Ανοιξη του 1.613 π.Χ. Τότε έγινε η μεγαλύτερη έκρηξη ηφαιστείου που έχει γνωρίσει η Ανθρωπότητα τα τελευταία τουλάχιστον 10.000 χρόνια, η οποία κατάστρεψε ολοσχερώς τη Θήρα και τα κοντινά νησιά σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων.
Από την έκρηξη σηκώθηκαν παλιρροϊκά κύματα, τα οποία σάρωσαν τις ακτές των κοντινών νησιών και της βόρειας Κρήτης. Αυτά εκτιμάται ότι κατέστρεψαν κάποιους παραθαλάσσιους οικισμούς ενδεχομένως, όμως να μην ήταν η βασική αιτία της παρακμής του μινωϊκού πολιτικού.
Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό«Scientific Reports»του Nature Group έρχεται να δείξει πώς ήταν η Σαντορίνη πριν από τη μεγάλη έκρηξη. Πώς ήταν πριν από περίπου 3.600 χρόνια. Σύμφωνα με την έρευνα με επικεφαλής τον Ούγγρο γεωεπιστήμονα Ντέιβιντ Κάρατσον του Τμήματος Φυσικής Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Eotvos της Βουδαπέστης Έλληνες επιστήμονες μελέτησαν τα υποθαλάσσια απομεινάρια στο βυθό από εκείνη τη μινωική έκρηξη, καθώς και τα κομμάτια ανδεσιτικής λάβας μέσα στην ελαφρόπετρα,προχώρησαν στην ανασύσταση της λεγόμενης προ-Καμένης, καταλήγοντας σε εκτιμήσεις για την έκτασή της, τον τρόπο της δημιουργίας της και την ηλικία της.
Πριν από περίπου 22.000 χρόνια είχε προηγηθεί μια άλλη μεγάλη έκρηξη στη Θήρα, η λεγόμενη έκρηξη της Ρίβας, από την οποία είχε δημιουργηθεί μια μεγάλη ημίκλειστη καλδέρα. Μέσα σε αυτήν σταδιακά ανυψώθηκε ένα νησί, η προ-Καμένη, που έμελλε να καταστραφεί, μαζί με τμήματα της Θήρας και της Θηρασίας, κατά την πιο πρόσφατη μινωική έκρηξη κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού.
Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ντέιβιντ Κάρατσον,«το τοπογραφικό ανάγλυφο της Σαντορίνης πριν από την μινωική έκρηξη χαρακτηριζόταν από ένα μικρότερο λιμάνι μαζί με ένα κεντρικό νησί, περίπου παρόμοιο με τη σημερινή Καμένη, σύμφωνα με πολλούς ερευνητές. Όμως οι διαστάσεις και η ηλικία αυτού του νησιού είχαν παραμείνει άγνωστες. Στη νέα μελέτη μας, ανακατασκευάσαμε το προ-μινωικό νησί με την ονομασία Προ-Καμένη τόσο σε μέγεθος όσο και σε ηλικία».
Όπως ανέφερε ο Ούγγρος ερευνητής,«εστιάσαμε το ενδιαφέρον μας στα πιο χαρακτηριστικά λιθικά ανδεσιτικά δείγματα που βρίσκονται μέσα στημινωική ελαφρόπετρα, που αντιπροσωπεύουν το εκρηκτικό υλικό από την Προ-Καμένη. Εφαρμόζοντας μια φωτοστατιστική ανάλυση, υπολογίσαμετον όγκο της Προ-Καμένης σε 2,2 έως 2,5 κυβικά χιλιόμετρα, που είναι μικρότερος από τον όγκο τηςΠαλαιάς και της Νέας Καμένης. Προσδιορίσαμε επίσης την ηλικία των ανδεσιτικών κομματιών της λάβας, με τη μέθοδο Cassignol-Gillot K-Ar, σε 20.000 χρόνια πριν από σήμερα, κάτι που σημαίνει ότι η προ-Καμένη άρχισε να αναπτύσσεται πολύ σύντομα μετά την προηγούμενη μεγάλη έκρηξη της Ρίβας πριν από 22.000 χρόνια».
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, μετά την ισχυρή έκρηξη Ρίβα που είχε προηγηθεί της μινωικής, στο προμινωικό τοπίο της Σαντορίνης κυριαρχούσε μια ρηχή πλημμυρισμένη καλδέρα, όπου σιγά-σιγά, καθώς εξέρρεε λάβα από το υποθαλάσσιο ηφαίστειο, άρχισε να ξεμυτίζει η προ-Καμένη. Μέχρι σήμερα μόνο πολύ αβέβαιες εκτιμήσεις μπορούσαν να γίνουν για το μέγεθος και την ηλικία της.
Η επίκουρη καθηγήτρια Παρασκευή Νομικού του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποίασυμμετείχε στη μελέτη, δήλωσε ότι«η προμινωική καλδέρα ήταν μικρότερη από τη σημερινή, κλειστή στα νοτιοδυτικά και με ένα μόνο μικρό άνοιγμα στα βορειοδυτικά με ένα στενό κανάλι. Στο κέντρο της ρηχής πλημμυρισμένης καλδέρας υπήρχε η μικρότερη από τη σημερινή προ-Καμένη με ένα χαμηλό ηφαιστειακό κώνο».
Η προ-Καμένη αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα μετά την έκρηξη Ρίβα, με ένα ελάχιστο ρυθμό εκροής λάβας 0,13 έως 0,14 κυβικών χιλιομέτρων ανά χιλιετία. Ο ρυθμός αυτός είναι πολύ πιο αργός -περίπου το ένα έβδομο- από τον μέσο ρυθμό διόγκωσης της σημερινής Παλαιάς και Νέας Καμένης μετά το 1600 π.Χ., ο οποίος εκτιμάται σε περίπου 0,9 κυβικά χιλιόμετρα ανά χιλιετία.
Η έκρηξη της Θήρας μεταξύ 1627-1600 π.Χ. κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (Μινωϊκή) υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες στη διάρκεια της Ολοκαίνου. Τα προϊόντα της έκρηξης εκτιμάται ότι είχαν όγκο 117 έως 129 κυβικά χιλιόμετρα,ισοδύναμα με 78 έως 86 κυβικά χιλιόμετρα πυκνών πετρωμάτων.
Ένα μέρος αυτών των πυροκλαστικών εναποθέσεων στο βυθό της Σαντορίνης προέρχεται από την προϋπάρχουσα Καμένη, η οποία διαλύθηκε τελείως από την έκρηξη. Η σύνθεσή της από μαύρο υαλώδη ανδεσίτη, που είναι γεωχημικά διακριτός, επέτρεψε στους επιστήμονες να ξεχωρίσουν ποια προϊόντα της έκρηξης προέρχονταν από την προ-Καμένη και ποια από τη Θήρα.