Αναγκαστικά το κόστος προετοιμασίας στον τομέα αυτό θα είναι υψηλό και μάλιστα σε περίοδο ανάκαμψης από την κρίση, κατά την οποία η επένδυση στην ανάπτυξη είναι απολύτως απαραίτητη. Ενωτική επίσης προσπάθεια θα πρέπει να καταβληθεί στον διπλωματικό τομέα ώστε να βρεθούμε με πολλούς συμμάχους και λίγους αντιπάλους σε όλη την περιφέρεια του κόσμου μας.
Η ματαίωση, από ό,τι φαίνεται, της πώλησης αμερικανικών καταδιωκτικών τρίτης γενιάς F-35 στην Τουρκία, χάρη σε διαμαρτυρία γερουσιαστών, ίσως αποσόβησε την τουρκική υπεροχή έναντι της Ελλάδας. Ομως η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Η Τουρκία επιδίδεται σε κατασκευή ποικίλων συστημάτων ώστε ώς το 2025 να εξασφαλίσει την υπεροχή. Καθώς η φιλοδοξία του Ερντογάν είναι να καταστήσει τη χώρα του μεγάλη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, θα πρέπει ίσως να αναζητήσουμε, πέραν των δυτικών συμμάχων και πιθανούς στην Ανατολή. Το πρόβλημα θα διαρκέσει με τον Ερντογάν, αλλά ενδεχομένως και χωρίς αυτόν. Δικό μας ζήτημα είναι να προετοιμαζόμαστε για όλα τα ενδεχόμενα.

Ο Θάνος Μ. Βερέμης είναι ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ και αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