Ο Οσκαρ Ουάιλντ έλεγε στον εραστή του Αλφρεντ Ντάγκλας, ο οποίος, επειδή είχαν κάποια σχέση, πίστεψε πως είναι κι αυτός Ουάιλντ: «Δυστυχώς, φίλε μου, το πνεύμα δεν είναι μεταδοτικόν». Και όπως οι μεγάλοι συγγραφείς είναι ανεπανάληπτοι, απάτορες και αδιάδοχοι, έτσι είναι και οι μεγάλοι ηγέτες: υπάρχουν εφάπαξ και δεν επαναλαμβάνονται ούτε κλωνοποιούνται, προς το παρόν τουλάχιστον. Αργότερα, αν προχωρήσει η επιστήμη, μπορεί να δημιουργήσουμε έναν νέο Λεβέντη από βλαστοκύτταρα για να μη χάσει η Βενετιά βελόνι, έναν Πολάκη ή μια Παπακώστα, εκτός αν αυτά συμβούν με την παρέμβαση του Αγιου Πορφύριου, ο οποίος μπορούσε να συστέλλει ή να διαστέλλει τον χρόνο εν είδει αρσενικού ερωτικού οργάνου.
Οι απομιμήσεις, οι ετεροκαθοριζόμενοι και οι δήθεν επίγονοι, ώς τότε, θα είναι αυτό που είναι: κακέκτυπα, χλωμά ψευδαντίγραφα, κυρίως δε πονηρά πολιτευόμενοι άνευ προσωπικότητας, που πασκίζουν μάταια να αντλήσουν υπόσταση, ύπαρξη και οντότητα ως αυθαίρετοι απόστολοι των ξεχωριστών, χωρίς καν να τους ρωτήσουν –πέραν του ότι κάποιος πολύ κακός έλεγε πως «οι μεγάλοι ηγέτες δεν πρέπει να κάνουν παιδιά». Ευχής έργον θα ήταν, βέβαια, να μην έχουν καν συγγενείς, γιατί έχουμε ταλαιπωρηθεί ουκ ολίγον από όμαιμους, απογόνους και εξ αγχιστείας, και δεν θέλουμε πια άλλον Λιάπη (ανιψιό του μεγάλου) ως υπουργό Πολιτισμού –πώς έλεγε το δημώδες: «Η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε, δεν κάνει».
Τι θα πει είμαι καραμανλικός, είμαι αντρεϊκός ή είμαι σημιτικός; Για τον απλό ψηφοφόρο μπορεί να είναι σε κάποιο βαθμό κατανοητό, αλλά όχι για τον πολιτευόμενο που υπηρετεί μια ιδεολογία και (υποτίθεται) τη χώρα –αλλιώς σημαίνει ομαδοποίηση και φράξια, άρα ιδιοτέλεια. Εξάλλου ο Καραμανλής δεν συνέγραψε καμιά νέα πραγματεία, καμιά νέα θεωρία περί δομής και διοίκησης του κράτους (όπως ας πούμε ο Λένιν), παρά απλώς ήταν Κωνσταντίνος Καραμανλής. Απλώς ΗΤΑΝ, καθεαυτού, κι αυτό έφτανε. Αυτογενώς ο ίδιος και κανένας άλλος, όπως κάθε σημαντικός ηγέτης στην Ιστορία. Ετσι και ο Αντρέας ή ο Σημίτης, τηρουμένων των αναλογιών. Το πνεύμα δεν είναι μεταδοτικό, ούτε η πολιτική οξυδέρκεια, ούτε η αίσθηση ευθύνης, ούτε το σθένος, ούτε οι λοιπές ικανότητες, και η κάθε νέα συγκυρία είναι ασύμβατη με το τότε. Ούτε ο Αντρέας ούτε ο Καραμανλής αποτελούν ιδεολογία, απλώς υπηρέτησαν με έναν απολύτως προσωπικό τρόπο, προφανώς ανεπανάληπτο, κάποια αντίληψη της ιδεολογίας της Δύσης και κυρίως τη χώρα. Δεν μιμήθηκαν κανέναν –κι εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε και την προφητικότητα του βασιλιά που επέλεξε τον Καραμανλή ανάμεσα σε πολλά τετελεσμένα τζάκια, κάνοντας τη διαφορά. Ευτυχώς είχε την τόλμη να διαλέξει «τον βλάχο» από την Πρώτη Σερρών –αλλιώς θα ήταν διαφορετική η ιστορία της χώρας. (Μετά ήρθαν διάφοροι και μας ξεβλάχεψαν).
