Στον δρόμο που οδηγεί στις κάλπες οδεύει και πάλι η Ιταλία, παρά την ύστατη προσπάθεια του προέδρου της Δημοκρατίας να πορευτεί η χώρα με υπηρεσιακή κυβέρνηση ως τον Δεκέμβριο. «Υπηρεσιακή κυβέρνηση έως τον Δεκέμβριο αλλιώς εκλογές το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο» διαμήνυσε ο Τζόρτζιο Ματαρέλα που είδε και τον τρίτο γύρο διερευνητικών επαφών να πέφτει στο κενό. Οχι ότι σε αυτούς τους δύο μήνες από τις εκλογές που ανέδειξαν πρώτο κόμμα το Κίνημα 5 Αστέρων έλειψαν οι υποψήφιοι πρωθυπουργοί. Ο τελευταίος από αυτούς είναι ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης της Λέγκας και πραγματικής έκπληξης με την πρώτη θέση που κατέκτησε ανάμεσα στα κόμματα του δεξιού συνασπισμού. Ο Σαλβίνι ζήτησε από τον πρόεδρο Ματαρέλα να του δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης με τον ίδιο στη θέση του επικεφαλής. «Θα βάλω τα δυνατά μου, θα δοκιμάσω με όλους εκτός από το Δημοκρατικό Κόμμα» έγραψε ο Σαλβίνι στον λογαριασμό του στο Facebook.
Με δεδομένο ότι η Δεξιά έχει πενήντα λιγότερες έδρες απ’ όσες απαιτεί η πλειοψηφία, ο Ματαρέλα φαίνεται να προτιμά τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών, η οποία θα έχει τη στήριξη περισσότερων κομμάτων. Κι αυτή όμως είναι μια επιθυμία που τα κόμματα εμφανίζονται απρόθυμα να ικανοποιήσουν. Από μια κυβέρνηση στην οποία δεν θα έχει το πάνω χέρι, το Κίνημα 5 Αστέρων προτιμά την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες –τοποθετεί μάλιστα τον χρόνο των πρόωρων εκλογών στις 24 Ιουνίου. Αίτημα με το οποίο συμφωνεί η Λέγκα, αλλά όχι ως προς την ημερομηνία: οι λεγκίστι προτιμούν να στηθούν οι κάλπες στις 8 Ιουλίου.
Αυτή η τελευταία φαίνεται να είναι και η επικρατέστερη ημερομηνία: ο χρόνος είναι αρκετός για μια νέα προεκλογική εκστρατεία, ενώ συγχρόνως είναι αρκετά νωρίς για να έχουν φύγει οι Ιταλοί για διακοπές. Ακόμη κι έτσι πάντως η ημερομηνία μαρτυρά ότι η Ιταλία βρίσκεται μακριά από την πολύ ιδιαίτερη κανονικότητά της. Από το τέλος του πολέμου και μετά, οι κάλπες στη χώρα στήνονταν πάντοτε την άνοιξη, ενώ είναι σχεδόν αδύνατον να θυμηθεί μια περίοδο που ήταν όλοι εναντίον όλων ή πάντως έθεταν τόσο πολλούς όρους για να συμφωνήσουν στον σχηματισμό κυβέρνησης. Αν, για παράδειγμα, ο Σαλβίνι δεν θέλει να δει ούτε ζωγραφιστούς τους κεντροαριστερούς του Ματέο Ρέντσι, ο Ρέντσι δεν συζητά μαζί του ούτε κατά διάνοια. Κι όταν ο Λουίτζι ντι Μάιο του Κινήματος 5 Αστέρων λέει ότι μπορεί να συμμαχήσει με τη Φόρτσα Ιτάλια αλλά χωρίς τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο Καβαλιέρε δεν έχει πρόβλημα να απαντήσει: «Αυτούς του Κινήματος 5 Αστέρων στη Mediaset δεν θα τους παίρναμε ούτε για να καθαρίζουν τις τουαλέτες».
Επειτα, το παράθυρο συνεργασίας που άνοιξε ο Ντι Μάιο στον Σαλβίνι προϋποθέτει έναν πρωθυπουργό που δεν θα είναι κανένας από τους δύο ηγέτες. Ενα πρόσωπο κοινής αποδοχής που προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει στον ορίζοντα, ενώ την ίδια ώρα ο Σαλβίνι δηλώνει πιστός στη συμμαχία του με τον Μπερλουσκόνι –τον Μπερλουσκόνι που για το Κίνημα 5 Αστέρων είναι το απόλυτο σύμβολο της πολιτικής διαφθοράς. «Δεν θα στηρίξουμε καμία κυβέρνηση τεχνοκρατών» ξεκαθαρίζει και πάλι ο Ντι Μάιο επιμένοντας ότι οι πρόωρες εκλογές είναι η μόνη λύση εάν η Λέγκα συνεχίσει να επιμένει στις θέσεις της. Και ο φαύλος κύκλος της ακυβερνησίας κλείνει με το Δημοκρατικό Κόμμα που αρνείται να μιλήσει με οποιοδήποτε κόμμα απευθείας, χωρίς όμως να αρνείται τη στήριξη σε μια κυβέρνηση τεχνοκρατών που θα υποδείξει ο Ματαρέλα.
Αυτός ο τελευταίος καλείται να λύσει τον γόρδιο δεσμό. Η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε με τις (τυπικές) διαβουλεύσεις που είχε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας με τα μικρότερα κόμματα. Κι έπειτα ήρθε η ώρα των ανακοινώσεων.

Ξεμπερδεύοντας με το ελληνικό ζήτημα

Ηταν πάντα ο αδύναμος κρίκος, τις αντοχές του οποίου η Ενωμένη Ευρώπη παρακολουθούσε πάντα με κομμένη την ανάσα: εάν σπάσει αυτός ο κρίκος του ευρωπαϊκού Νότου, είναι βέβαιο ότι θα παρασύρει μαζί του ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αυτός ο φόβος της Ευρώπης εξηγεί γιατί η Ιταλία δεν συνδέεται με την Ελλάδα μόνο γεωγραφικά: την περίοδο που η ευρωζώνη ταλανιζόταν από τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πιθανολογούσαν ότι η αυστηρότητα προς την Αθήνα ήταν ένα μήνυμα που είχε ουσιαστικό αποδέκτη τη Ρώμη. Σήμερα που ο ιταλικός κίνδυνος εμφανίζεται και πάλι στο προσκήνιο, η Ευρώπη έχει χίλιους και έναν λόγο να ξεμπερδεύει το ταχύτερο δυνατό με τον ελληνικό. Για να φτάσει και πάλι το μήνυμα εκεί που πρέπει.