Η ελληνική κρίση δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή προτεραιότητα για τη Γερμανία. Παρ’ όλα αυτά, απαιτούνται ορισμένες σημαντικές αποφάσεις καθώς το τρίτο Μνημόνιο εκπνέει τον Αύγουστο, οι οποίες, ακόμα, δεν έχουν ληφθεί, τουλάχιστον οριστικά.
Βέβαια, το γενικό κλίμα παραμένει το ίδιο με τα περασμένα χρόνια. Ο νέος υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σόλτς ακολουθεί κατά γράμμα την πολιτική του προκατόχου του. Δεν είναι τυχαίο πως ορισμένοι γερμανοί δημοσιογράφοι τον ονομάζουν «Ολαφ Σόιμπλε». Στην πρόσφατη συνάντηση της Σόφιας, ο Σολτς απέρριψε τη γαλλική πρόταση σύνδεσης της πιθανής ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης. Στο πλευρό του βρίσκονται οι υπουργοί Οικονομικών της Ολλανδίας, της Φινλανδίας και των χωρών της Βαλτικής.
Η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί πως η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει την πολιτική των μεταρρυθμίσεων, καθώς μια αναιμική ανάπτυξη δε μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για να μην πληρώνει τους πιστωτές της. Ετσι, τα μέτρα τα οποία θα ληφθούν τους επόμενους μήνες για το ελληνικό χρέος σε συνέχεια της σχετικής απόφασης της ευρωζώνης του Μαΐου 2016, θα πρέπει να συνδυαστούν με αυστηρούς όρους και στενή παρακολούθηση των μεταμνημονιακών υποχρεώσεων της Ελλάδας. Η εμπειρία από το πρώτο εξάμηνο του 2015 προκαλεί ανησυχία στο Βερολίνο ότι ενόψει των επόμενων εκλογών η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα επιδιώξει να εκμεταλλευθεί τη σχετική ελευθερία που ίσως της προσφερθεί για να προχωρήσει σε παροχές, εκτροχιάζοντας ξανά τη χώρα.
Οσον αφορά την εξειδίκευση των μέτρων για το χρέος, αν και η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για τη Γερμανία, καθώς υπό αυτή την προϋπόθεση η γερμανική βουλή το ψήφισε πριν τρία χρόνια, η αποδοχή των όρων του για κούρεμα ύψους ως 100 δις ευρώ, πρέπει μάλλον να αποκλειστεί. Αλλωστε, ο ρόλος του Ταμείου είναι πλέον περισσότερο συμβολικός και το ποσό που προσφέρει είναι ελάχιστο, λένε στη Γερμανία, για να έχει τέτοιες απαιτήσεις.
Εδώ και λίγους μήνες το Βερολίνο έχει αρχίσει να προλειαίνει το έδαφος ώστε ο Μόνιμος Μηχανισμός Στήριξης να μπορεί να λειτουργεί στο μέλλον ως Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, ώστε πλέον η Ευρώπη να μην έχει ανάγκη το ΔΝΤ. Μέσα στο πλαίσιο της μελλοντικής αυτής αλλαγής, τα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα είναι όσο το δυνατόν πιο τεχνικής φύσης γίνεται αλλά και ανώδυνα για να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις σκληροπυρηνικών γερμανών βουλευτών και της κοινής γνώμης. Συνεπώς, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη αισιοδοξία από την ελληνική πλευρά.
Ο δρ Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin-Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων διεθνών σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης