Την Πρωτομαγιά οι Νιου Γιορκ Τάιμς δημοσίευσαν ένα χαριτωμένο στην ακρότητά του ρεπορτάζ. Εκείνος είναι 79 ετών, συγγραφέας, παλιός αριστερός, που αισθάνθηκε υπερήφανος όταν η χώρα του άνοιξε την αγκαλιά της στους πρόσφυγες. Εκείνη είναι 42 ετών, συγγραφέας, σκληρή δεξιά, που άνοιξε σαμπάνια όταν εξελέγη πρόεδρος ο Τραμπ. Είναι Γερμανοί. Ζουν στη Βιέννη. Και είναι ανδρόγυνο.
Ο πιο χοντρός τους τσακωμός ήταν όταν ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ της Εναλλακτικής για τη Γερμανία είπε πως ο Μπόατενγκ είναι καλός ποδοσφαιριστής αλλά δεν θα τον ήθελε γείτονα, και η Καρολίνε συμφώνησε μαζί του. «Είσαι ρατσίστρια» της είπε ο Χέλμουτ. Και η πιο μεγάλη τους διαφωνία ήταν όταν ο Χέλμουτ έθεσε πέντε όρους για να μπορούν να συζητούν, από τους οποίους ο πρώτος ήταν η αναγνώριση του Ολοκαυτώματος. Η Καρολίνε τους απέρριψε, όχι επειδή αρνείται το Ολοκαύτωμα, αλλά επειδή απορρίπτει την ιδέα να ορίζει το Ολοκαύτωμα τη σύγχρονη γερμανική ταυτότητα.
Ωραία ιστορία. Αληθινή. Και διδακτική. Η αμερικανίδα δημοσιογράφος βλέπει μια συμβολική συνάντηση του κινήματος της αντικουλτούρας του γαλλικού Μάη με το κίνημα της αντι-αντικουλτούρας που ανθεί σήμερα. «Μπορεί εμείς οι φιλελεύθεροι να υπήρξαμε μερικές φορές αφελείς», αναγνωρίζει εκείνος. «Υπάρχει πραγματικά μεγάλος φανατισμός σε ένα κομμάτι της Δεξιάς», παραδέχεται εκείνη.
Κάποιος άλλος θα μπορούσε να αποκομίσει από την ίδια ιστορία το δίδαγμα ότι ο διάλογος είναι δυνατός ακόμη κι όταν όλα δείχνουν να τον αποκλείουν. Διάλογος φυσικά δεν σημαίνει σύγκλιση. «Οταν μιλάει η Βόρεια με τη Νότια Κορέα, μπορούμε ασφαλώς να μιλήσουμε κι εμείς με τα Πέντε Αστέρια» είπε αυτή την εβδομάδα ο Ματέο Ρέντσι σε μια τηλεοπτική του συνέντευξη. «Αλλά δεν μπορώ να φανταστώ το κόμμα μου να δίνει ψήφο εμπιστοσύνης σε μια κυβέρνηση του Λουίτζι ντι Μάιο».
Σε αυτή τη χώρα, η διχαστική και πολωτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ έχει κόψει κάθε γέφυρα επικοινωνίας με την αντιπολίτευση. Το χάσμα ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα είναι πιο μεγάλο από ποτέ. Αυτό δεν εμποδίζει δύο από τα σοφότερα πολιτικά στελέχη που διαθέτει η χώρα, την Ντόρα Μπακογιάννη και τον Βαγγέλη Βενιζέλο, να δηλώσουν αυτή την εβδομάδα ότι θα ψηφίσουν το νομοσχέδιο για την αναδοχή, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουν τα κόμματά τους. Οχι επειδή πιστεύουν στη σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ, κάθε άλλο. Αλλά επειδή αναγνωρίζουν ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι θετικό κι επειδή δεν κάνουν εκπτώσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα. Κι ας μην το καταλαβαίνει ο Κωνσταντινόπουλος.
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις ενός διαλόγου ανάμεσα στα άκρα; Να αναλάβουν κάποιοι τολμηροί την πρωτοβουλία, παίρνοντας αποστάσεις από κάτι που δεν θεωρούν ορθό. Οσο στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν φωνές που να διαφοροποιούνται από την καλλιέργεια του φανατισμού και του μίσους, τόσο το κλίμα θα βαραίνει. Και θα έχουν όλοι την ευθύνη γι’ αυτό, μετριοπαθείς και εξτρεμιστές, προοδευτικοί και σταλινικοί, φιλελεύθεροι και απελεύθεροι.
Με άλλα λόγια, και για να το πούμε ωμά: θα τολμήσει κανένα κυβερνητικό στέλεχος να βγει δημοσίως και να διαφωνήσει με τους χαρακτηρισμούς του Τζανακόπουλου και του Καρτερού για τους εργαζομένους του παλιού ΔΟΛ;