Το λέει κι ο Σαρτρ: «Είσαι αυτό που κάνεις». Αρα προφανώς δεν είσαι αυτό που κάνανε άλλοι –κι όποιος πολιτευτής το επικαλείται δείχνει εξ υπαρχής υποδεέστερος ή, το πολύ, ιδιοτελής. Απαρνείται από χέρι την προσωπική του μοναδικότητα και πασκίζει να υπεξαιρέσει το είναι κάποιου άλλου, πράγμα αδύνατον εκ φύσεως. Διότι το περισσότερο που μπορεί να γίνει είναι σαν εκείνα τα μικρά πουλιά που ζούνε από τα υπολείμματα τροφής μεταξύ των δοντιών του κροκόδειλου. Και είναι προφανής λαϊκισμός να λες «είμαι καραμανλικός», «είμαι αντρεϊκός», ακόμα και να θες να είσαι απομίμηση του Μιχελογιαννάκη –διότι και ο Μιχελογιαννάκης είναι ένας και ανεπανάληπτος. Το καλούπι εθραύσθη. (Πόσω μάλλον).
Αρα, αυτή η φράση δεν σημαίνει απολύτως τίποτε –βέβαια, μπορεί να πουλάει σε κάποιον κόσμο που πιστεύει στον αταβισμό του αίματος ή έναν ντυμένο Ελβις – απομίμηση με ψεύτικες φαβορίτες να τον ψηφίζει ως Πρίσλεϊ, πιστεύοντας σε κάποιας μορφής αιωνιότητα, μετεμψύχωση, μεταβίβαση του πνεύματος, ή σε πολιτικές μπάμπουσκες που διασχίζουν άφθαρτες τον χρόνο και αναγεννώνται αφ’ εαυτών ή με αυτεπικονίαση. Βέβαια η ετήσια συνάντηση των μιμητών Ελβις όλης της Αμερικής έχει κάποιο γραφικό ενδιαφέρον, αλλά δεν παράγει κανένα νέο τραγούδι, πολύ περισσότερο της έμπνευσης και της ποιότητας του ενός και μοναδικού Πρίσλεϊ.
Εχουμε ταλαιπωρηθεί με τους απογόνους, με τους φορείς κάποιου ονόματος, με ψευδομοιώματα ή με κόπι πάστε –εξάλλου αυτή η λογική και η διαδικασία ανήκουν στη διαδοχή των βασιλέων και των οικογενειών τους και δεν έχουν καμία σχέση με την όποια δημοκρατία. Στη δική μας βέβαια φτάσαμε και στην αντιστροφή: ο γιος να διορίζει τον πατέρα στον ΟΑΣΘ, και σε λίγο θα δούμε και εγγονούς να βολεύουν τους παππούδες τους.
Είναι η μεταφυσική της αντίστροφης κληρονομικότητας: δεν έχει, πλέον, ο εγγονός τις ιδιότητες του παππού, αλλά ο παππούς σιγά σιγά προσλαμβάνει, όσο γερνάει, τα χαρακτηριστικά του εγγονού και αρχίζει να του μοιάζει, μέχρι να βγάζει μαλλιά και δόντια –εξάλλου είπαμε: ο Αγιος Πορφύριος μπορεί να πετύχει όχι μόνο τη συστολή, αλλά και την αντιστροφή του χρόνου. (Οπως μερικοί που ζούνε ακόμα στον Εμφύλιο –με τη φωτό του Αρη στο γραφείο τους).
Αρα ο Αγιος Πορφύριος δεν έκανε κάτι εξαιρετικό, αλλά απολύτως συνηθισμένο εν Ελλάδι. Είναι μια ορθόδοξη εκδοχή του Προυστ και του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» –όχι απ’ την πλευρά των Γκερμάντ, αλλά με την ατσάλινη λογική του Παΐσιου και της κάρας του Ονούφριου, η οποία εμπνέει, φαίνεται, κάποιους ΑΝΕΛ που μπαίνουν τώρα στη διοίκηση με διαστημικές φιλοδοξίες.
Στο δε μέλλον, εκτός από ντυμένους Πρίσλεϊ διαφόρων παρελθόντων αρχηγών κόμματος, μπορεί να έχουμε και καμμενικούς, κάτι σαν αποκαΐδια του ηγέτη. Καθόλου απίθανο, αν σκεφτούμε και το σουξέ του Σώρρα, το οποίο δεν πρέπει να ξεχνούμε ποτέ, όταν πρόκειται να κάνουμε μια εμβριθή ανάλυση της εξαιρετικά πρωτοποριακής ελληνικής κοινωνίας και πραγματικότητας, η οποία με τη λάμψη της αλλάζει σιγά σιγά και ολόκληρη την Ευρώπη.